Κόκκινο χτυπάει η θαλάσσια ρύπανση από πετρελαιοειδή σε αρκετές περιοχές του Σαρωνικού, σχεδόν δύο μήνες μετά το ναυάγιο του δεξαμενόπλοιου «Αγία Ζώνη ΙΙ».
Και μπορεί με το πέρασμα των ημερών οι συγκεντρώσεις να εμφανίζονται χαμηλότερες –σε σχέση με τις πρώτες μέρες του ναυαγίου -, ωστόσο δεν παύουν, σε αρκετές περιοχές, να παραμένουν πολύ υψηλότερες σε σχέση με τυπικές διακυμάνσεις.
Σύμφωνα με τις τελευταίες μετρήσεις του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ), περιοχές ιδιαίτερα επιβαρυμένες από την πετρελαϊκή ρύπανση είναι τα Σελήνια και η Κυνοσούρα στη Σαλαμίνα, αλλά και τμήματα παραλίας στον Αγιο Κοσμά και τη Γλυφάδα.
Οι τελευταίεςδειγματοληψίες (με δείγμα νερού από τις παράκτιες ζώνες) που πραγματοποιήθηκαν από το ΕΛΚΕΘΕ στις 3, 10 και 23 Οκτωβρίου έδειξαν υψηλές τιμές πετρελαϊκών υδρογονανθράκων που έφτασαν ακόμη και τα 1.200 μικρογραμμάρια ανά λίτρο (10 Οκτωβρίου στον Τύμβο Θεμιστοκλέους στον Πειραιά).
Την ίδια ώρα, και ενώ δεν υπάρχει ολοκληρωμένη εικόνα για την έκταση της ρύπανσης (εκκρεμούν οι αναλύσεις από τα δείγματα του βυθού) και οι δειγματοληψίες από την παράκτια ζώνη δεν είναι ικανές από μόνες τους να αποτυπώσουν την κατάσταση (σε ένα ήδη επιβαρημένο περιβάλλον όπως είναι ο Σαρωνικός), στο υπουργείο Ναυτιλίας στήνουν φιέστες παράδοσης παραλιών…
Τα ανώτατα όρια
Προκειμένου να γίνει κατανοητή η έκταση του προβλήματος, θα πρέπει να σημειωθεί ότι το ανώτατο όριο μέτρησης είναι τα 1.500 μικρογραμμάρια ανά λίτρο (πάνω από αυτό το όριο ό,τι ανιχνεύεται είναι πετρέλαιο).
Επιπλέον, επειδή από τη νομοθεσία δεν έχουν τεθεί όρια για τη μέτρηση υδρογονανθράκων στο νερό, οι επιστήμονες έχουν θεσπίσει –για τις περιοχές όπου δεν υπάρχει ανθρώπινη δραστηριότητα –μια φυσιολογική τιμή που κυμαίνεται από 0,5 έως 2 μικρογραμμάρια πετρελαϊκών υδρογονανθράκων ανά λίτρο. Στον Σαρωνικό –εξαιτίας της μεγάλης κυκλοφορίας πλοίων –οι τιμές που έχουν θεσπιστεί κυμαίνονται κατά μέσο όρο στα 20 μικρογραμμάρια ανά λίτρο.
Πάνω από 1.500 μg/lt
Σημειώνεται ότι στις πρώτες μετρήσεις, όλες οι περιοχές (Αγιος Κοσμάς, παραλίες Γλυφάδας, Τύμβος Θεμιστοκλέους στον Πειραιά, Φλοίσβος, Ναυτικός Ομιλος Αιγυπτιωτών, μαρίνα Γλυφάδας, Ασκληπιείο Βούλας, Μεγάλο Καβούρι και άλλες) που ελέγχθηκαν αντιμετώπιζαν σοβαρό πρόβλημα, μιας και οι τιμές πετρελαϊκών υδρογονανθράκων στο θαλασσινό νερό υπερέβαιναν κατά πολύ το ανώτατο όριο μέτρησης, τα 1.500 μικρογραμμάρια ανά λίτρο.
