Τον Σεπτέμβριο οι φορολογούμενοι έφθασαν στο αμήν. Πνιγμένοι στα χρέη και τις υποχρεώσεις και εξοντωμένοι από τα απανωτά φορολογικά χτυπήματα που έχουν υποστεί από την κυβερνητική πολιτική, βρέθηκαν σε οικονομικό αδιέξοδο αδυνατώντας να πληρώσουν τις δόσεις του ΕΝΦΙΑ και του φόρου εισοδήματος που έπεσαν μαζεμένες στο τέλος του περασμένου μήνα.
Οι αριθμοί μιλάνε από μόνοι τους. Ενας στους δύο φορολογούμενους βρίσκεται πλέον στα μαύρα κατάστιχα της Εφορίας.
Στην τεράστια λίστα των οφειλετών προστέθηκαν τον Σεπτέμβριο άλλοι 410.322 φορολογούμενοι που άφησαν απλήρωτους τους φορο-λογαριασμούς ανεβάζοντας τον συνολικό αριθμό των φορολογουμένων με ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο σε 4.267.408, από 3.857.086 που ήταν στο τέλος Αυγούστου. Αριθμός – ρεκόρ από την αρχή του έτους!
Στο κόκκινο βρίσκεται και ο αριθμός των οφειλετών που απειλούνται με κατασχέσεις τραπεζικών καταθέσεων, μισθών, συντάξεων και περιουσιακών στοιχείων. Στο τέλος Σεπτεμβρίου έφθασαν τα 1.724.708 άτομα από 1.652.508 που ήταν τον Αύγουστο καταγράφοντας αύξηση 72.700. Τον εφιάλτη των κατασχέσεων έχουν ήδη βιώσει 991.392 φορολογούμενοι. Μόνο τον Σεπτέμβριο, ο αριθμός τους αυξήθηκε περίπου κατά 20.000, ενώ από την αρχή του έτους αντιμέτωποι με κατασχέσεις βρέθηκαν 152.336 οφειλέτες.
Πλειστηριασμοί. Την ίδια στιγμή η Εφορία ετοιμάζεται να δώσει το τελειωτικό χτύπημα στους οφειλέτες. Σπίτια, οικόπεδα, αγροτεμάχια, καταστήματα και επιχειρήσεις φορολογουμένων με χρέη στην Εφορία θα αρχίσουν να βγαίνουν στο σφυρί σε σκοτωμένες τιμές, καθώς ήδη ο νόμος έχει αλλάξει και προβλέπει πλειστηριασμούς στην εμπορική αξία και όχι στην αντικειμενική. Με δεδομένο ότι η αγορά των ακινήτων έχει καταρρεύσει τα τελευταία χρόνια και οι εμπορικές τιμές σε πολλές περιοχές της χώρας απέχουν παρασάγγας από τις αντικειμενικές, εκτιμάται ότι οι πλειστηριασμοί δεν θα κηρύσσονται άγονοι και θα υπάρχουν πλειοδότες που θα παίρνουν τα ακίνητα των οφειλετών σε εξευτελιστικές τιμές. Σε πρώτη φάση απειλούνται περίπου 2.000 φορολογούμενοι που χρωστούν στην Εφορία πάνω από 50.000 ευρώ.
Οι οφειλές που δεν πλήρωσαν οι φορολογούμενοι τον Σεπτέμβριο φούσκωσαν κατά 706 εκατ. ευρώ. Τα φρέσκα ληξιπρόθεσμα χρέη, αυτά δηλαδή που δημιουργήθηκαν από την αρχή της χρονιάς, εκτοξεύθηκαν στα 9,257 δισ. ευρώ. Κάθε μήνα, δηλαδή, οι φορολογούμενοι αφήνουν κατά μέσο όρο 1 δισ. ευρώ απλήρωτους φόρους και ήδη εκφράζονται φόβοι για νέα έκρηξη των ληξιπρόθεσμων οφειλών στο τελευταίο δίμηνο του έτους που πέφτουν μαζεμένες οι υποχρεώσεις.
Με τα συνολικά ληξιπρόθεσμα χρέη (παλιά και νέα) να βρίσκονται πλέον μια ανάσα πριν από τα 100 δισ. ευρώ (ανέρχονται σε 98,745 δισ. ευρώ), η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων πατάει ακόμη περισσότερο το γκάζι των αναγκαστικών μέτρων είσπραξης για να βάλει όσα μπορεί στα δημόσια ταμεία. Μέσω του μπαράζ κατασχέσεων σε τραπεζικούς λογαριασμούς και στα χέρια τρίτων αλλά και των ρυθμίσεων που τρέχουν έχουν εισπραχθεί 3,55 δισ. ευρώ από παλιές και νέες οφειλές.
Την αποτυχία της συνειδητής επιλογής της κυβέρνησης να επιβάλει μια φοροκαταιγίδα που έχει πλήξει νοικοκυριά και επιχειρήσεις και εμποδίζει την προσέλκυση επενδύσεων περιγράφει το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής. «Παρά τους υψηλούς συντελεστές φορολογίας, τα φορολογικά έσοδα παραμένουν σχετικά χαμηλά. Οι υψηλοί συντελεστές –αλλά και οι άλλοι σχετικοί παράγοντες –λειτουργούν αποτρεπτικά στην προσέλκυση επενδύσεων, που τόσο έχει ανάγκη η ελληνική οικονομία και ενισχύουν την “έξοδο” των ελληνικών επιχειρήσεων προς άλλες χώρες με πιο φιλικό περιβάλλον για το επιχειρείν» σημειώνουν οι αναλυτές του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής. Οι νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο αναδεικνύουν την εξάντληση της φοροδοτικής ικανότητας των πολιτών, που δημιουργεί εύλογες αμφιβολίες για τη δυνατότητα επίτευξης των φιλόδοξων δημοσιονομικών στόχων των επόμενων ετών.
Συρρίκνωση εισοδήματος. Η υπερφορολόγηση των μεσαίων εισοδημάτων αντανακλάται στα διαθέσιμα εισοδήματα των νοικοκυριών, τα οποία το 2016 κατρακύλησαν σε επίπεδα κάτω από αυτά του καταστροφικού 2015 και συρρικνώθηκαν κατά επιπλέον 2,7 δισ. ευρώ. Η μείωση των εισοδημάτων έπληξε την τελική καταναλωτική δαπάνη, η οποία το 2016 μειώθηκε περαιτέρω σε σχέση με το 2015. Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ αποτυπώνουν την υποχώρηση κατά 2,7 δισ. ευρώ (ή 2,3%) που σημείωσε το 2016 το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών σε σύγκριση με το 2015, καθώς το 2016 διαμορφώθηκε σε 114 δισ. ευρώ από 116,7 δισ. ευρώ έναν χρόνο νωρίτερα. Αποτέλεσμα αυτής της εξέλιξης ήταν η τελική καταναλωτική δαπάνη να περιοριστεί κατά 1,3 δισ. ευρώ ή κατά 1%, από 123 δισ. ευρώ το 2015 σε 121,7 δισ. ευρώ το 2016.
Σε πτωτική τροχιά βρέθηκε και το ποσοστό αποταμίευσης των νοικοκυριών (και των μη κερδοσκοπικών οργανισμών που εξυπηρετούν νοικοκυριά) καθώς καταγράφηκε αρνητικό πρόσημο -6,8% το 2016 έναντι -5,4% το 2015.