Αλλη μια εκλογική αναμέτρηση, άλλη μια εκτίναξη των λαϊκιστών, άλλη μια καθίζηση των Σοσιαλδημοκρατών. Μετά την Ολλανδία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Αυστρία, ήρθε η σειρά η Τσεχίας. Μια χώρα που κανονικά δεν θα έπρεπε να είναι εύκολο θύμα του λαϊκισμού και υποψήφιος δήμιος των Σοσιαλδημοκρατών, καθώς πέρασε, με «σοσιαλιστική» ακριβώς κυβέρνηση, με τις λιγότερες δυνατές συνέπειες τις συμπληγάδες της οικονομικής κρίσης και της μαζικής μετανάστευσης. Κι όμως: όχι μόνο ήρθε έβδομο το κυβερνών κόμμα, αλλά και θριάμβευσε ένας άνθρωπος για τον οποίο αποτελεί τίτλο τιμής να συγκρίνεται με τον Τραμπ. Είναι άραγε αυτή η εκλογική εξέλιξη νομοτέλεια στην Ευρώπη; Η συρρίκνωση της σοβαρής κυβερνητικής Αριστεράς, ως άμεση συνέπεια αυτού του πολιτικού και πολιτιστικού ρεύματος, είναι άραγε αναπόδραστη; Τέτοια ζητήματα θα έπρεπε να συζητούν, και δυστυχώς δεν το έχουν ακόμα κάνει, όλα τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα και βέβαια και οι υποψήφιοι της καθ’ ημάς «Κεντροαριστεράς». Τα ερείσματα από την πραγματική ζωή και τη θεωρία είναι πολλά, τα μόνα που λείπουν είναι η αυτογνωσία και το θάρρος.
Στο πρόσφατο, νηφάλιο (ήδη από τον τίτλο: « Η σοσιαλδημοκρατία σήμερα») και μαζί συναρπαστικό (αφού πρόκειται για πάλη με τις ιδέες), βιβλίο του, ο Ξενοφών Κοντιάδης βάζει τρία μεγάλα λιθάρια σε αυτή τη συζήτηση και μας αφήνει τον δρόμο ανοιχτό να δώσουμε την απάντηση για το τι μπορεί και τι πρέπει να γίνει. Μας θυμίζει την ιστορική διαδρομή της σοσιαλδημοκρατίας, μέσα από την οποία αναδεικνύεται η νίκη του Μπερνστάιν επί του Μαρξ και της πραγματικής δημοκρατίας επί της κομμουνιστικής εκδοχής της. Καθιστά σαφές το βασικό χαρακτηριστικό τη σοσιαλδημοκρατίας, που αποτελεί το δυνατό σημείο της αλλά και, πλέον, την αχίλλειο πτέρνα της: τη σύνθεση. Θεωρία και πράξη της «δημοκρατίας του εφικτού», η σοσιαλδημοκρατία συνθέτει και επιχειρεί να θέσει στην υπηρεσία του κοινωνικού συνόλου στοιχεία της ισότητας και της ελευθερίας, του δημόσιου και του ιδιωτικού, της οικονομικής ανάπτυξης και της ποιότητας ζωής, της αντιπροσωπευτικότητας και της αμεσότητας -αλλά αυτή ακριβώς η πλοήγηση μέσα στην πολυπλοκότητα και τις αποχρώσεις, η γνώση ότι οι μόνες θετικές μεταρρυθμίσεις θα είναι σταδιακές και ατελείς, είναι που την κάνει σήμερα, μαζί με τη φθορά από την εξουσία, έρμαιο στους λαϊκιστές και «ξεπερασμένη» για τις κοινωνίες. Μας μιλά, τέλος, ο Κοντιάδης για αυτό που θα ονόμαζα «τρεις απώλειες» της σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας. Απώλεια «γηπέδου», ζωτικού χώρου, εξαιτίας της παγκοσμιοποίησης, που σάρωσε τα πολιτικά και κοινωνικά της θεμέλια. Απώλεια «ψυχής», επαφής με τους πολίτες, λόγω του τρόπου που άσκησε την εξουσία χωρίς να «αλλάξει τη ζωή» (αυτός είναι κυρίως ο σταυρός μαρτυρίου των ελλήνων Σοσιαλιστών). Και απώλεια «μέσων», πολιτικών εργαλείων, αφού η οικονομική κρίση, που αποτέλεσε την ταφόπλακά της, δεν της επιτρέπει πια να μιλά ούτε για μείωση των ανισοτήτων ούτε για σταδιακές αλλαγές.
Ολα αυτά μας οδηγούν λοιπόν σε αδιέξοδο; Τόσο βαθιές αλλαγές σημαίνουν το τέλος κομμάτων που στήθηκαν ακριβώς πάνω σε μια άλλη ιδέα, και μια άλλη φάση, της δημοκρατίας; Θα μου επιτραπεί να μην απαντήσω με αυτό το κείμενο. Αλλά ρίχνω από τώρα για σπορά τις βασικές ιδέες μου: άλλου είδους αντίληψη της προοδευτικότητας, άλλου ύφους και ήθους άνθρωποι στο τιμόνι.
Ο Κώστας Μποτόπουλος είναι συνταγματολόγος