Το πρωί της Δευτέρας, ο Ντόναλντ Τραμπ σηκώθηκε πριν καν χαράξει: γνώριζε ήδη από την Παρασκευή, χάρη σε αμερικανικά Μέσα που απεχθάνεται όπως το CNN, τη ρωσική βόμβα που ερχόταν, αγνοούσε όμως το ακριβές περιεχόμενό της. Πέρασε όλο το πρωινό καρφωμένος στην τηλεόραση, στα ιδιαίτερα διαμερίσματά του στον Λευκό Οίκο, παίζοντας, σύμφωνα με την αναπαράσταση που έκανε η «Washington Post» βασισμένη σε 20 συνεντεύξεις με ανώτερους αξιωματούχους της κυβέρνησής του και άλλους συνεργάτες του, τον «εξοργισμένο επικριτή των μίντια, τον νομικό αναλυτή και τον ειδικό στην αντιμετώπιση κρίσεων». Παρ’ όλα αυτά, ο Τραμπ αισθάνθηκε σε ένα πρώτο στάδιο δικαιωμένος: οι κατηγορίες που είχαν απαγγελθεί, βάσει της έρευνας του ειδικού εισαγγελέα Ρόμπερτ Μιούλερ, στον πρώην επικεφαλής της προεκλογικής του εκστρατείας Ρόμπερτ Μάναφορτ καθώς και στον υπαρχηγό του Ρικ Γκέιτς αφορούσαν ως επί το πλείστον παλαιότερες δραστηριότητές τους. Και πουθενά στο κατηγορητήριο δεν υπήρχε αναφορά στον ίδιο τον Τραμπ και στην προεκλογική εκστρατεία του, ούτε υπόνοια για οποιαδήποτε συνέργεια με τη Ρωσία ώστε να αλλοιωθεί το αποτέλεσμα των αμερικανικών προεδρικών εκλογών. «…δεν υπάρχει ΚΑΜΙΑ ΣΥΜΠΑΙΓΝΙΑ» τουιτάρισε ο αμερικανός πρόεδρος στις 10.28 π.μ. Αλλά οι πανηγυρισμοί του αποδείχθηκαν πρόωροι.
Δικαστικά έγγραφα που αποσφραγίστηκαν λίγα λεπτά αργότερα αποκάλυψαν πως ο Τζορτζ Παπαδόπουλος, πρώην σύμβουλος εξωτερικής ασφάλειας του Ρεπουμπλικανού υποψηφίου, είχε ομολογήσει πως είχε δώσει ψευδείς καταθέσεις στο FBI, στο πλαίσιο της έρευνας για τη Ρωσία, και ειδικότερα όσον αφορά τις προσπάθειές του να φέρει σε επαφή τον Τραμπ και τον Πούτιν: η σαφέστερη μέχρι στιγμής απόδειξη συνάφειας ανάμεσα στο προεκλογικό επιτελείο Τραμπ και σε ρώσους αξιωματούχους. Η οργή του Τραμπ ήταν τη Δευτέρα εμφανής σε όλους όσοι είχαν οποιαδήποτε αλληλεπίδραση μαζί του και η ατμόσφαιρα στους διαδρόμους του Λευκού Οίκου ήταν βαριά, γεμάτη φόβο για το άγνωστο και εικασίες για τις επόμενες κινήσεις του ειδικού εισαγγελέα. Ο ίδιος ο αμερικανός πρόεδρος άφησε το απόγευμα της Δευτέρας την εκπρόσωπο του Λευκού Οίκου να υποστηρίξει πως ο ρόλος του Τζορτζ Παπαδόπουλου στην προεκλογική εκστρατεία ήταν «εξαιρετικά περιορισμένος», μια «θέση εθελοντή», και πως οποιαδήποτε πρωτοβουλία ανέλαβε ήταν «αποκλειστικά δική του». Εκείνος έσπασε τη σιωπή του χθες το πρωί, με τον γνωστό του τρόπο, μια σειρά από tweets. «Λίγοι άνθρωποι γνώριζαν τον νεαρό, χαμηλόβαθμο εθελοντή, ονόματι Τζορτζ, που έχει ήδη αποδειχθεί ψεύτης» έγραψε, προσθέτοντας: «Ερευνήστε τους ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΥΣ!».
Δυστυχώς για τον Τραμπ, ωστόσο, ήταν πολύ εύκολο να αποδειχθεί πως ο ίδιος, σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στην «Washington Post» στις 21 Μαρτίου του 2016 σχετικά με τη νέα ομάδα εξωτερικής πολιτικής του, είχε περιγράψει τον Παπαδόπουλο ως έναν «ειδικό σε θέματα ενέργειας και πετρελαίου, έναν εξαιρετικό τύπο».
Και δέκα ημέρες αργότερα, στις 31 Μαρτίου, είχε ανεβάσει στο Instagram μια φωτογραφία με λεζάντα «συνάντηση με την ομάδα εθνικής ασφάλειάς μου», όπου ο Παπαδόπουλος εικονίζεται να κάθεται τέσσερις θέσεις πιο πέρα από αυτόν, στα δεξιά του. Στη διάρκεια εκείνης της συνάντησης, ο Παπαδόπουλος είπε, σύμφωνα με το FBI, στον Τραμπ και τους υπόλοιπους πως μπορούσε να κανονίσει μια ρηξικέλευθη συνάντηση ανάμεσα στον Ρεπουμπλικανικό υποψήφιο και τον ρώσο πρόεδρο. Είχε ήδη έρθει σε επαφή με τον μυστηριώδη «καθηγητή» που επρόκειτο να του πει στα τέλη Απριλίου, στη διάρκεια προγεύματος σε ένα «ξενοδοχείο του Λονδίνου», πως οι Ρώσοι έχουν «βρώμες» για τη Χίλαρι Κλίντον υπό τη μορφή «χιλιάδων e-mail». Το στρατόπεδο των Δημοκρατικών δεν γνώριζε εκείνη την περίοδο πως είχε πέσει θύμα χακαρίσματος. Το ανακάλυψε λίγες εβδομάδες αργότερα, το δε σκάνδαλο δημοσιοποιήθηκε τον Ιούνιο, δύο μήνες αφότου το έμαθε ο «εξαιρετικός» Τζορτζ Παπαδόπουλος.