Αυστηροποίηση του πλαισίου για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά με στόχο να απομονωθούν οι στρατηγικοί κακοπληρωτές έρχεται έως το τέλος του χρόνου.
Παρά το γεγονός ότι η ισχύς του νόμου παύει τυπικά στις 31 Δεκεμβρίου του 2018 και η κυβέρνηση είχε δηλώσει ότι το θέμα δεν πρόκειται να απασχολήσει τις διαπραγματεύσεις που βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη για την τρίτη αξιολόγηση, οι τράπεζες έθεσαν θέμα προς τους θεσμούς και την κυβέρνηση για την κατάργηση του νόμου, επικαλούμενες το καταφύγιο που δίνει σε στρατηγικούς κακοπληρωτές. Ετσι ένα ιδιότυπο μπρα ντε φερ μεταξύ τραπεζών, κυβέρνησης και θεσμών εξελίσσεται για την τύχη του νόμου Κατσέλη.
Επιχείρημα για τις τράπεζες αποτελεί η στρέβλωση που έχει δημιουργήσει σε ορισμένες περιπτώσεις η υπαγωγή στις διατάξεις του νόμου δανειοληπτών οι οποίοι τις χρησιμοποιούν για να κερδίσουν χρόνο και να μην πληρώσουν τις οφειλές τους, ενώ μπορούν, αλλά και η κατάχρηση που γίνεται ακόμα και αναφορικά με το θέμα των εύλογων δαπανών διαβίωσης και της αποδοχής τους, όταν ορισμένες υποθέσεις φτάνουν στο δικαστήριο. Από τα στοιχεία των τραπεζών προκύπτει ότι περισσότεροι από δύο στους δέκα δανειολήπτες που έχουν υποβάλει αίτηση υπαγωγής στον νόμο στο παρελθόν –όταν τα κριτήρια ήταν πιο ελαστικά –χαρακτηρίζονται ως στρατηγικά κακοπληρωτές, με το ποσό των οφειλών τους να ξεπερνά τα 25 δισ. ευρώ και τις υποθέσεις τους να αναμένονται να εκδικαστούν την επόμενη πενταετία.
Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, η απάντηση των θεσμών αναφορικά με το αίτημα των τραπεζών περί κατάργησης του νόμου ήταν αρνητική. Ωστόσο, στη συζήτηση που έγινε διατυπώθηκαν οι ενστάσεις για τις δυσλειτουργίες του νόμου, ορισμένες από τις οποίες βρίσκουν σύμφωνη και την πλευρά του υπουργείου Οικονομίας. Μάλιστα, από τον Σεπτέμβριο η Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους έχει ξεκινήσει να επεξεργάζεται σημεία του νόμου που θα μπορούσαν να βελτιώσουν τη λειτουργία του, όπως για παράδειγμα η επιτάχυνση της εκδίκασης υποθέσεων από τα ειρηνοδικεία, καθώς οι καθυστερήσεις σε ορισμένα, όπως αυτό του Πειραιά, είναι εξαιρετικά μεγάλες.
Οι θεσμοί ζήτησαν από τις τράπεζες αλλά και την ελληνική κυβέρνηση να διατυπώσει συγκεκριμένες προτάσεις, οι οποίες θα συζητηθούν στην επόμενη επίσκεψή τους στην Αθήνα στα τέλη Νοεμβρίου και εφόσον συμφωνηθούν θα ψηφιστούν για να ισχύσουν από την 1η Ιανουαρίου 2018 και μέχρι τη λήξη του νόμου. «Ο νόμος για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά είναι ένας νόμος ο οποίος δημιουργήθηκε για να λύσει προβλήματα που δημιούργησε η οικονομική κρίση. Αρα δεν υπάρχει θέμα κατάργησής του εφόσον δεν εκλείψουν οι λόγοι αυτοί. Ωστόσο, σε αρκετές περιπτώσεις έγινε κατάχρησή του» παραδέχεται κυβερνητικός παράγοντας. Σύμφωνα με τον ίδιο, ένα πλαίσιο αλλαγών στον νόμο για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, προκειμένου να ξεχωρίσουν τους στρατηγικά κακοπληρωτές από εκείνους που πληρούν τα κριτήρια και έχουν πραγματικά ανάγκη, είναι προς τη σωστή κατεύθυνση και θα πρέπει να γίνουν, καθώς σήμερα η οριζόντια αντιμετώπιση δημιούργησε δυσλειτουργίες.
