Η συνομιλία του αμερικανού ιστορικού και καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ Τίμοθι Σνάιντερ με τον Τόνι Τζαντ «Σκέψεις για τον 20ό Αιώνα» (εκδ. Αλεξάνδρεια), για την οποία είχε γράψει το «Βιβλιοδρόμιο» (7/10/2017) μας προϊδεάζει για τις δημοκρατικές αρχές και αξίες τις οποίες ως επιστήμονας και διανοούμενος πρεσβεύει. Αυτό το βιβλίο επιβεβαιώνει την προσήλωσή του στην ελευθερία και τη δημοκρατία. Είμαι σίγουρος ότι οι έλληνες αναγνώστες, όπως προαναγγέλλουν οι Εκδόσεις Παπαδόπουλος που το κυκλοφόρησαν, θα απολαύσουν σύντομα ένα ακόμη βιβλίο του. Ισως το πιο σημαντικό του, με τίτλο «Αιματοβαμμένες χώρες: Η Ευρώπη μεταξύ Χίτλερ και Στάλιν». Εκεί επιβεβαιώνει όλους όσοι ισχυρίζονται ότι αποτελεί έναν βαθύτατο γνώστη της Ιστορίας των χωρών του πρώην «υπαρκτού σοσιαλισμού».
Στο παρουσιαζόμενο εδώ βιβλίο του μας δίνει είκοσι σύντομα μαθήματα – συμβουλές για να μπορέσουμε να αντιταχθούμε στην απειλή της τυραννίας. Για να μη γίνουν «ανατολικές χώρες» οι δυτικές. Είκοσι συμβουλές όπως αυτές προέκυψαν από την άνοδο στην εξουσία του Τραμπ. Το βιβλίο προσφέρεται πρωτίστως προς τους συμπατριώτες του Αμερικανούς, αλλά και προς όλους τους δημοκρατικούς πολίτες.
Κατά τον Σνάιντερ οι πολίτες πολλές φορές παρέχουν την εξουσία αυτόβουλα σε τυράννους. Εχει υπόψη του τον μετασχηματισμένο σε «καλό» διαβολικό Τραμπ, αλλά και τους Ευρωπαίους Ούρμπαν και Κατσίνσκι. Η προκαταβολική υπακοή όμως σε κομματικές και πολιτικές ηγεσίες είναι πολιτική τραγωδία. Πολλοί πολίτες παρέχουν εθελοντικά τις υπηρεσίες τους σε αυταρχικά και ολοκληρωτικά καθεστώτα. Μας υπενθυμίζει πού οδήγησε στην Αυστρία η κινούμενη μεταξύ περιέργειας και θυμηδίας στάση των μη αντισημιτών Αυστριακών έναντι των εβραϊκών διώξεων ή η επαγγελματική υποταγή νομικών, γιατρών, δημόσιων λειτουργών στον ναζισμό.
Αυταπάτες
Για να γνωρίσουμε ανάλογες καταστάσεις μας συμβουλεύει να υπερασπιζόμαστε πάντα τους θεσμούς. Αυτό σημαίνει να τους κάνουμε δική μας υπόθεση. Και να απαλλαγούμε από αυταπάτες ότι στις δημοκρατίες αυτοί οι θεσμοί δεν απειλούνται λόγω των υφιστάμενων «checks and balances». Κάτι τέτοιο έπαθαν οι ηγέτες των Γερμανοεβραίων, όταν πίστεψαν ότι όσοι εκλέγονται δημοκρατικά θα σεβαστούν τους δημοκρατικούς θεσμούς.
Παντού υπάρχουν κάποιοι που θέλουν να εκμεταλλευτούν τη δημοκρατία για να καταλύσουν τις ελευθερίες. Εδώ προσφεύγει στη ρήση του πολέμιου της δουλείας Γουέντελ Φίλιπς, πως «η αιώνια επαγρύπνηση είναι το τίμημα της ελευθερίας». Γι’ αυτό πρέπει πάντα να αγρυπνούμε. Οταν ψηφίζουμε, πρέπει να έχουμε πάντα στον νου μας ότι κάποιοι από τους υποψηφίους θέλουν να καταργήσουν αυτό το δικαίωμά μας. Καταδικάζει ταυτοχρόνως μια παραδοσιακή αμερικανική πρακτική όπως είναι η χρηματοδότηση των κομμάτων από ιδιώτες. Γι’ αυτόν δεν έχει καμία σημασία ότι οι χρηματοδότες καταγράφονται. Αυτή «η αλλόκοτη αμερικανική ιδέα ότι η χρηματοδότηση πολιτικών εκστρατειών είναι εκδήλωση της ελευθερίας του λόγου σημαίνει ότι οι πολύ πλούσιοι έχουν πολύ ισχυρότερο λόγο, και ως εκ τούτου πολύ μεγαλύτερη εκλογική δύναμη, απ’ ό,τι οι άλλοι πολίτες» (σελ. 24). Σοφά λόγια. Ισως μάλιστα ξενίσει πάρα πολλούς, το φιάσκο όμως της εκλογής Μπους τζούνιορ κάτι δείχνει, προτιμά τις μη ηλεκτρονικές ψηφοφορίες, με χάρτινα ψηφοδέλτια, γιατί αυτά μπορούν να ανακαταμετρώνται.
