Ηταν ένα ντιμπέιτ ασφαλές, ήρεμο και, ενίοτε, παραπάνω καθωσπρέπει από όσο προστάζει ο τηλεοπτικός φακός. Για όσους τηλεθεατές, όμως, παρακολούθησαν την πρώτη δημόσια συζήτηση ανάμεσα στους εννέα επίδοξους ηγέτες της ενιαίας Κεντροαριστεράς, οι εκλογές της 12ης Νοεμβρίου δεν αποτελούν πια μια μακρινή προοπτική –έχουν σχεδόν αποκτήσει σάρκα και οστά. Μπορεί η μέχρι τώρα προεκλογική περίοδος να «πνίγηκε» μέσα σε διαφωνίες, όμως η χθεσινοβραδινή τηλεμαχία έδειξε υποψηφίους που πάνω απ’ όλα προκρίνουν την ενότητα, κάνοντας άπαντες, διοργανωτές και ψηφοφόρους, να συνειδητοποιήσουν ότι η «μέρα της κρίσης» πλησιάζει –εξάλλου, οι προσκλήσεις και οι προτροπές για μαζική προσέλευση στην κάλπη μόνον τυχαίες δεν ήταν.

Η συζήτηση, τόσο λόγω του όγκου όσο και λόγω του αριθμού των συμμετεχόντων, εύκολα θα μπορούσε να είναι βαρετή. Οι υποψήφιοι, ωστόσο, εμφανίστηκαν πολύ καλά διαβασμένοι και έτοιμοι, με αρκετούς να κρυφοκοιτούν τις σημειώσεις τους μια στο τόσο. Με την ερώτηση της συντονίστριας Δώρας Αναγνωστοπούλου για τις μετεκλογικές συνεργασίες και την απλή αναλογική, όλοι τους τόνισαν την πρόθεσή τους να δημιουργήσουν μια μεγάλη, ανεξάρτητη προοδευτική παράταξη, αναφέροντας πως η συμφωνία θα είναι προγραμματική. «Δεν θα γίνουμε συμπλήρωμα ούτε του ενός ούτε του άλλου» ήταν η απάντηση της Φώφης Γεννηματά, που δήλωσε διατεθειμένη να καθήσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων όσον αφορά τον εκλογικό νόμο, προτείνοντας μικρότερο μπόνους για το πρώτο κόμμα. Την ίδια πρόταση, με παράλληλο «σπάσιμο» των μεγάλων περιφερειών, πρότειναν επίσης ο Γιώργος Καμίνης, ο Νίκος Ανδρουλάκης και ο Γιάννης Μανιάτης, τονίζοντας ότι «οι συμφωνίες για συγκυβέρνηση είναι πάντα προγραμματικές». Σταύρος Θεοδωράκης και Γιάννης Ραγκούσης κινήθηκαν στις γνωστές τους θέσεις, ο ένας αποκλείοντας συνεργασία με τους «ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ» και ο άλλος με τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Πασοκικό παρελθόν και καρφιά

Οι υποψήφιοι είχαν αρκετές φορές την ευκαιρία να απευθυνθούν στην πασοκική εκλογική βάση. Ο Σταύρος Θεοδωράκης θύμισε το δικό του πέρασμα από τη Νεολαία του κόμματος, ενώ ο Γιάννης Μανιάτης υπερασπίστηκε τις προηγούμενες κυβερνήσεις στις οποίες συμμετείχε, καταλήγοντας πως «ορθά βραβεύτηκε ο Γιώργος Παπανδρέου». Η Φώφη Γεννηματά απέφυγε διπλωματικά να απαντήσει για τα λάθη των προηγούμενων ηγεσιών του κόμματος, ενώ ο Γιάννης Ραγκούσης μίλησε με θερμά λόγια για το κόμμα, τονίζοντας πως «το χρέος του θα μεταφερθεί στον νέο φορέα». Ο Γιώργος Καμίνης, αν και δεν αναφέρθηκε στο ΠΑΣΟΚ, έκανε λόγο για τις «παραδόσεις της δημοκρατικής παράταξης» σε σχέση με το Μεταναστευτικό – Προσφυγικό. Αυτή τη φορά, η ερώτηση του διπλού ρόλου έπεσε στον Νίκο Ανδρουλάκη, ο οποίος ανέφερε πως αν εκλεγεί δεν θα παραιτηθεί από ευρωβουλευτής, καθώς «η θέση του είναι στο κέντρο των ευρωπαϊκών εξελίξεων».