Οπως προαναφέρθηκε, οι μετρήσεις έγιναν σε δείγματα από την παράκτια ζώνη. Μπορεί να τιμές των συγκεντρώσεων να έχουν αρχίσει να μειώνονται, αλλά δεν υπάρχει συνολική εικόνα του προβλήματος, αφού σε ό,τι αφορά τη μελέτη των δειγμάτων από τον βυθό, αυτή θα ολοκληρωθεί –αν δεν υπάρξει πρόβλημα στη χρηματοδότηση –τον ερχόμενο μήνα. Τα δείγματα από τον βυθό έχουν συλλεχθεί, αλλά δεν έχουν ολοκληρωθεί ακόμη οι αναλύσεις τους.
Στις μετρήσεις που έγιναν στην ανοιχτή θάλασσα (21 και 22 Σεπτεμβρίου) και σε βάθη μέχρι 30 μέτρων από την Ελευσίνα μέχρι την Ανάβυσσο, σύμφωνα με τον διευθυντή ερευνών του ΕΛΚΕΘΕ δρα Γιάννη Χατζανέστη «δεν υπήρξε κανένα πρόβλημα».
«Οι μετρήσεις δείχνουν ότι υπάρχει εκτεταμένη ρύπανση από πετρελαιοειδή η οποία ανιχνεύεται σε μεγάλη απόσταση από την περιοχή του ναυαγίου», υποστηρίζει ο διευθυντής του ελληνικού τμήματος της περιβαλλοντικής οργάνωσης Greenpeace Νίκος Χαραλαμπίδης.
«Οι συγκεντρώσεις μπορεί να εμφανίζονται πλέον χαμηλές, αλλά είναι πάντα ψηλότερες από τις τυπικές διακυμάνσεις 2,5 – 5 μg/lt. Ακόμη και από τις τυπικές τιμές του Σαρωνικού που κυμαίνονται στα 20 μg/lt».
Σύμφωνα με τον Νίκο Χαραλαμπίδη «το μεγάλο κενό για την ώρα είναι η εικόνα της κατάστασης στον πυθμένα του Σαρωνικού».
Οπωςλέει, «μακροσκοπικά γνωρίζουμε ότι ποσότητες μαζούτ έχουν κατακαθίσει σε περιοχές του πυθμένα. Αυτές, σιγά σιγά θα καλυφθούν με άμμο και μπορεί να μείνουν εκεί για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Στο παρελθόν έχουμε εντοπίσει στον πυθμένα πετρελαϊκή ρύπανση η οποία προερχόταν από ατύχημα που είχε γίνει 10 – 15 χρόνια πριν. Το συγκεκριμένο μέρος του πυθμένα μπορεί να θεωρηθεί νεκρό για μεγάλο χρονικό διάστημα και οι επιπτώσεις ποικίλλουν ανάλογα με την έκταση του φαινομένου».
Οι πιο σοβαρές επιπτώσεις
Κατά τον διευθυντή του ελληνικού τμήματος της περιβαλλοντικής οργάνωσης Greenpeace, «οι επιπτώσεις στον πυθμένα είναι οι πιο σοβαρές και είναι αυτές για τις οποίες απαιτείται το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα ώστε να αποκατασταθεί το οικοσύστημα».
Και συμπληρώνει: «Το ΕΛΚΕΘΕ αναμένεται να ξεκινήσει δειγματοληψίες και μετρήσεις του πυθμένα μέσα στον Νοέμβριο. Αυτές λογικά θα φωτίσουν με στοιχεία την κατάσταση που επικρατεί στον πυθμένα».
«Οι μετρήσεις που έχουν γίνει δεν είναι σταθερές (το θαλάσσιο περιβάλλον αλλάζει ανά πάσα στιγμή) γι’ αυτό και παρατηρείται τόσο μεγάλη διακύμανση στα αποτελέσματα» λέει μιλώντας στα «ΝΕΑ» ο διευθυντής του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Προστασίας «Αρχιπέλαγος» Θοδωρής Τσιμπίδης.