Οι πολίτες δεν έχουν το δικαίωμα να κατηγορούν μόνο τους πολιτικούς για τον κόσμο στον οποίο ζουν. Η ευθύνη για το τι κόσμος υπάρχει είναι και δική τους. Για παράδειγμα δεν πρέπει απλά να δυσανασχετούν ή να αδιαφορούν όταν βλέπουν κάτι «τύπους» να κυκλοφορούν με σημαίες και σύμβολα μίσους. Δεν πρέπει να τα συνηθίσουν και να αποστρέφουν το βλέμμα τους. Πρέπει να εναντιώνονται. Κάτι τέτοιο έκανε ο Φύσσας και μπορεί να δολοφόνησε το σώμα του ο φασίστας, αλλά αυτός δολοφόνησε τις ιδέες και την ψυχή του φασίστα.
Αντίθετα με ιδεολογίες του συρμού που παρουσιάζουν τις τεχνοκρατικές γνώσεις ως μη πολιτική πανάκεια, αυτός μας συμβουλεύει να μην προσφέρουμε τις επαγγελματικές μας γνώσεις σε τυραννικά καθεστώτα. Οι αυταρχικοί ηγέτες δεν θα έκαναν τίποτα χωρίς υπάκουους κρατικούς υπαλλήλους. Ενώ υποστηρίζει χαρακτηριστικά πως στο δημοκρατικό κράτος η μόνη βία που νομιμοποιείται είναι αυτή του κράτους και όχι των παραστρατιωτικών ομάδων και των πολιτών που κάνουν ιδιωτική χρήση των όπλων τους. Καρφί στο μάτι της βαθιάς Αμερικής των όπλων. Το πρόβλημα της ιδιωτικοποίησης της ασφάλειας στις ΗΠΑ επιτείνεται και από έναν πρόεδρο που θέλει να διατηρήσει τη δική του ιδιωτική δύναμη ασφάλειας.
Εκεί όμως που οι ήχοι μιας φωνής αντίστασης ανεβαίνουν, είναι όταν ζητά από κάθε πολίτη «να ξεχωρίσει από το πλήθος» υψώνοντας το ανάστημά του στην «κοινοτοπία του κακού». Οπως έκανε η Ρόζα Παρκς αρνούμενη να παραχωρήσει τη θέση της σε έναν λευκό. Οπως η Πολωνή Τερέζα Πρεκερόβα που αρνήθηκε να σιγήσει όταν άλλοι συμπολίτες της έβλεπαν τους ναζί να εξοντώνουν τους πολωνοεβραίους συμπατριώτες τους. Οπως ο Εβραίος Βίκτωρ Κλέμπερερ, στο ημερολόγιο του οποίου καταφεύγουν σημαντικοί ιστορικοί όπως οι Ρίτσαρντ Εβανς, Ιαν Κέρσοου και Μαρκ Μαζάουερ. Ο Κλέμπερερ και η γερμανίδα σύζυγός του που δεν τον χώρισε, αρνήθηκαν να υποταγούν στη μοίρα. Αλλά και όπως ο Τσόρτσιλ, ο οποίος ύψωσε το ανάστημά του στους συμπατριώτες του που ζητούσαν η Μεγάλη Βρετανία να αφήσει τους Γάλλους και τους Σοβιετικούς να ξεκάνουν το ναζιστικό φίδι.
