Υπάρχουν δυο αμερικάνικες παροιμίες που λατρεύω. Η πρώτη λέει ότι «δεν είναι δυνατόν να μάθεις σε γέρικα σκυλιά νέα κόλπα». Η δεύτερη ότι «δεν πρέπει να προσπαθείς να μάθεις σε ένα γουρούνι να τραγουδάει, γιατί σε αυτή την περίπτωση χάνεις το χρόνο σου και ταλαιπωρείς και το γουρούνι». Και οι δύο είναι επίκαιρες, ειδικά όταν μιλάμε για προπονητές.
Κόλπα
Την περασμένη εβδομάδα έγινε μεγάλη συζήτηση για τον ρουμάνο προπονητή του ΠΑΟΚ κ. Ρασβάν Λουτσέσκου, αλλά και τον ισπανό προπονητή της ΑΕΚ κ. Μανόλο Χιμένεθ. Μια σημαντική διαφορά των δύο είναι ότι στον Λουτσέσκου προσπαθούν όλοι στον ΠΑΟΚ να μάθουν νέα κόλπα. Με απλά λόγια τον ταλαιπωρούν.
Αναφορά
Από τότε που πήγε ο Λουτσέσκου στον ΠΑΟΚ δεν έχουν γραφεί ούτε δεκαπέντε γραμμές στις οποίες να του πιστώνεται του ανθρώπου κάτι καλό: ο ίδιος μοιάζει ευχαριστημένος όταν έπειτα από ένα ματς δεν υπάρχει καμία απολύτως αναφορά στο όνομά του. Δεν είναι παράξενο. Τον Λουτσέσκου δεν τον υποδέχτηκαν στην Τούμπα με ενθουσιασμό: ο κόσμος του ΠΑΟΚ δυσφόρησε και τα παντοδύναμα τοπικά ραδιόφωνα της Θεσσαλονίκης τον πήραν μάλλον με κακό μάτι. Αυτό έχει ως συνέπεια οι πολλοί δημοσιογράφοι που με τον ΠΑΟΚ ασχολούνται, έχοντας περίπου τον ρόλο των καθοδηγητών των οπαδών, να κρατάνε μια πισινή –καθώς λέγεται σε αυτές τις περιπτώσεις: κόντρα στα γούστα του κόσμου δεν πάει κανένας. Από την άλλη, δεν γίνεται και κριτική στις επιλογές του Ιβάν Σαββίδη. Κατά τα φιλικά στον ΠΑΟΚ ΜΜΕ, το μόνο λάθος του Σαββίδη είναι ότι αγαπάει πολύ την ομάδα κ.τ.λ., κ.τ.λ. Ετσι, δυστυχώς, ο Λουτσέσκου παρουσιάζεται σαν μια επιλογή ενός ανθρώπου που δεν κάνει λάθη, χωρίς ωστόσο να είναι ο ίδιος μια καλή επιλογή, αφού κι ο κόσμος του ΠΑΟΚ δεν μπορεί να έχει άδικο! Ετσι όταν η ομάδα κερδίζει, η επιλογή του Σαββίδη δικαιώνεται. Οταν όχι, έχει δίκιο ο κόσμος που γκρινιάζει.
