Την ίδρυση ισραηλινών οικισμών στα παλαιστινιακά εδάφη κατήγγειλε η πρωθυπουργός της Βρετανίας Τερέζα Μέι, λέγοντας ότι αποτελούν «εμπόδια» για την ειρήνη στη Μέση Ανατολή, υποδεχόμενη στο Λονδίνο τον ισραηλινό ομόλογό της Μπενιαμίν Νετανιάχου, με την ευκαιρία της συμπλήρωσης ενός αιώνα από τη Διακήρυξη του Μπάλφουρ.

«Είμαι βέβαιη ότι θα συζητήσουμε το θέμα της ειρηνευτικής διαδικασίας και θα ήθελα να μιλήσω για αυτά που εμείς θεωρούμε εμπόδια και δυσκολίες, κυρίως για τους παράνομους οικισμούς» είπε η Μέι στη συνάντηση που είχε με τον Νετανιάχου στην πρωθυπουργική κατοικία, στην Ντάουνινγκ Στριτ.

Πρόσθεσε ότι το Λονδίνο «παραμένει δεσμευμένο στη λύση των δύο κρατών».

Ο Νετανιάχου από την πλευρά του είπε και αυτός ότι το Ισραήλ και ο ίδιος προσωπικά επιδιώκει την ειρήνη. Κάλεσε όμως ταυτόχρονα τους Παλαιστίνιους «να αποδεχτούν, 100 χρόνια μετά τη Διακήρυξη του Μπάλφουρ, το εβραϊκό κράτος», προσθέτοντας ότι «όταν το κάνουν, ο δρόμος προς την ειρήνη θα καταστεί απείρως πιο σύντομος. Η ειρήνη θα καταστεί τότε δυνατή».

Την ίδια στιγμή στην Δυτική Όχθη, στη Γάζα και την Ανατολική Ιερουσαλήμ χιλιάδες Παλαιστίνιοι, πραγματοποίησαν διαδηλώσεις για την επέτειο συμπλήρωσης 100 ετών από τη Διακήρυξη Μπάλφουρ, το κείμενο που άνοιξε τον δρόμο για τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ.

Για τους Παλαιστίνιους, η Διακήρυξη αυτή ήταν η αρχή της “καταστροφής”, δηλαδή της ίδρυσης του εβραϊκού κράτους, το 1948, που σημαδεύτηκε από τη φυγή ή την εκδίωξη 750.000 ανθρώπων και μια ισραηλινοπαλαιστινιακή σύγκρουση που διαρκεί 70 χρόνια.

«Αυτή η κατάσταση είναι άνευ προηγουμένου, οι εγκληματίες να γιορτάζουν το έγκλημά τους. Το ότι η πρωθυπουργός της Βρετανίας επιμένει να γιορτάσει, αυτό σημαίνει ότι επιμένουν στην καταπίεση του παλαιστινιακού λαού», σχολίασε ένας Παλαιστίνιος αξιωματούχος, ο Μαχμούντ Αλ Αλούλ, μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο.

Εν τω μεταξύ ο Νετανιάχου, στις συνομιλίες που είχε με τη Μέι, έκανε επίσης λόγο για την «απειλή» που συνιστά το Ιράν, μια χώρα που είναι «αποφασισμένη να κυριαρχήσει στην περιοχή και να αναπτύξει πυρηνικά όπλα», όπως υποστήριξε.

Ζήτησε κυρίως να «διορθωθεί η συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης η οποία, όπως είπε, έχει πολλά “σφάλματα”. Υπογράμμισε όμως ότι δεν επιθυμεί την κατάργηση της συμφωνίας, μολονότι τον Σεπτέμβριο είχε ζητήσει από τις μεγάλες δυνάμεις “είτε να την αναθεωρήσουν είτε να την ακυρώσουν».

«Παραμένουμε δεσμευμένοι σε αυτή τη συμφωνία» του απάντησε η Μέι.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ αρνήθηκε στις 13 Οκτωβρίου να «επιβεβαιώσει» ότι το Ιράν τηρεί τη συμφωνία και απείλησε ότι η χώρα του θα αποσυρθεί από αυτήν αν δεν ικανοποιηθούν τα αιτήματά του. Η συμφωνία, που επιτεύχθηκε τον Ιούλιο του 2015 μετά από πολυετείς διαπραγματεύσεις, προβλέπει τη σταδιακή και υπό όρους άρση των κυρώσεων σε βάρος του Ιράν, το οποίο από την πλευρά του δεσμεύεται να περιορίσει το πυρηνικό του πρόγραμμα αποκλειστικά για ειρηνικούς σκοπούς και να μην αποκτήσει πυρηνικά όπλα.