Ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε τη Δευτέρα τη σύλληψη στη Λιβύη του Μουστάφα αλ Ιμάμ, ο οποίος κατηγορείται πως ενέχεται στην επίθεση εναντίον του αμερικανικού διπλωματικού προσωπικού στη Βεγγάζη το 2012, όταν είχαν χάσει τη ζωή τους τέσσερις άνθρωποι, συμπεριλαμβανομένου του πρεσβευτή των ΗΠΑ.
«Χθες (σ.σ. προχθές Κυριακή), βάσει διαταγών μου, οι ΗΠΑ συνέλαβαν τον Μουστάφα αλ Ιμάμ στη Λιβύη», ανέφερε ο Τραμπ σε ανακοίνωση στην οποία δεν δίνεται κανένα στοιχείο για τον ακριβή ρόλο του προσώπου αυτού στην επίθεση, που είχε προκαλέσει σοκ σε πολλούς Αμερικανούς.
«Χάρη σε αυτήν την επιχείρηση που στέφθηκε με επιτυχία, ο αλ Ιμάμ θα οδηγηθεί ενώπιον της δικαιοσύνης των ΗΠΑ για το φερόμενο ρόλο του στην επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου 2012 στη Βεγγάζη», προστίθεται στην ανακοίνωση, χωρίς να διευκρινίζονται οι συνθήκες υπό τις οποίες έγινε η σύλληψη.
«Δεν θα χαλαρώσουμε τις προσπάθειές μας για τον εντοπισμό των δραστών αυτών των ειδεχθών επιθέσεων και την προσαγωγή τους ενώπιον της δικαιοσύνης», συνέχισε ο Τραμπ.
Αλλος ένας Λίβυος, ο Αχμεντ Αμπού Χατάλα, δικάζεται το τρέχον διάστημα στην Ουάσιγκτον για εκείνη την επίθεση, τρία χρόνια μετά τη σύλληψή του από μέλη των αμερικανικών Ειδικών Δυνάμεων και τη μεταγωγή του με πλοίο στις ΗΠΑ.
Τι είχε συμβεί
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο Χατάλα ανήκε σε ομάδα περίπου είκοσι ενόπλων που εισέβαλαν το βράδυ της 11ης Σεπτεμβρίου 2012 στο διπλωματικό συγκρότημα πριν βάλουν φωτιά στη βίλα όπου βρισκόταν ο αμερικανός πρεσβευτής Κρις Στίβενς κι ένας υπάλληλος, ο Σον Σμιθ.
Και οι δύο πέθαναν από ασφυξία. Λίγο αργότερα, οι δράστες της επίθεσης άνοιξαν πυρ με όλμους εναντίον κτιρίου που χρησιμοποιούσε η CIA σε άλλη συνοικία της Βεγγάζης. Οι όλμοι σκότωσαν τους Γκλεν Ντόχερτι και Ταϊρόν Γουντς, δυο πρώην μέλη των Seals, μονάδας των αμερικανικών Ειδικών Δυνάμεων.
Ο Μουστάφα αλ Ιμάμ, ηλικίας «περίπου 46 ετών», διώκεται διότι φέρεται να «σκότωσε πρόσωπο κατά τη διάρκεια επίθεσης εναντίον ομοσπονδιακού κτιρίου με τη χρήση πυροβόλου όπλου» για να προσφέρει «υλική υποστήριξη σε τρομοκράτες» καθώς και για «οπλοχρησία κατά τη διάπραξη εγκλήματος», σύμφωνα με ανακοίνωση που δόθηκε στη δημοσιότητα από τις υπηρεσίες της εισαγγελέως της Ουάσιγκτον Τζέσι Κ. Λιού.
Πήραν πολιτική χροιά
Οι επιθέσεις της Βεγγάζης είχαν πάρει πολύ γρήγορα πολιτική χροιά στις ΗΠΑ, με τους Ρεπουμπλικάνους να κατηγορούν την τότε υπουργό Εξωτερικών – και μετέπειτα υποψήφια των Δημοκρατικών για την προεδρία – Χίλαρι Κλίντον ότι προσπάθησε αρχικά να αποκρύψει την τρομοκρατική διάσταση της υπόθεσης.
Η Κλίντον υπεραμύνθηκε των αποφάσεών της ενώπιον επιτροπής του Κογκρέσου σε μαραθώνια, 11ωρη συνεδρίαση τον Οκτώβριο του 2015. Επειτα από δύο χρόνια ερευνών, δεν υπήρξε καμιά συνταρακτική αποκάλυψη περί δικών της σφαλμάτων ή παραλείψεων όσον αφορά τις επιθέσεις.
Η ανακοίνωση της σύλληψης έγινε την ίδια μέρα που αποκαλύφθηκε η παραπομπή τριών πρώην στελεχών της εκστρατείας του Τραμπ στη δικαιοσύνη, στο πλαίσιο της έρευνας του ειδικού εισαγγελέα Ρόμπερτ Μιούλερ για τη φερόμενη σύμπραξη της εκστρατείας του νυν προέδρου με τη Ρωσία.