Συμπεριφορά
Ολο αυτό γίνεται χειρότερο για τον προπονητή από τη στιγμή που εμφανώς τον έχουν υποχρεώσει να αλλάξει συμπεριφορά και να σταματήσει να είναι ο εαυτός του. Ο Λουτσέσκου είναι από τους προπονητές που ζουν πολύ έντονα το ματς στον πάγκο: χειρονομεί, γκρινιάζει, φωνάζει, καμιά φορά τα βάζει και με τους διαιτητές. Μόνο που όλα αυτά τα έκανε στην Ξάνθη και όχι στον ΠΑΟΚ! Την πρώτη κιόλας αγωνιστική ο Ρουμάνος αποβλήθηκε στη Λιβαδειά γιατί γκρίνιαζε στον τέταρτο διαιτητή, όπως κάνει συνήθως. Το γεγονός εξόργισε τους υπεύθυνους διαιτησίας του ΠΑΟΚ, που είπαν ότι δεν γίνεται η ομάδα να διακηρύσσει σε όλους τους τόνους ότι, χάρη στον Σαββίδη, η διαιτησία βελτιώθηκε και ο προπονητής της να αποβάλλεται! Ετσι, του ζήτησαν να κάθεται φρόνιμα «γιατί ο ΠΑΟΚ δεν είναι Ξάνθη» κ.τ.λ. Κι ο Ρασβάν, που νόμιζε ότι μετά τη δουλειά του στην Ξάνθη θα κάνουν ουρά οι ομάδες για να τον προσλάβουν, αλλά το καλοκαίρι πρόταση δεν είχε καμία, απλά συμμορφώθηκε. Μόνο που η συμμόρφωση αυτή τον έχει κάνει άλλο άνθρωπο.
Ζηλεύει
Την περασμένη Κυριακή, μου έλεγε ένας φίλος του, ο Ρουμάνος ζήλευε την ελευθερία του Χιμένεθ. Ο Ισπανός, όπως σε όλα τα ματς, φώναζε στους παίκτες, τσακωνόταν με διαιτητές για φάσεις στις οποίες δεν είχε δίκιο, σχεδόν κέρδισε την αποβολή του Ζαμπράνο, αφού είχε μπουκάρει στο γήπεδο. Στο τέλος αποβλήθηκε κιόλας βοηθώντας την ομάδα του να κερδίσει χρόνο, ενώ ο Λουτσέσκου, ντυμένος σαν τραπεζικός υπάλληλος, παρακολουθούσε τα πάντα σχεδόν σιωπηλός. «Τον βαραίνει ο πάγκος του ΠΑΟΚ», μου έλεγε ο φίλος του. «Και υποφέρει γιατί δεν του αναγνωρίζεται κανένα απολύτως ελαφρυντικό, μολονότι την ομάδα την ανέλαβε τέλη Αυγούστου, χωρίς να κάνει απολύτως καμία μεταγραφή ο ίδιος». Ετσι είναι. Οταν ο ΠΑΟΚ κερδίζει, τη διαφορά την κάνουν οι παικταράδες· όταν δεν κερδίζει, φταίει πάντα αυτός.
Γκριμάτσα
Ο Λουτσέσκου είναι αλήθεια πως κάνει παράξενες γκριμάτσες, μιλάει περίεργα αγγλικά (σίγουρα όχι με προφορά Οξφόρδης…), λέει καμιά κουβέντα παραπάνω, ειδικά όταν μιλάει με δημοσιογράφους της πατρίδας του. Αλλά δεν είναι λιγότερο σοβαρός από τον Χιμένεθ π.χ.: είναι απλά περισσότερο αγχωμένος, στρεσαρισμένος, ταλαιπωρημένος επειδή πρέπει να μάθει νέα κόλπα. Ο Χιμένεθ, που θυμίζω ότι έχει δηλώσει πως νιώθει σαν τον Λεωνίδα που καθοδηγεί στη μάχη τους σπαρτιάτες ποδοσφαιριστές του, μπορεί να κάνει ό,τι γουστάρει χωρίς κανείς να αμφισβητεί την επαγγελματική του επάρκεια: μπορεί να φωνάζει, να αποβάλλεται, να τα ρίχνει στους παίκτες του, να κάνει αγιασμό και να ραντίζει τα δίχτυα για να φύγει το κακό μάτι. Ο Λουτσέσκου, από την άλλη, υπάρχει για να αναλαμβάνει τις ευθύνες στις ήττες και να παριστάνει το «αναγκαίο κακό», δηλαδή έναν προπονητή που δεν θα έπρεπε να υπάρχει στη θέση αυτή στην οποία βρίσκεται.
Δύσκολο
Μπορεί ν’ αντέξει; Πολύ φοβάμαι πως αυτό είναι τόσο πιθανό όσο και να μάθει κανείς στο γουρούνι να τραγουδάει…