Δεν πρόκειται για μία ακόμα ερωτική ιστορία. Ούτε για έναν έρωτα δίχως αύριο. Είναι μια ιστορία σκοτεινή, με τον θάνατο να παραμονεύει σαν αντίδοτο και τον ρομαντισμό να συνδιαλέγεται μαζί του.

Βασισμένη στο διήγημα «Η κόρη του Ραπατσίνι» του αμερικανού συγγραφέα Ναθάνιελ Χόθορν (Nathaniel Hawthorne, 1804-1864), η παράσταση μετονομάστηκε σε «Κήπο του Ραπατσίνι» από την Ολια Λαζαρίδου που το διασκεύασε και το σκηνοθετεί. Με νουβέλες και μυθιστορήματα στο ενεργητικό του, εκ των οποίων γνωστότερο είναι «Το άλικο γράμμα» («The scarlet letter»), τα έργα του ανήκουν στον ρομαντισμό ή καλύτερα στη σκοτεινή εκδοχή του. Ο Χόθορν πρωτοδημοσίευσε το διήγημα σε περιοδικό και στη συνέχεια το περιέλαβε σε λογοτεχνική συλλογή. «Η κόρη του Ραπατσίνι» έχει μεταφερθεί στην όπερα, ενώ σε θεατρική διασκευή έχει παιχτεί στην Ευρώπη και την Αμερική.

Στο πρωτότυπο, ο Ραπατσίνι καλλιεργεί έναν κήπο με δηλητηριασμένα φυτά, όπου και έχει φυλακίσει την κόρη του. Ο νεαρός που θα την ερωτευθεί, θα αναζητήσει το αντίδοτο για να την ελευθερώσει.

Με την υπογραφή του Αγγελου Παπαδημητρίου στη σκηνογραφία, η Ολια Λαζαρίδου έδωσε τη δική της, προσωπική, πολύ προσωπική, σφραγίδα στην παράσταση, αφήνοντας έξω, δυστυχώς, τα αιχμηρά συστατικά της. Μια κουρτίνα στο βάθος της σκηνής δημιουργούσε εξαρχής την αίσθηση ότι από πίσω κρύβεται ο «κήπος». Ενας κήπος που θα ασφυκτιούσε από τη δηλητηριασμένη βλάστηση. Η αίσθηση αυτή δεν ικανοποιήθηκε. Ο κήπος ήταν εκεί, μπροστά, ενώπιον των θεατών και ουσιαστικά ήταν όλος «κλεισμένος» μέσα σε ένα έπιπλο (κάτι σαν servante). Στο ίδιο έπιπλο παρέμενε φυλακισμένη – συμπιεσμένη η νεαρή κόρη από τον σατανικό πατέρα της. Ο κήπος, αν και περιφραγμένος από κάγκελα-δαντέλες, προσεγμένα στην κάθε τους λεπτομέρεια (το πιο ενδιαφέρον και γοητευτικό στοιχείο του σκηνικού), δεν κατάφερε να συμπυκνώσει και να αναδείξει ούτε την απειλή από τα δηλητηριώδη φυτά ούτε εκείνη του θανάτου.

Η διασκευή, που αναγκαστικά και δικαιολογημένα, ίσως, συμπίεσε το κείμενο, μοιάζει να του στέρησε την υπόγεια διάστασή του. Η παράσταση είχε λιγότερη σκοτεινιά από αυτή που επιζητούσε το νόημα του έργου. Η σατανική μορφή του Ραπατσίνι δεν ήταν εκεί για να δημιουργήσει την αντίθεση με τη ρομαντική διάσταση του νεαρού ζευγαριού.

Η ίδια η Ολια Λαζαρίδου, ως ηθοποιός πια, ανέλαβε να ερμηνεύσει την κεντρική φιγούρα, αποτέλεσμα μιας πολλαπλής σύνθεσης ηρώων. Είναι ο ιδιοφυής και σατανικός Ραπατσίνι και μαζί ο «αντίπαλός» του, ο δόκτωρ Πιέτρο Μπαλιόνι, αλλά και ένας αφηγητής της ιστορίας –μια παρέμβαση του συγγραφέα στην πλοκή και τη σκηνή. Με μια περούκα σε στυλ Αντι Γουόρχολ, η ηθοποιός υποστήριξε επιτυχώς το πολύπτυχο του ήρωά της, με το ταλέντο και την εμπειρία της, αλλά αυτό δεν στάθηκε αρκετό για να αποκτήσει η παράσταση την ατμόσφαιρα που έμοιαζε να αναζητά.

Η Δανάη Ρούσσου δεν αποδείχτηκε κατάλληλη για τον ρόλο της κόρης ούτε ως φιγούρα ούτε ως ερμηνεία. Δίχως να παραπέμπει στη ρομαντική διάσταση της ηρωίδας της, σαν αμπαρωμένη μέσα σε μια σκληρή πανοπλία, ούτε έπεισε ούτε αποτέλεσε το έτερον ήμισυ του ερωτευμένου νεαρού φοιτητή Τζιοβάνι Γκουασκόντι.

Ο Ερρίκος Μηλιάρης, αν και περισσότερο πειστικός, με πάθος και ρομαντικές νύξεις, κινήθηκε μέσα στο συμβατικό πλαίσιο ενός ενθουσιασμένου και ερωτευμένου νέου.

Μετάφραση:

Στέλιος Βαφέας

Σκηνοθεσία – διασκευή:

Ολια Λαζαρίδου

Εικαστική σύνθεση – κοστούμια:

Αγγελος Παπαδημητρίου

Μουσική:

Κορνήλιος Σελαμσής

Φωτισμοί:

Χριστίνα Θανασούλα

Παίζουν:

Ολια Λαζαρίδου, Δανάη Ρούσσου, Ερρίκος Μηλιάρης

Πού:

Στο θέατρο Πορεία (Τρικόρφων 3, τηλ. 210-8210.082), Τετάρτη – Σάββατο στις 21.00, Κυριακή στις 19.00, έως τις 12/11