Στα χρόνια του ΣΥΡΙΖΑ η εξόντωση της μεσαίας τάξης είναι πλέον ξεκάθαρο ότι ήταν κυβερνητική επιλογή. Εβαλαν τον έναν φόρο μετά τον άλλο σε όσους συνεχίζουν κόντρα στην κρίση να κερδίζουν κάποια αξιόλογα εισοδήματα εμφανίζοντάς τα μάλιστα στην Εφορία, προκειμένου να στηρίξουν τους οικονομικά εξαθλιωμένους με ένα κοινωνικό μέρισμα στο τέλος του έτους αναζητώντας ένα αριστερό άλλοθι στο Μνημόνιο. Επιδόματα και μποναμάδες φτώχειας αντί για δουλειές, ανάπτυξη και μείωση των φορολογικών επιβαρύνσεων για όλους.

Στα χρόνια του ΣΥΡΙΖΑ, υπό το βάρος των φόρων, η ελληνική οικονομία δεν κατάφερε να σηκώσει κεφάλι. Η ύφεση έδωσε βροντερό «παρών» τόσο το 2015 όσο και πέρυσι. Η συντριβή της μεσαίας τάξης, όπως αποδεικνύεται από τα παραδείγματα τα οποία επεξεργάστηκαν «ΤΑ ΝΕΑ», έπαιξε καθοριστικό ρόλο, καθώς ο πλέον αδύναμος κρίκος στην προσπάθεια ανάκαμψης της οικονομίας ήταν η συρρίκνωση της ιδιωτικής κατανάλωσης. Το ερώτημα είναι ξεκάθαρο: αν φόροι και εισφορές απαιτούν πλέον έως και το 60% του εισοδήματος ενός ελεύθερου επαγγελματία, χωρίς να υπολογίζονται οι επιβαρύνσεις από την έμμεση φορολογία, τι μένει για κατανάλωση πέρα από τα απαραίτητα;

Τα παραδείγματα. Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι. Το 2015 ένας ελεύθερος επαγγελματίας με ετήσιο εισόδημα 50.000 ευρώ, που κατοικεί σε ιδιόκτητο διαμέρισμα και διαθέτει αυτοκίνητο 2.000 κυβικών μετά τον λογαριασμό που πλήρωσε στην Εφορία και το ασφαλιστικό του ταμείο, είχε στην τσέπη 28.227 ευρώ. Ενα καλό μηνιάτικο 2.352 ευρώ.

Δύο χρόνια αργότερα, αν υποθέσουμε ότι συνεχίζει να έχει το ίδιο εισόδημα και να δηλώνει το ίδιο εισόδημα στην Εφορία, θα πρέπει να περάσει τον μήνα με 1.289 ευρώ. Τα υπόλοιπα έχουν εξαφανιστεί πριν καν τα δει, εφόσον συνεχίζει να ανήκει στην κατηγορία των «έντιμων και συνεπών φορολογουμένων» τους οποίους μνημόνευσε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης. Φορολογία εισοδήματος, εισφορά αλληλεγγύης, τέλος επιτηδεύματος, ΕΝΦΙΑ, τέλη κυκλοφορίας, φόρος πολυτελούς διαβίωσης, καθώς και ασφαλιστικές εισφορές απαιτούν το 69% του εισοδήματός του. Από τα 50.000 ευρώ, τα 34.528 ευρώ πηγαίνουν σε Εφορία και ΕΦΚΑ και στην τσέπη του μένουν 15.472 ευρώ. Σχεδόν τα μισά από όσα κέρδιζε το 2015, πριν από την λαίλαπα των φόρων και των εισφορών. Η επιβάρυνση έχει εκτοξευθεί κατά 12.755 ευρώ.

Στους μεγάλους χαμένους της μεσαίας τάξης συγκαταλέγονται και οι μισθωτοί οι οποίοι επιχειρούν να συμπληρώσουν το εισόδημά τους με μία παράλληλη απασχόληση και αμείβονται με μπλοκάκι. Στη ζώνη των 40.000 ευρώ, η επιβάρυνση είναι εφιαλτική. Το 2015, μισθωτός με παράλληλη απασχόληση και συνολικές αποδοχές 40.000 ευρώ κάλυπτε φόρο εισοδήματος, τέλος επιτηδεύματος, εισφορά αλληλεγγύης, ΕΝΦΙΑ, τέλη κυκλοφορίας και φόρο πολυτελούς διαβίωσης με περίπου το ένα τέταρτο του εισοδήματός του. Από τα 40.000 ευρώ του έμεναν 29.402 ευρώ τον χρόνο ή 2.450 ευρώ τον μήνα. Δυο χρόνια αργότερα καλείται να πληρώσει σε φόρους και εισφορές το ένα τρίτο του εισοδήματός του (34,4%) και το μηνιάτικο, εφόσον παραμένει έντιμος και συνεπής, έχει μειωθεί κατά 263 ευρώ. Η επιβάρυνση σε σχέση με το 2015 έχει αυξηθεί κατά 3.164 ευρώ.