Η αντίστροφη μέτρηση για την εκλογή επικεφαλής στον ενιαίο χώρο της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας και του προοδευτικού Κέντρου έχει ξεκινήσει. Οπως συμβαίνει σε κάθε εκλογική διαδικασία υπάρχουν σύμβουλοι επικοινωνίας για τους υποψηφίους. Οι ψηφοφόροι όμως έχουν ανάγκη «συμβουλών» και όχι συμβούλων.
Ο υποψήφιος ψηφοφόρος για τον επικεφαλής του νέου δημοκρατικού προοδευτικού κόμματος πρέπει να εξετάζει τρεις παραμέτρους. Αν έχει να κάνει με έναν πολιτικό που επί της ουσίας δεν λέει τίποτα, για να μη δυσαρεστεί κανένα. Αν έχει να κάνει με έναν πολιτικό που σε κάθε ξεχωριστή ομάδα στην οποία απευθύνεται λέει αυτό ακριβώς που αρέσει σ’ αυτήν. Ή αν έχει να κάνει με έναν πολιτικό, ο οποίος έχει καθαρή και σαφή άποψη για τα κρίσιμα ζητήματα (παλαιά ομόσπονδα σχήματα ή νέος φορέας, συμμετοχή σε κυβερνήσεις ή «μοναχισμός» στο όνομα του «Δεξιά ως στρατηγικός αντίπαλος» ή του μη κυβερνητισμού) και αν την εκφράζει ανεξάρτητα από το αν είναι αρεστή σ’ όλους ή όχι. Είναι ακριβώς ο τρίτος τύπος πολιτικού που χρειάζεται ο νέος φορέας για να υπερβεί την απαξίωση της πολιτικής.
Σίγουρα το εγχείρημα του νέου δημοκρατικού κόμματος χρειάζεται ανθρώπους που θα αντλούν τη νομιμοποίησή τους από την επαγγελματική, την επιστημονική και την ατομική τους ηθική παρουσία και όχι από την a priori ένταξή τους σε οποιοδήποτε πολιτικό κόμμα ή παρέα. Το να είναι όμως κάποιος οργανωμένος σε πολιτικό κόμμα δεν σημαίνει αυτόματα ότι είναι και «παιδί του κομματικού σωλήνα». Εξαρτάται από το πώς είναι κανείς σ’ ένα κόμμα. Αν έχει δείξει δείγματα ότι δεν είναι άκριτος ακόλουθος του εκάστοτε αρχηγού, αλλά μια κριτική φωνή εκσυγχρονισμού της χώρας και του κόμματός του, τότε μιλάμε για κάτι διαφορετικό. Καταδικαστέο είναι το να βλέπεις φως στην πολιτική και να μπαίνεις σ’ αυτήν, όχι το να είσαι στην πολιτική ακόμη και όταν έχουν σβήσει τα φώτα του κόμματος στο οποίο ανήκεις. Δεν είναι όμως καταδικαστέο να εκλέγεσαι βουλευτής ή ευρωβουλευτής σε πείσμα των ηγετικών μηχανισμών.
Επίσης στην πολιτική δεν είναι καθόλου κακό, κάποιος να αλλάζει απόψεις και πολιτικά κόμματα όταν, όπως έλεγε και ο Κέινς, αλλάζουν οι συνθήκες. Το «άπαξ σε ένα κόμμα, για πάντα στο ίδιο κόμμα» είναι μια απολίτικη θέση. Το κακό είναι να καληνυχτίζεις κάποιους στην άλφα ιδεολογική οικογένεια (όχι κόμμα) και να τους καλημερίζεις με εντελώς άλλους ιδεολογικούς συγγενείς.
Το νέο δημοκρατικό κόμμα δεν μπορεί να βασίζεται σ’ ανθρώπους ταυτισμένους με το παλαιό βασίλειο της αλαζονικής και διεφθαρμένης εξουσίας. Ακόμη και αν αυτοί αδίκως ταυτίζονται με αυτό. Χρειάζεται νέους σε ιδέες και όχι απλά σε ηλικία, ανθρώπους. Για να είναι όμως πραγματικά νέοι, πρέπει να αμφιβάλλουν για όλα. Ακόμη και για τον εαυτό τους. Και να λένε σ’ όλους το ίδιο. Αυτό που πιστεύουν.
Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΔΗΜΑΡ και του Κεντρικού Συμβουλίου της ΔΗΣΥ