Τέλος εποχής; Ισως. Εν πάση περιπτώσει, όμως, rien ne va plus για την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία. Εναν αιώνα μετά τη διάσπαση της ευρωπαϊκής Αριστεράς σε κομμουνιστές και σοσιαλδημοκράτες, οι τελευταίοι δείχνουν να ψυχορραγούν βαδίζοντας από τη μια εκλογική καταστροφή στην άλλη. Στις πρόσφατες εκλογές στη Γερμανία το SPD πέτυχε το χαμηλότερο ποσοστό της ιστορίας του, ενώ στη Γαλλία και στην Ολλανδία, όπου επίσης έγιναν εκλογές το 2017, τα άλλοτε κραταιά στις χώρες αυτές σοσιαλιστικά κόμματα περιορίστηκαν σε μονοψήφια ποσοστά.
Για έναν σημαντικό αριθμό πολιτικών αναλυτών, ο βασικός λόγος για τον οποίο οι σοσιαλδημοκράτες –δηλαδή η παράταξη στην οποία οφείλεται σε μεγάλο βαθμό αυτό που σήμερα αποκαλείται ευρωπαϊκό μοντέλο κοινωνίας –τείνουν προς την πολιτική έκλειψη, είναι πως «ό,τι είχαν να δώσουν το έδωσαν». Σήμερα, ο «κόσμος της εργασίας» δεν είναι αυτός που υπήρχε στη μεταπολεμική Δυτική Ευρώπη της δεκαετίας του ’50 και ο «κόσμος του κεφαλαίου» δεν δείχνει την ελαστικότητα αντιλήψεων που θέλοντας και μη έδειξε τα χρόνια μετά τη μεγάλη καταστροφή. Ετσι όλο και περισσότερο ωριμάζει στους κόλπους της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας η ιδέα πως για να επιβιώσει και να αναπτυχθεί εκ νέου, ένας δρόμος υπάρχει: η επιστροφή στις θεμελιώδεις αρχές της Αριστεράς και η «ρήξη» με τις δυνάμεις της Δεξιάς και της Συντήρησης.
Τον τόνο τον έδωσε την προηγούμενη εβδομάδα στις Βρυξέλλες, όπου ήταν βασικός ομιλητής σε συνέδριο των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών, ο ηγέτης του βρετανικού Εργατικού Κόμματος Τζέρεμι Κόρμπιν. «Οι πολιτικές λιτότητας και ο υποβιβασμός του κράτους κοινωνικής πρόνοιας είναι ιδεολογικές επιλογές με τις οποίες δεν μπορούμε να συμβιβαστούμε» είπε, θέτοντας ως στόχο να κινητοποιήσει στρώματα της κοινωνίας που αισθάνονται αποκλεισμένα και αρνούνται ώς σήμερα να εμπλακούν στην πολιτική και να ψηφίσουν, αρχής γενομένης από τις νεότερες ηλικίες.
Η «επιστροφή στις ρίζες» δείχνει όμως να συγκινεί και από την άλλη πλευρά της Μάγχης, όπως για παράδειγμα το βελγικό Σοσιαλιστικό Κόμμα, που σήμερα βρίσκεται στην αντιπολίτευση ύστερα από 40 χρόνια συμμετοχής σε όλες τις συμμαχικές κυβερνήσεις της χώρας.
«Ολοι αυτοί οι σοσιαλδημοκράτες που κάποτε μας παρέδιδαν μαθήματα πολιτικής ορθότητας εξαφανίστηκαν» τόνισε ο ηγέτης του κόμματος Πολ Μανιέτ στη βελγική «Le Soir», φέρνοντας ως παράδειγμα τον Γερούν Ντεϊσελμπλούμ που «ενσάρκωσε τη σκληρότητα του Eurogroup έναντι της Ελλάδας».
Τη στροφή της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας προς τα αριστερά αναμένεται εξάλλου να στηρίξει και το γερμανικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, γνωρίζοντας πλέον πόσο του στοίχισε η σύμπραξη με τους Χριστιανοδημοκράτες και την Ανγκελα Μέρκελ. Ανάλογες τάσεις αναπτύσσονται στους κόλπους της ιταλικής Αριστεράς, όπως άλλωστε και στη Σουηδία και την Πορτογαλία, τις μόνες δύο χώρες που κυβερνώνται από τις δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατικής Αριστεράς στην Ευρώπη, ενώ σε φάση ανασυγκρότησης θα εισέλθει σταδιακώς και η σοσιαλιστική Αριστερά στη Γαλλία.
Στους κόλπους της Σοσιαλιστικής Ομάδας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εκκολάπτεται σταδιακώς η ιδέα ότι οι ευρωεκλογές του 2019 θα αποτελέσουν σημείο καμπής. Και αυτό, διότι όχι μόνο θα σηματοδοτήσουν το τέλος της σύμπραξης με το κεντροδεξιό Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, η οποία ατύπως υφίσταται εδώ και 40 χρόνια στην Ευρωβουλή, αλλά και διότι θα οδηγήσουν ενδεχομένως στη δημιουργία μιας νέας αριστερόστροφης πολιτικής ομάδας που δεν θα λέγεται Σοσιαλιστική.