ΑΝΑΖΗΤΟΥΝ ΛΥΣΗ. Το γεγονός ότι το 25% των κόκκινων δανείων αφορά στρατηγικούς κακοπληρωτές κάνει τις τράπεζες να αναζητούν λύση στο πρόβλημα καθώς, αν αντιμετωπιστεί, μπορούν ευκολότερα να επιτύχουν τους στόχους τους για τη μείωση των κόκκινων δανείων που έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους έως το τέλος του 2019. Στο πλαίσιο των προτάσεων που έχουν τεθεί στις πρώτες επαφές, οι τράπεζες έχουν ζητήσει να επανέλθει η υποχρεωτική εξωδικαστική διευθέτηση της αίτησης του δανειολήπτη, πριν αυτή φτάσει στο δικαστήριο. Στις αλλαγές του νόμου που είχαν γίνει όταν ήταν υπουργός Οικονομίας ο Γιώργος Σταθάκης η υποχρεωτική εξωδικαστική διευθέτηση είχε καταργηθεί, καθώς τότε καταναλωτικές οργανώσεις αλλά και νομικοί είχαν υποστηρίξει ότι οι τράπεζες στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν προχωρούσαν στην εξωδικαστική διευθέτηση αγνοώντας τα αιτήματα των δανειοληπτών ή οι προτάσεις τους για ρυθμίσεις ήταν απαγορευτικές για τους δανειολήπτες.
Ωστόσο, η κατάργηση της υποχρεωτικότητας οδήγησε το σύνολο των υποθέσεων στα δικαστήρια, καθώς εκεί αρκετοί δανειολήπτες εκτιμούν ότι θα έχουν καλύτερη έκβαση της υπόθεσής τους και θα επιτύχουν μεγάλο κούρεμα ή διαγραφή, ενώ στην περίπτωση των κακοπληρωτών σημαντική καθυστέρηση. Τώρα οι τράπεζες ζητούν την επαναφορά της ως υποχρεωτικού βήματος πριν η υπόθεση να φτάσει στο δικαστήριο, ζητώντας να έχουν δικαίωμα και οι ίδιες να υποβάλλουν το σχετικό αίτημα όπως γίνεται και στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης των επιχειρηματικών οφειλών, και μάλιστα μέσω της πλατφόρμας του εξωδικαστικού μηχανισμού. Η θέση αυτή βρίσκει επί της αρχής σύμφωνη την κυβέρνηση, ωστόσο διατηρεί επιφυλάξεις αναφορικά με το κόστος της διαδικασίας που θα επιβαρύνει τους δανειολήπτες, κάτι το οποίο πρέπει να εξεταστεί.
Η ΑΡΣΗ ΤΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ. Αλλο αίτημα από την πλευρά των τραπεζών είναι η άρση του τραπεζικού απορρήτου του δανειολήπτη, όπως ισχύει και στον εξωδικαστικό μηχανισμό για τις οφειλές των επιχειρήσεων. Μάλιστα, ο έλεγχος ζητούν να γίνεται και για όσους ήδη έχουν κάνει αίτηση υπαγωγής στον νόμο για τα υπερχρεωμένα και αναμένουν εκδίκαση της υπόθεσής τους. Σε αυτό συμφωνεί και το υπουργείο Οικονομίας καθώς έτσι θα μπορούν να αποκλείονται εξαρχής οι στρατηγικοί κακοπληρωτές, οι οποίοι ενώ έχουν οφειλές, διατηρούν καταθέσεις σε πιστωτικά ιδρύματα ή διαθέτουν ακίνητη περιουσία, την οποία αποκρύπτουν αρχικά, και στη συνέχεια παραιτούνται από τη διαδικασία, έχοντας όμως κερδίσει σημαντικό χρόνο μην πληρώνοντας τις υποχρεώσεις τους.
χαρακτηριστικό ότι περίπου 20.000 δανειολήπτες είναι αυτοί που έχουν παραιτηθεί διαδικασιών όταν έφτασε η ημερομηνία της εκδίκασης της υπόθεσής τους. Ωστόσο, για μεγάλο χρονικό διάστημα έχουν παγώσει τις διαδικασίες και τα αναγκαστικά μέτρα εκτέλεσης εις βάρος τους