Δύο εβδομάδες μετά τις πρόωρες βουλευτικές εκλογές της 15ης Οκτωβρίου, που επέφεραν μία σαφή δεξιά στροφή στο πολιτικό σκηνικό της Αυστρίας, και έπειτα από διαβουλεύσεις «ανθρώπινης προσέγγισης», μέσα στην περασμένη εβδομάδα, μεταξύ των δύο μελλοντικών κυβερνητικών εταίρων, ξεκίνησαν την Δευτέρα στη Βιέννη οι καθ΄ αυτό διαπραγματεύσεις σχηματισμού κυβέρνησης συνασπισμού ανάμεσα στο συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα του απερχόμενου υπουργού Εξωτερικών και εντολοδόχου καγκελάριου Σεμπάστιαν Κουρτς και το ακροδεξιό εθνικιστικό Κόμμα των Ελευθέρων του Χάιντς-Κρίστιαν Στράχε.
Οι διαπραγματευτικές ομάδες των δύο κομμάτων, των οποίων ηγούνται οι ίδιοι οι αρχηγοί των δύο κομμάτων, ξεκινούν το έργο τους με μία συνολική ανάλυση της δημοσιονομικής κατάστασης που θα αποτελέσει τη βάση για το προς επεξεργασία κυβερνητικό πρόγραμμα και στη συνέχεια για τη συμφωνία συνασπισμού και την ορκωμοσία της νέας κυβέρνησης που στόχος είναι να γίνει πριν τις γιορτές των Χριστουγέννων.
Σύμφωνα με πολιτικούς αναλυτές στη Βιέννη, οι αποκαλούμενες «δομές» του σχεδίου διαπραγμάτευσης, που συμφωνήθηκαν την περασμένη εβδομάδα, δεν αφήνουν καμία αμφιβολία ότι λαμβάνεται σοβαρά, και από τους δύο μελλοντικούς εταίρους, το προεκλογικό σύνθημα του Σεμπάστιαν Κουρτς πως «είναι καιρός για αλλαγή», με αυτή την αλλαγή να αφορά όλους τους κοινωνικούς και οικονομικούς τομείς.
Οι 25 ειδικές ομάδες που θα σχηματιστούν θα καλύπτουν το συνολικό φάσμα των τομέων που, σύμφωνα τόσο με τον Κουρτς όσο και με τον Στράχε, χρήζουν «αλλαγής», από την υγεία, την εργασία, τις συντάξεις, όπως επίσης την ασφάλεια, την τάξη και την προστασία της πατρίδας, μέχρι την δικαιοσύνη, τις τέχνες και τον πολιτισμό, την ενσωμάτωση και τα μέσα ενημέρωσης.
Πέραν της αναμενόμενης κυβερνητικής συμφωνίας των δύο, οι αναλυτές θεωρούν σχεδόν δεδομένη την πρόθεση στήριξή τους στο μέλλον από το νεοφιλελεύθερο μικρό κόμμα ΝΕΟΣ (Νέα Αυστρία) της αντιπολίτευσης για την επίτευξη συνταγματικής πλειοψηφίας δύο τρίτων και την υπερψήφιση διανοητών και αδιανόητων νομοθετημάτων, κυρίως σε οικονομικά ζητήματα.
Η εβδομαδιαία εφημερίδα “Falter” κάνει ήδη λόγο για συνέχιση της “συντηρητικής αλλαγής” που είχε αρχίσει το 2000 με την ανάληψη της διακυβέρνησης από τον αμφιλεγόμενο συνασπισμό του Λαϊκού Κόμματος του καγκελάριου Βόλφγκανγκ Σιούσελ με το Κόμμα των Ελευθέρων του Γεργκ Χάιντερ, συνασπισμό που κατόρθωσε και παρέμεινε στην εξουσία έως το Δεκέμβριο του 2006.
Ωστόσο, για να φθάσει στην ορκωμοσία του ο νέος κυβερνητικός συνασπισμός των δύο αυτών κομμάτων, ο Σεμπάστιαν Κουρτς θα πρέπει να ξεπεράσει κάποια εμπόδια, όπως εκείνο της κάλυψης των κυβερνητικών θέσεων με στελέχη των Ελευθέρων, των οποίων ο αρχηγός Χάιντς-Κρίστιαν Στράχε, έχει ήδη θέσει ως προϋπόθεση για μία κυβερνητική συνεργασία, την ανάληψη του υπουργείου Εσωτερικών από τον ίδιο.
Αξιωματούχοι του Λαϊκού Κόμματος επισημαίνουν μεν πως είναι άστοχο να ξεκινούν διαπραγματεύσεις με όρους, από την άλλη όμως φέρεται να δίνεται μεγαλύτερη βαρύτητα από την πλευρά του κόμματος τους, στο υπουργείο Κοινωνικών Υποθέσεων, στο οποίο αναλογεί το 15 % του συνολικού προϋπολογισμού και το οποίο, διαθέτοντας, πέρα από τα μεγάλα οικονομικά μέσα και μεγάλα πολιτικά περιθώρια, δεν κρίνεται σκόπιμο να δοθεί στους Ελεύθερους.
Και αυτό για να μην υλοποιήσουν οι Ελεύθεροι — ηγούμενοι του υπουργείου και ανταποκρινόμενοι στην δική τους κομματική πελατεία — τις επί χρόνια λαϊκιστικές, ξενοφοβικές προεκλογικές υποσχέσεις τους για μία πολιτική των κοινωνικών περικοπών απέναντι στους ξένους.
Ερωτηματικό επίσης παραμένει το εάν, παρά τις αναμενόμενες αντιδράσεις σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, ο Κουρτς θα αφήσει το υπουργείο Εξωτερικών στα χέρια των Ελευθέρων, το οποίο οι ίδιοι επίσης ζητούν για το κόμμα τους, με τον Αυστριακό ομοσπονδιακό πρόεδρο Αλεξάντερ Βαν ντερ Μπέλεν να έχει όμως αποσαφηνίσει ήδη την επομένη των εκλογών πως θα εξετάσει επακριβώς τις προτάσεις που θα του γίνουν από τον εντολοδόχο καγκελάριο ως προς τα μέλη της νέας κυβέρνησης.
Αδιαφορώντας προφανώς στις σχετικές προκαταβολικές προειδοποιήσεις των Ελεύθερων για «λογοκρισία» από μέρους του, ο Αυστριακός πρόεδρος στο διάγγελμά του της 26ης Οκτωβρίου με την ευκαιρία της 62ης επετείου της αυστριακής Ανεξαρτησίας και Ουδετερότητας, είχε τονίσει τη σημασία του σεβασμού των θεμελιωδών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων των μειονοτήτων ως σταθερές αξίες, παράλληλα με το Σύνταγμα και το καθεστώς της διαρκούς ουδετερότητας της χώρας.
Απευθυνόμενος προφανώς στην υπό σχηματισμό μελλοντική αυστριακή κυβέρνηση ο Αλεξάντερ Βαν ντερ Μπέλεν είχε επισημάνει σαφέστατα στο διάγγελμά του, πως το αποτέλεσμα των πρόσφατων εκλογών μπορεί μεν να δείχνει τη θέληση για αλλαγή, «ωστόσο απαιτείται μία ακριβής διαφοροποίηση ανάμεσα στα πράγματα που πρέπει να αλλάξουν και σε εκείνα που στη χώρα αποτελούν σταθερές αξίες».