Τους 150.000 φτάνουν οι πρόσφυγες και οι μετανάστες που έχουν φτάσει στην Ευρώπη, μέσω της Μεσογείου στο διάστημα Ιανουαρίου – Οκτωβρίου 2017, σύμφωνα με τον τελευταίο απολογισμό του Παγκόσμιου Οργανισμού Μετανάστευσης (IOM), ενώ τουλάχιστον 2.826 έχουν πνιγεί ή αγνοούνται στη θάλασσα.
Οι αφίξεις στην Ισπανία έχουν τριπλασιαστεί, σύμφωνα με τον IOM, με περισσότερες από 14.000 να έχουν καταγραφεί φέτος σε σχέση με 5.445 πέρυσι.
Αντίθετα στην Ιταλία οι αφίξεις μειώθηκαν κατά 30% τους δέκα πρώτους μήνες του έτους: 111.000 έναντι σχεδόν 160.000 το 2016, σύμφωνα με τα στοιχεία του ιταλικού υπουργείου Εσωτερικών.
Έως το τέλος Ιουνίου οι αφίξεις στην Ιταλία σημείωναν αύξηση κατά σχεδόν 20%, όμως η τάση αυτή άρχισε να αναστρέφεται από τα μέσα Ιουλίου, κυρίως μετά τις αμφιλεγόμενες συμφωνίες μεταξύ των αρχών, των φυλών και, σύμφωνα με πολλές λιβυκές πηγές τις οποίες η Ρώμη διαψεύδει, κάποιων παραστρατιωτικών οργανώσεων στη Λιβύη.
Στα μέσα Οκτωβρίου η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR) είχε ανακοινώσει ότι εντόπισε περισσότερους από 14.500 πρόσφυγες που κρατούνταν από διακινητές μέσα και γύρω από τη Σαμπράτα, μια πόλη στη δυτική Λιβύη.
Κλεισμένοι μέσα σε σπίτια, αποθήκες και φάρμες περιέγραψαν «σοκαριστικής έκτασης βασανιστήρια και κακοποιήσεις», είχε προσθέσει η UNHCR, εκτιμώντας ότι ακόμη 6.000 πρόσφυγες είναι πιθανό να κρατούνται στην περιοχή αυτή.
Παράλληλα η υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κυρίως της Ιταλίας επέτρεψε στην ακτοφυλακή της Λιβύης να σταματήσει χιλιάδες πρόσφυγες το 2017, κυρίως μέσα στα λιβυκά χωρικά ύδατα.
Την Τρίτη το πλοίο Aquarius, το οποίο έχουν ναυλώσει η μη κυβερνητική οργάνωση SOS Μεσόγειος και οι Γιατροί χωρίς Σύνορα (MSF) και εστάλη από την ιταλική ακτοφυλακή για να βοηθήσει δύο πλοιάρια που κινδύνευαν περισσότερα από 30 μίλια μακριά από τις ακτές της Λιβυής, είδε την ακτοφυλακή της χώρας να διασώζει τους σχεδόν 300 πρόσφυγες και να τους μεταφέρει στην ακτή.
«Κανείς δεν θα πρέπει να στέλνεται πίσω στη Λιβύη», κατήγγειλαν οι MSF στο Twitter, την ώρα που ελλείψει επαρκών ελέγχων οι πρόσφυγες που διασώζονται στη θάλασσα συχνά υποβάλλονται σε ένα νέο γύρο βασανιστηρίων.
Η μεγάλη μείωση της θαλάσσιας δραστηριότητας και οι απειλές της λιβυκής ακτοφυλακής έχουν ωθήσει πολλές ΜΚΟ να αναστείλουν τις επιχειρήσεις τους, τους τελευταίους μήνες, αφήνοντας στη Μεσόγειο μόνο λίγα πλοία ανθρωπιστικών οργανώσεων και κάποια πολεμικά πλοία ευρωπαϊκών χωρών.
Στο πλαίσιο αυτό ο Διεθνής Ναυτιλιακός Οργανισμός πραγματοποίησε τη Δευτέρα μια διάσκεψη στο Λονδίνο με θέμα τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα εμπορικά πλοία που περνούν από τα ανοικτά της Λιβύης και τα οποία συχνά κινητοποιούνται για να σώσουν πρόσφυγες, αν και δεν διαθέτουν τα μέσα.
Σύμφωνα με τον Οργανισμό, η συνδρομή των εμπορικών πλοίων ζητείται τα τελευταία χρόνια στο 10% των επιχειρήσεων διάσωσης: 112 φορές το 2016 και το 2017 ήδη 101.
«Οι κυβερνήσεις και τα εμπορικά πλοία θα συνεχίζουν να διεξάγουν επιχειρήσεις διάσωσης, όμως πρέπει να αναπτυχθούν ασφαλείς και νόμιμες εναλλακτικές μετανάστευσης», δήλωσε ο Κίτακ Λιμ, γενικός γραμματέας του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού που υπάγεται στον ΟΗΕ.