Στον γύρο με τις ερωτήσεις, οι περισσότεροι επέλεξαν να μην απευθυνθούν σε συνυποψήφιό τους, απογοητεύοντας όσους ήλπιζαν σε έντονους διαξιφισμούς. Τα καρφιά, ωστόσο, δεν έλειψαν. Η Φώφη Γεννηματά, απαντώντας στις αιχμές του Γιάννη Μανιάτη («Σταύρος Θεοδωράκης και Φώφη Γεννηματά έδωσαν ό,τι είχαν να δώσουν») σχολίασε την αποτυχία του πρώην υπουργού να εκλεγεί στην Αργολίδα τον Ιανουάριο του 2015, στη δυσκολότερη στιγμή του ΠΑΣΟΚ. Ο Μανιάτης, όταν του ξαναδόθηκε ο λόγος, απάντησε πως έχασε την έδρα λόγω της σφοδρής σύγκρουσής του με τη Χρυσή Αυγή στην περιοχή. Μόνος εναντίον όλων και ο Γιάννης Ραγκούσης, ο οποίος φρόντισε να αναδεικνύει το αντιδεξιό στίγμα του, που τον διαφοροποιεί από τους υπολοίπους, σε κάθε ερώτηση.

Το ζήτημα των Κοινοβουλευτικών Ομάδων

Πολλές από τις ερωτήσεις αφορούσαν την επόμενη μέρα της προοδευτικής παράταξης. Χρειάστηκε, ωστόσο, η ερώτηση του Νίκου Ανδρουλάκη προς τη Φώφη Γεννηματά και τον Σταύρο Θεοδωράκη για να αναδειχθεί η πρώτη κύρια διαφωνία για το μέλλον του χώρου: πρέπει να ενοποιηθούν οι Κοινοβουλευτικές Ομάδες ΔΗΣΥ και Ποταμιού; Ο Σταύρος Θεοδωράκης, απαντώντας, ανέφερε πως «αν οι δύο Κοινοβουλευτικές Ομάδες διαλυθούν, θα δοθεί επιπλέον πλεονέκτημα στον Αλέξη Τσίπρα» –χωρίς αυτό να σημαίνει, ωστόσο, πως δεν θα υπάρχει συνεννόηση μεταξύ τους. Η Γεννηματά συμφώνησε μαζί του, δηλώνοντας πως αυτό «είναι κάτι που έχει συμφωνηθεί» και πως «τηρεί τον λόγο της». Οπως είναι φυσικό, όλοι ανεξαιρέτως οι συνυποψήφιοί τους εξέφρασαν την αντίθεσή τους, επισημαίνοντας πως αυτή η τακτική ενδέχεται να μπερδέψει τους πολίτες και να κάνει κακό στο εγχείρημα –που, ούτως ή άλλως, όπως σχολίασε ο Ανδρουλάκης, «έχει ως στόχο την ενοποίηση του χώρου».

Ερωτώμενοι για το στίγμα τους, οι υποψήφιοι απηύθυναν έκκληση στους πολίτες να προσέλθουν στην κάλπη. «Είμαστε μια ευρεία παράταξη, όμως απόλυτα ξεκάθαρη», τόνισε η Γεννηματά. «Το δύσκολο και το αναγκαίο είναι να μπουν στο παιχνίδι εκείνοι που δεν τους χαρίστηκε ποτέ τίποτα», σχολίασε ο Σταύρος Θεοδωράκης, ενώ ο Γιώργος Καμίνης μίλησε για έναν νέο άξονα «προόδου – συντήρησης», που θα βγάλει τη χώρα από τα δίπολα του παρελθόντος. Οι Νίκος Ανδρουλάκης και Γιάννης Μανιάτης δήλωσαν «ευρωπαίοι σοσιαλιστές και σοσιαλδημοκράτες», ενώ ο Γιάννης Ραγκούσης έκανε λόγο για «θεσμοθέτηση της ανανέωσης».

Η εμφάνιση των «αουτσάιντερ»

Το δικό τους ενδιαφέρον είχαν οι εμφανίσεις των τριών «μικρών» υποψηφίων, του Απόστολου Πόντα, του Κωνσταντίνου Γάτσιου και του Δημήτρη Τζιώτη. Ο Πόντας, ως επικεφαλής της ΕΔΕΜ, αναδείχθηκε εκπρόσωπος της ΔΗΣΥ, βάζοντας στο παιχνίδι της επόμενης μέρας τις συνιστώσες του τωρινού σχηματισμού και επισημαίνοντας πως «κανείς δεν πρέπει να τους επιβάλλει την αυτοδιάλυσή του». Ο Γάτσιος διατήρησε το συγκρατημένο, ακαδημαϊκό του προφίλ, αναφέροντας πως «η παράταξη δεν είναι ο σκοπός, αλλά το μέσο». Ιδιαίτερη φιγούρα ήταν και ο Δημήτρης Τζιώτης, ο οποίος με τον χαρακτηριστικό τρόπο ομιλίας που υιοθέτησε προξένησε «πανικό» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Σε κάθε περίπτωση, φαίνεται πως σ’ αυτήν την τηλεμαχία οι υποψήφιοι δοκίμαζαν τα όριά τους. Η υπόσχεση της επόμενης Δευτέρας και της δεύτερης τηλεοπτικής αναμέτρησής τους κάνει τη συζήτηση ακόμα πιο ενδιαφέρουσα. Αν και το επόμενο ντιμπέιτ πάει καλά, άλλωστε, αυξάνονται οι πιθανότητες για ένα τρίτο, αυτή τη φορά ανάμεσα στους δύο που θα προκριθούν στον δεύτερο γύρο.