Ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ είπε ότι δεν θα ήθελε την Ευρώπη να αποτελείται από 95 κρατίδια. Και οι πολιτικοί αναλυτές δεν δυσκολεύτηκαν να συμπυκνώσουν αυτόν τον φόβο σε έναν όρο: «βαλκανοποίηση». Είναι αυτό ακριβώς που φοβάται η Γηραιά Ηπειρος, την επανάληψη σε ευρωπαϊκή κλίμακα της εμπειρίας μιας χερσονήσου για την οποία έχει ειπωθεί ότι παράγει περισσότερη ιστορία απ’ όση μπορεί να καταναλώσει.
Τουλάχιστον το τελευταίο κεφάλαιο αυτής της ιστορίας είναι πολύ πρόσφατο για να ξεχαστεί. Και είναι και αυτό που εξηγεί την ομόφωνη στήριξη των ευρωπαϊκών πρωτευουσών στην κεντρική κυβέρνηση της Μαδρίτης –ποιος ξεχνά ότι η Γερμανία, η Αυστρία και το Βατικανό στήριξαν εξαρχής τους κροάτες και τους σλοβένους αυτονομιστές, ενώ οι υπόλοιπες χώρες με επικεφαλής τη Γαλλία τάσσονταν υπέρ της «ενωμένης και δημοκρατικής Γιουγκοσλαβίας»;
Οχι ότι ξεχνούν και οι παλιοί αυτονομιστές που είδαν το όνειρο της ανεξαρτησίας να γίνεται πραγματικότητα. Στη Σλοβενία ακούστηκαν φωνές συμπάθειας από τα πλέον επίσημα χείλη: «Πολλές καρδιές στη Σλοβενία χτυπάνε για τον λαό της Καταλωνίας» δήλωσε ο σλοβένος πρόεδρος Μπόρουτ Παχόρ την 1η Οκτωβρίου, την ημέρα δηλαδή που η κυβέρνηση της Καταλωνίας έστησε κάλπες και η κυβέρνηση της Μαδρίτης έστελνε την αστυνομία για να εμποδίσει τους ψηφοφόρους να φτάσουν σε αυτές.
Οπως σημειώνουν οι «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς», η στάση αυτή είναι κατανοητή. Από την ημέρα που η Σλοβενία κέρδισε την ανεξαρτησία της για πρώτη φορά στην ιστορία της έχουν περάσει μόλις 26 χρόνια. Και για τους Σλοβένους ο παραλληλισμός είναι σαφής: αν αυτοί αισθάνονταν ότι ζούσαν στη γιουγκοσλαβική ομοσπονδία υπό τη σερβική κυριαρχία, γιατί να μην αισθάνονται και οι Καταλανοί το ίδιο απέναντι στους Ισπανούς;
Κάτω από αυτό το πρίσμα, μόνο τυχαίο δεν ήταν το ταξίδι του Κάρλος Πουιτζντεμόν το 1991 στη Σλοβενία. Ενα ταξίδι όμως δεν είναι αρκετό για να μη φανούν και οι διαφορές. Οπως ας πούμε το γεγονός ότι η συμμετοχή στο δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της Σλοβενίας ήταν 90% και άλλο τόσο ήταν το ποσοστό που τάχθηκε υπέρ. Στην Καταλωνία, αντίθετα, το 90% δεν εκφράστηκε από μόλις το 43% των καταλανών πολιτών. Σαφής είναι η διαφορά και στη σύνθεση του πληθυσμού: σύμφωνα με την απογραφή του 2013, το 46% των κατοίκων της Καταλωνίας έχουν ως μητρική γλώσσα τα ισπανικά. Η τρίτη διαφορά είναι και η πλέον πολιτική. Ο Μαριάνο Ραχόι έχει κάνει ασφαλώς πολλά λάθη στη διαχείριση της κρίσης. Οπως όμως σημειώνει ο Τόνι Μπάρμπερ δεν έχει καμία σχέση με τον Φράνκο, τον πρώην δικτάτορα της Ισπανίας. Οπως δεν έχει και με τον Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς.