Οι διμοιρίες των ΜΑΤ που φρουρούσαντην αίθουσα των δικαστηρίων όπου είχε οδηγηθεί ο στυγερός δολοφόνος δεν μπορούσαν να συγκρατήσουν τον πόνο, την απελπισία και την οργή που είχε πλημμυρίσει τους ανθρώπους οι οποίοι είχαν συγκεντρωθεί για την αδικοχαμένη 32άχρονη εφοριακό Δώρα Ζέμπερη.
Αμήχανοι οι αστυνομικοί των ΜΑΤ, βρέθηκαν αντιμέτωποι με τη μητέρα της Δώρας, την αδελφή της και τους συγγενείς της, που ζητούσαν δικαίωση για το φριχτό τέλος της.
Ο θρήνος για την άτυχη κοπέλα, ο πόνος για τη Δώρα που έσβησε στα 32 της χρόνια με τον πιο σκληρό τρόπο, κατακρεουργημένη από τη βίαιη επίθεση, μετατράπηκε σε κύμα οργής για τον δολοφόνο, που σάρωσε τις προηγούμενεςημέρες τα δικαστήρια της πρώην Σχολής Ευελπίδων.
Καμία αστυνομική αλυσίδα δεν μπορούσε να συγκρατήσει το ξέσπασμα, την οργή και τον πόνο που ξεχείλιζε εναντίον του δράστη του αποτρόπαιου εγκλήματος, ο οποίοςόρμησε και κατακρεούργησε με 14 μαχαιριές την άτυχη Δώρα, για να της αρπάξει την τσάντα και το κινητό της τηλέφωνο.
Η ποινική δίωξη που ασκήθηκε σε βάρος του 58άχρονου για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, ληστεία με ιδιαίτερη σκληρότητα, από την οποία επήλθε θάνατος, παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία δίνει το στίγμα του σκληρού σκηνικού το οποίο διαδραματίστηκε το μοιραίο απόγευμα της 18ης Οκτωβρίου μέσα στο Β’ Νεκροταφείο Αθηνών.
Κυνικός εμφανίστηκε κατά την απολογία του στη δικαστική λειτουργό ο καθ’ ομολογίαν δράστης του εγκλήματος, ανατρέποντας όσα είχε ισχυριστεί κατά την κατάθεσή του στην αστυνομία. Οι ισχυρισμοί του προκάλεσανοργή, καθώς ούτε λίγο ούτε πολύ είπε ότι πιθανόν η Δώρα να έπεσε πάνω στο μαχαίρι κατά τη διάρκεια της πάλης.
Παρουσίασε την άτυχη κοπέλα μαινόμενη, ότι τον έβρισε «αλήτη», τον έπιασε από τα μαλλιά και ότι όχι απλώς αντέδρασε, αλλά πάλεψε μαζί του. Στην απολογία του φέρεται να ισχυρίστηκε ότι είδε σε ένα πεζούλι την τσάντα και πήγε να την κλέψει, προσθέτοντας ότι την κοπέλα δεν την είχε δει καθώς πρέπει να ήταν στο παρεκκλήσι.
Αντίθετα, στην απολογία που έδωσε στους αστυνομικούς είχε ισχυριστεί: «Στάθηκα και είδα μια νεαρή κοπέλα να κλαίει μπροστά σε έναν τάφο. Η κοπέλα αυτή είχε μαύρα μαλλιά και φορούσε σκούρα ρούχα. Δίπλα της, στο πεζούλι, είχε αφήσει την τσάντα της που ήταν μπεζ στο χρώμα. Την κοπέλα αυτή την έβλεπα πρώτη φορά στη ζωή μου. Δεν γνώριζα ούτε αυτή αλλά ούτε και την οικογένειά της. Κοίταξα γύρω μου και δεν είδα κάποιον εκεί κοντά. Μόνο κάτι γριές έβλεπα, αλλά αυτές ήταν πολλά μέτρα μακριά. Τότε σκέφτηκα να πάω να πάρω την τσάντα της κοπέλας. Γιατί πίστευα ότι σίγουρα θα είχε μέσα κάποια χρήματα. Έτσι και έκανα. Την πλησίασα από πίσω, της έβγαλα το μαχαίρι και της είπα: “Δώσε μου την τσάντα σου τώρα!”»
Αντιμέτωπος όμως με τη δικαιοσύνη, περιέγραψε τελείως διαφορετικά το βίαιο σκηνικό παρουσιάζοντας μια άλλη Δώρα που… του επιτέθηκε. Με έπιασε από πίσω από τα μαλλιά και μου είπε «αλήτη, την τσάντα μου» και προσπάθησε να πάρει την τσάντα της πίσω φέρεται να ισχυρίστηκε, προσθέτοντας ότι ακολούθησε σκληρή πάλη. Έβγαλα το μαχαίρι που είχα στην κατοχή μου για να την φοβερίσω για να με αφήσει να φύγω, είπε. Όταν όμως η παθούσα είδε το μαχαίρι θύμωσε περισσότερο και με το ένα χέρι προσπάθησε να με πιάσει από το λαιμό και με το άλλο χέρι προσπάθησε να μου πιάσει το χέρι που κρατούσα το μαχαίρι. Ενδεχομένως όμως πριν μου πιάσει το χέρι έπιασε τη λεπίδα του μαχαιριού και έτσι δικαιολογούνται οι αμυχές που βρέθηκαν στο χέρι της. Τελικώς μου έπιασε το χέρι κι εγώ στην προσπάθειά μου να την αποφύγω τίναξα το χέρι μου για να αποφύγω το δικό της και πρέπει να τη χτύπησα στο πρόσωπο. Επακολούθησε πάλη μεταξύ μας καθώς προσπαθούσα να ξεφύγω, ενώ εκείνη δε με άφηνε. Το πλήγμα στη θωρακική χώρα που φαίνεται σοβαρό δε θυμάμαι πώς ακριβώς επήλθε. Το πιθανότερο είναι ότι την χτύπησα εγώ όταν βρισκόμουν επάνω της στην προσπάθειά μου να στηριχτώ, γιατί μου κρατούσε τα χέρια. Έχασα την ισορροπία μου και ενδεχομένως τη χτύπησα στο στήθος με το μαχαίρι πέφτοντας πάνω της. Υπάρχει και το ενδεχόμενο να έπεσε εκείνη πάνω στο μαχαίρι κατά τη διάρκεια της πάλης. Εκτιμώ ότι η πάλη με την παθούσα κράτησε 5-6 λεπτά. Κάποια στιγμή συνειδητοποίησε η παθούσα ότι έχει χτυπηθεί και με άφησε. Στηρίχτηκε στο ένα γόνατο για να σηκωθεί και άρχισε να περπατάει κρατώντας την κοιλιά και το αριστερό πλευρό της προς κάποιες γυναίκες από τις οποίες ζήτησε βοήθεια. Κατά τη διάρκεια της πάλης η παθούσα φώναξε δύο φορές «αστυνομία», ισχυρίστηκε σύμφωνα με πληροφορίες στην απολογία του.
Σε σχετική ερώτηση της δικαστικής λειτουργού για τα όσα ισχυρίστηκε προανακριτικά, αρνήθηκε τα πάντα, λέγοντας μάλιστα ότι δεν είχε τα γυαλιά του για να διαβάσει αυτά που έγραφε η κατάθεση.
Η ιατροδικαστική όμως έκθεση και οι μαρτυρίες ανατρέπουν άρδην όλους τους ισχυρισμούς του. Η άτυχη Δώρα δέχθηκε πισώπλατες μαχαιριές και δεν πρόλαβε ούτε να καλέσει σε βοήθεια. Σύμφωνα με την ιατροδικαστική έκθεση, το θύμα έφερε διαμήκη τομή 15 εκατοστά στην αριστερή κοιλιακή χώρα, τραύματα από νύσσον και τέμνον όργανο στο κεφάλι και στην πρόσθια και οπίσθια επιφάνεια του κορμού.
Με ψυχραιμία είχε αντιμετωπίσει και τους αστυνομικούς μετά τη σύλληψή του. Για τουλάχιστον είκοσι λεπτά της ώρας, σύμφωνα με πληροφορίες, αρνιόταν ότι είχε σχέση με τη δολοφονία. Δεν ξέρω τι είναι αυτά που μου λέτε, επαναλάμβανε. Μόνο όταν κατάλαβε ότι ο κλοιός είχε σφίξει, αναγκάστηκε να ομολογήσει.