Εχοντας συνθηκολογήσει πλέον με το παράλογο της ελληνικής καθημερινότητας, έτσι όπως καταγράφεται στην ειδησεογραφία, με σοκ και δέος ζω την κορύφωση της διεθνούς εβδομάδας αντισπισιστικής δράσης. Αυτήν που το Μέτωπο Απελευθέρωσης Ζώων – Αντισπισιστικός Πυρήνας Σφυροφόρων Καταδρομέων, αφού προέβη στην υψηλής επαναστατικής σημειολογίας πράξη, να σπάσει δηλαδή το χασάπικο του Κώστα στα Εξάρχεια, εξήγγειλε ότι θα γιορτάσει προκαλώντας «μαυροπράσινο χάος στις γειτονιές των μεγάλων και των μικρών πόλεων». Διότι δεν μας φτάνουν οι ουρές της καμήλας και η ταλαιπωρία για την παραλαβή της προσωποποιημένης κάρτας, πρέπει να διαχειριστούμε και τον αντισπισισμό. Και αφού ο αντιαμερικανισμός μάς τελείωσε, η επόμενη πορεία μπορεί να γίνει από το Πολυτεχνείο προς τη Βαρβάκειο με σύνθημα «Σπισιστές, φονιάδες των αμνών». Ή των γαλοπουλών, λόγω ημερών, για να κλείσουμε το μάτι και στο Thanksgiving. Μπορούμε επίσης να καίμε στους δρόμους ψαρονέφρια.
Στο σημείο αυτό θα έπρεπε, κανονικά, να πω «ας σοβαρευτούμε». Δεν ξέρω όμως τι νόημα μπορεί να έχει μια τέτοια προτροπή αναφορικά με ένα θέμα που η σοβαρότητά του αναδεικνύεται σε συνάρτηση με την ιλαρότητά του. Το κείμενο αυτών των σφυροφόρων του κοτομπέικον θα μπορούσε να έχει γραφτεί στη χρυσή εποχή των επιθεωρήσεων της Ελεύθερης Σκηνής. Ωστόσο, το παιδικό, άναρθρο και με χάρτινο ιδεολογικό υπόβαθρο μίσος που αναδίνει και οραματίζεται σπάσιμο χασάπικων και βανδαλισμούς pet shops, μπορεί να ξεχειλώνει τα όρια της γραφικότητας και να προκαλεί γέλιο, τεκμηριώνεται όμως με τραμπούκικη βία που διαταράσσει την ήδη διαταραγμένη από την ανομία καθημερινότητα. Κι εκεί ακριβώς είναι η παγίδα. Ο γραφικός τραμπούκος είναι το ίδιο ακριβώς τραμπούκος με τους χρυσαυγίτες που πλακώνουν στις μπουνιές γυναίκες στη δίκη για τον φόνο του Παύλου Φύσσα.