Σύμφωνα με τον ίδιο, «τα θαλάσσια ρεύματα, η αλλαγή στην κατεύθυνση των ανέμων κ.ά. συμβάλλουν στο να μην έχουμε μια ξεκάθαρη εικόνα του προβλήματος σε μια ήδη επιβαρημένη από πετρελαιοειδή περιοχή. Η βιασύνη να δείξουμε “καλά αποτελέσματα”, όπως η γρήγορη παράδοση παραλιών δεν είναι καλός σύμβουλος. Πρέπει για τη δημόσια υγεία να έχουμε τα αποτελέσματα από μακροχρόνιες μετρήσεις».
Από το υπουργείο Ναυτιλίας υπάρχει η διαβεβαίωση –μετά και την εντολή τού αρμόδιου υπουργού Παναγιώτη Κουρουμπλής –πως το βυθισμένο δεξαμενόπλοιο θα ανελκυστεί.
Μάλιστα, την περασμένη Παρασκευήέγινε γνωστό πως εστάλη επιστολή στο Κεντρικό Λιμεναρχείο Πειραιά από τον Ομιλο Σπανόπουλος –που έχει αναλάβει την επιχείρηση απορρύπανσης του Σαρωνικού –ότι αρχίζει τις απαραίτητες ενέργειες για την ανέλκυση του «Αγία Ζώνη ΙΙ».
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην επιστολή, η εταιρεία έχει προχωρήσει στις διαδικασίες προετοιμασίας και κινητοποίησης του απαραίτητου εξοπλισμού για την ανέλκυση του ναυαγίου.
Μέσα στο επόμενο διάστημα αναμένεται να υποβληθεί και το απαιτούμενο σχέδιο ανέλκυσης του ναυαγισμένου δεξαμενόπλοιου. Σύμφωνα με πηγές που γνωρίζουν καλά το θέμα, με την υποβολή και έγκριση του σχεδίου ανέλκυσης, η όλη επιχείρηση δεν αναμένεται να διαρκέσει πάνω από έναν μήνα.
Μυστήριο γύρω από το ναυάγιο
Στο μεταξύ, άγνωστος εξακολουθεί να παραμένει ο τρόπος βύθισης του δεξαμενόπλοιου. Τα ερωτήματα που έχουν τεθεί είναι πολλά αλλά επίσημες απαντήσεις δεν υπάρχουν. Υπάρχουν μόνο καταγγελίες, εικασίες και εκτιμήσεις.
Το σίγουρο πάντως είναι ότι το «Αγία Ζώνη ΙΙ» έχει «κάτσει» στον βυθό με τη δεξιά πλευρά. Η πρύμνη (το πίσω μέρος) βρίσκεται σε βάθος 17 μέτρων και η πλώρη (το μπρος τμήμα) σε βάθος 33 μέτρων.
Σύμφωνα με πληροφορίες, στα σημεία που έχουν ερευνήσει οι δύτες (με εξαίρεση τη δεξιά μεριά όπου δεν μπορούν να δουν) δεν έχει εντοπιστεί κάποιο εμφανές ρήγμα που να δικαιολογεί το ναυάγιο.
Από την πλευρά του, ο Νίκος Χαραλαμπίδης θέτει και ένα άλλο ζήτημα. Αυτό της άσκησης πίεσης προς τις ναυτιλιακές και ασφαλιστικές εταιρείες για την άμεση και πλήρη κάλυψη του κόστους των ζημιών.
«Αυτό το θέμα πρέπει να μπει πολύ ψηλά στις προτεραιότητες της κυβέρνησης» λέει. «Το συγκεκριμένο ατύχημα ήταν μια μαύρη σελίδα στην ιστορία της ελληνικής ναυτοσύνης και του υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας συγκεκριμένα, το οποίο στο παρελθόν έχει επιδείξει πολύ μεγαλύτερη σοβαρότητα και αποτελεσματικότητα».
Το σχέδιο ανέλκυσης του μοιραίου δεξαμενόπλοιου
Μέσα στο επόμενο διάστημα αναμένεται να υποβληθεί το απαιτούμενο σχέδιο ανέλκυσης του ναυαγισμένου δεξαμενόπλοιου. Σύμφωνα με πηγές που γνωρίζουν καλά το θέμα, με την υποβολή και έγκριση του σχεδίου ανέλκυσης, η όλη επιχείρηση δεν αναμένεται να διαρκέσει πάνω από έναν μήνα.