Μπορούν όμως να ακολουθήσουν οι σημερινοί πολίτες που ζουν μόνο διαδικτυακά συμβουλές όπως: «πιστέψτε στην αλήθεια», «ερευνήστε μόνοι σας», «συνομιλήστε με τους άλλους κοιτώντας τους στα μάτια», «θυμηθείτε και γυρίστε στο σώμα και στον δημόσιο χώρο», «οικοδομήστε μια πραγματική και όχι μια εικονική ιδιωτική ζωή», «συμμετέχετε σε πρωτοβουλίες για το κοινό καλό», «διδαχθείτε από πολίτες άλλων χωρών», «να αγαπάτε την πατρίδα σας χωρίς να υποκρίνεστε»;
Ολοκληρωτισμός
Οι δύο μεγάλοι εχθροί της δημοκρατίας
Η Χάνα Aρεντ υποστήριζε ότι «ο ψεύτης ηττάται από την πραγματικότητα». Κατά τον Σνάιντερ, το Διαδίκτυο το άλλαξε αυτό. Η online συνωμοσία και το ψέμα κατατροπώνουν την πραγματικότητα. «Υποτασσόμαστε στην τυραννία όταν δεν βλέπουμε τη διαφορά ανάμεσα σ’ αυτό που θέλουμε να ακούσουμε και σ’ αυτό που ισχύει πραγματικά» (σελ. 58). Επικαλείται μάλιστα εδώ τον Κλέμπερερ που έγραφε για τέσσερις τρόπους με τους οποίους πεθαίνει η αλήθεια. Ο πρώτος όταν τα ψεύδη παρουσιάζονται σαν γεγονότα. Ο δεύτερος όταν η λογική υποκαθίσταται από τα ξόρκια και τις ψαλμωδίες, ο τρίτος όταν οι υποσχέσεις αντιβαίνουν η μια στην άλλη. Κάτι τέτοιο –ισχυρίζεται –έκανε ο Τραμπ και έγινε πρόεδρος. Είπε ότι θα περικόψει τους φόρους και συνάμα ότι θα αυξήσει τις δημόσιες δαπάνες. Είπε ότι θα εξαλείψει το εθνικό χρέος χωρίς να μειώσει τις στρατιωτικές δαπάνες. «Είναι σαν να πει ένας αγρότης ότι θα πάρει ένα αβγό από το κοτέτσι, θα το βράσει και θα το σερβίρει στη γυναίκα του, ταυτόχρονα θα το τηγανίσει και θα το δώσει στα παιδιά του να το φάνε, και ύστερα θα το επιστρέψει στην κότα ανέπαφο και θα περιμένει να δει το κοτοπουλάκι να εκκολάπτεται» (σελ. 59). Και τέταρτον, όταν εναποθέτουμε την πίστη μας σε λάθος πρόσωπα. Θα μπορούσαμε εδώ να ισχυριστούμε ότι οποιαδήποτε ομοιότητα με άλλες χώρες και ηγέτες καθόλου δεν είναι τυχαία, αλλά και μία ακόμη ελληνική ρήση: μετά την απομάκρυνση από το «εκλογικό» ταμείο ουδέν λάθος αναγνωρίζεται.
Ο Σνάιντερ με αυτό το βιβλίο θέλει να μας βοηθήσει να καταλάβουμε τα λάθη μας, να τα αναγνωρίσουμε και να τα διορθώσουμε. Μέχρι και συμβουλές για το ποια βιβλία πρέπει να διαβάσουμε δίνει, αφού πρώτα εγκαταλείψουμε το Διαδίκτυο και επιστρέψουμε στην ανάγνωση του έντυπου λόγου. Μόνο έτσι θα ηττηθεί η μαγική σκέψη των διαφόρων Τραμπ (αριστερών και δεξιών).
Αιθεροβάμων; Ναι, όσο ήταν τέτοιοι και οι φιλόσοφοι του Διαφωτισμού τον 18ο αιώνα. Αλλά πού θα ήμασταν τώρα χωρίς αυτούς;
Τελικά, δύο είναι οι μεγάλοι εχθροί της δημοκρατίας. Ο πρώτος είναι η πολιτική του αναπόφευκτου και ο δεύτερος η πολιτική τού όλα είναι αιώνια. Και οι δύο βρίσκονται στο στόχαστρο αυτού του μικρού αλλά θαυματουργού πονήματος κατά «της μαγικής σκέψης». Μήπως αντιφάσκω όταν χαρακτηρίζω ως θαυματουργό ένα βιβλίο που στρέφεται κατά της «μαγικής σκέψης»; Οποιος το διαβάσει θα δει ότι δεν υπάρχει καμία αντίφαση.
Και μέσα σ’ όλες αυτές τις συμβουλές, ας μου επιτρέψετε και μια δική μου. Αν δεν μπορείτε να μετριάσετε την έκθεσή σας στο Διαδίκτυο, προσπαθήστε τουλάχιστον να μην παρασύρεστε από τους «διανοουμένους» του Διαδικτύου. Αυτοί γράφουν όχι ό,τι τους αρέσει, αλλά ό,τι θέλουν οι άλλοι για να αρέσουν αυτοί. Οπως μας συμβουλεύει ο Σνάιντερ, είναι καλύτερα να ξαναδιαβάσουμε Ντοστογέφσκι, Αρεντ, Οργουελ, Τζαντ, Λιούις, ακόμη και τον «Χάρι Πότερ», και όχι αυτούς τους «διανοουμένους» των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Ή, αν είμαστε χριστιανοί, καλύτερα να επιστρέψουμε στις Γραφές που είναι πάντα επίκαιρες.
Timothy
D. Snyder
Απέναντι
στην Τυραννία
20 μαθήματα από τον 20ό αιώνα
Μτφ. Κατερίνα Σχινά
Εκδ. Παπαδόπουλος, 2017, σελ. 112
Τιμή: 11 ευρώ