Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ έχει αισθητά υψηλότερο ποσοστό δημοτικότητας μεταξύ των Αμερικανών που ψήφισαν και σκοπεύουν να πάνε ξανά να ψηφίσουν απ’ ό,τι στον γενικό πληθυσμό, καταδεικνύει δημοσκόπηση του πρακτορείου ειδήσεων Reuters και της εταιρείας Ipsos, η οποία φαίνεται να εξηγεί γιατί πολλοί ρεπουμπλικάνοι πολιτικοί επιμένουν να στέκουν στο πλευρό του μεγιστάνα παρότι η δημοτικότητά του βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση.
Τα αποτελέσματα της έρευνας που δημοσιοποιήθηκαν την Τετάρτη δείχνουν ότι ο Τραμπ έχει υψηλότερο ποσοστό μεταξύ όσων ψήφισαν στις προεδρικές εκλογές του 2016 σε σύγκριση με το γενικό ενήλικο πληθυσμό των ΗΠΑ, κατηγορία που συμπεριλαμβάνει ανθρώπους που ψήφισαν αλλά και πολλούς που δεν πήγαν να ψηφίσουν. Μόλις το 60% των Αμερικανών που είχαν το δικαίωμα αυτό συμμετείχαν στις περυσινές εκλογές.
Τον Οκτώβριο, το 44% των προσώπων που ψήφισαν στις εκλογές του 2016 επιδοκίμασαν τις επιδόσεις του Τραμπ κατά την άσκηση των καθηκόντων του, ενώ το ποσοστό αυτό στο γενικό πληθυσμό δεν ξεπέρασε το 37%. Στις τάξεις των ρεπουμπλικάνων, το 82% όσων είχαν ψηφίσει επιδοκίμασαν τον Τραμπ, έναντι 75% του συνόλου των υποστηρικτών του ρεπουμπλικανικού κόμματος.
Το 85% εξ όσων είπαν ότι είχαν ψηφίσει τον Τραμπ το 2016 δήλωσε ότι θα τον ψήφιζε ξανά, σύμφωνα με την ίδια δημοσκόπηση.
Δύσκολο να πάρεις αποστάσεις αλλά και να τον εναγκαλιστείς
Το εύρημα αυτό καταδεικνύει ότι οι υποψήφιοι των ρεπουμπλικάνων για το Κογκρέσο στις ενδιάμεσες εκλογές του 2018, οι οποίοι θα αψηφήσουν τον Τραμπ διατρέχουν τον κίνδυνο να αποξενώσουν τους υποστηρικτές του, σύμφωνα με στελέχη του κόμματος αρμόδια για τη χάραξη στρατηγικής, καθώς και πολιτικούς επιστήμονες.
Από την άλλη, αυτοί που θα τον εναγκαλιστούν ρισκάρουν να χάσουν τους πιο μετριοπαθείς ψηφοφόρους στο γενικό πληθυσμό.
«Είναι πολύ δύσκολο για οποιονδήποτε υποψήφιο των ρεπουμπλικάνων να πάρει αποστάσεις από τον Τραμπ», σημείωσε ο Μάικλ Μακντόναλντ, ειδικός του Πανεπιστημίου της Φλόριντα για εκλογικά θέματα, ειδικότερα για τη συμμετοχή στις εκλογές.
Αυτό το δίλημμα έπαιξε το ρόλο του στις κρίσιμες πολιτειακές εκλογές στη Βιρτζίνια την Τρίτη. Ο Εντ Γκιλέσπι, υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων για το αξίωμα του κυβερνήτη, υπέστη βαριά ήττα από το δημοκρατικό αντίπαλό του. Ο Γκιλέσπι είχε υιοθετήσει κάποιες από τις σκληρές θέσεις του Ντόναλντ Τραμπ, αλλά τόσο ο ίδιος όσο και ο πρόεδρος απέφυγαν να κάνουν μαζί εκστρατεία.
Την αναμέτρηση αυτή παρακολουθούσαν στενά στελέχη του Ρεπουμπλικανικού κόμματος GOP, προκειμένου να αντλήσουν συμπεράσματα ενόψει των ενδιάμεσων εκλογών του 2018, στις οποίες θα κριθεί ποιο κόμμα θα έχει τον έλεγχο τόσο στη Βουλή των Αντιπροσώπων, όσο και στη Γερουσία.
Δυο χωριστά δείγματα
Η έρευνα του πρακτορείου ειδήσεων Reuters και της εταιρείας Ipsos συμπεριέλαβε δύο χωριστά δείγματα, ένα αντιπροσωπευτικό του γενικού πληθυσμού και ένα των ψηφοφόρων.
Για την έρευνα μεταξύ των ψηφοφόρων, ζητήθηκε από τους ανθρώπους που είχαν συμμετάσχει στο έξιτ πολ του Reuters στις 8 Νοεμβρίου του 2016 να δώσουν απαντήσεις το Μάιο, τον Ιούλιο και τον Οκτώβριο σε ερωτήσεις για τον πρόεδρο.
Οι απαντήσεις τους συγκρίθηκαν με τα αποτελέσματα εθνικής, κυλιόμενης δημοσκόπησης σε δείγμα αντιπροσωπευτικό του γενικού ενήλικου πληθυσμού των ΗΠΑ.
Το Μάιο και τον Ιούλιο, τα αποτελέσματα από τα δύο δείγματα ήταν σχεδόν ίδια, με περίπου το 40% των ψηφοφόρων και του γενικού πληθυσμού να επιδοκιμάζουν τον πρόεδρο. Ωστόσο τα δύο δείγματα απέκλιναν σημαντικά τον Οκτώβριο.
Η έρευνα αυτή έχει περιθώριο στατιστικού σφάλματος ±3% για το σύνολο των δειγμάτων και ±5% για το δείγμα των ψηφοφόρων των Ρεπουμπλικάνων.