Αύγουστος του 1981. Η μισή Ελλάδα έχει παραδοθεί στο έλεος των εμπρηστών, χωρίς να εντοπίζεται ή να συλλαμβάνεται κανείς τους. Πρωθυπουργός ήταν ο αείμνηστος Γιώργος Ράλλης, ο οποίος, λίγες μέρες πριν, είχε ισχυριστεί το μνημειώδες, ότι για τις πυρκαγιές έφταιγαν οι κουκουνάρες των πεύκων! Ηταν Παρασκευή βράδυ, οι περισσότεροι συντάκτες των «ΝΕΩΝ» είχαν φύγει και μόνο εγώ, ο Δημήτρης Τσαλαπάτης και ο αείμνηστος Νίκος Κακαουνάκης δουλεύαμε ακόμη. Στις 10.30 ακριβώς βλέπω έναν αναστατωμένο Γιάννη Καψή, διευθυντή βέβαια της εφημερίδας, να έρχεται προς το μέρος μας και να φωνάζει κάτι ακατάληπτα. Οι Κακαουνάκης και Τσαλαπάτης, πιο έμπειροι στα του Καψή από εμένα, κατάλαβαν και άκουσα να λένε με ένα στόμα «την πατήσαμε», με τον Καψή να απαντά «είπα γρήγορα». Η Αστυνομία είχε συλλάβει έναν εμπρηστή στη Βάρη και μας έστελνε να του «φιλοτεχνήσουμε» το πορτρέτο. Γιατί έστειλε και τους τρεις μας; Γιατί έτσι ήταν ο Καψής. Οταν υπήρχε δημοσιογραφικό θέμα, ήθελε όλοι οι συντάκτες να είναι στην καρδιά των γεγονότων και όχι στο γραφείο. Τέλος πάντων, πήγαμε στην Αργυρούπολη όπου έμενε ο εμπρηστής, μάθαμε, γυρίσαμε στην εφημερίδα και γράψαμε. Του παραδώσαμε το υλικό γύρω στις 4 το πρωί, το διάβασε και στις 4.30 μας έδωσε την άδεια να φύγουμε. Αλλά με έναν όρο, να είμαστε πίσω στα γραφεία των «ΝΕΩΝ» στις 8 το πρωί! Κάτι πήγε να διαμαρτυρηθεί, σαν παλιότερος, ο Κακαουνάκης, αλλά ο Καψής επανέλαβε δυνατά «ΕΙΠΑ, εδώ στις 8!».
Εφυγα σκασμένος γιατί, κανονικά, το πρωί άρχιζε η άδεια που είχα ζητήσει και μου είχε εγκρίνει ο Καψής για να πάω στην Κρήτη, όπου είχα προγραμματίσει τους αρραβώνες μου. Λες να μου κόψει την άδεια, σκεφτόμουν. Στις οκτώ, και οι τρεις ήμασταν έξω από το γραφείο του Καψή, που είχε έρθει από τις οκτώ παρά δέκα. Σε λίγο η Ελένη, η γραμματέας του, μας είπε να περάσουμε μέσα, αλλά ένας ένας. Πέρασα τελευταίος και όταν με είδε ο Καψής, μου είπε «δεν πιστεύω, πιτσιρίκο, να νυστάζεις». Αυτό δα έλειπε… Την ίδια στιγμή, μου έδωσε ένα χαρτί. Πριν το διαβάσω και φοβούμενος ότι μου αναθέτει νέα δουλειά, του θύμισα ότι έπαιρνα άδεια… «Καλά, ρε πιτσιρίκο, εδώ ο κόσμος καίγεται κι εσύ παντρεύεσαι» μου απάντησε, ζητώντας πίσω το χαρτί που μου είχε δώσει. Χωρίς άλλη κουβέντα, κάτι συμπλήρωσε και μου το ξαναέδωσε. Εφυγα από το γραφείο τού Καψή και πήγα στο δικό μου, όπου και διάβασα το σημείωμά του. Ηταν εντολή προς το λογιστήριο του ΔΟΛ να μου χορηγηθεί ένα γενναίο πριμ για τη χθεσινοβραδινή ταλαιπωρία και δημοσιογραφική επιτυχία. Το ίδιο είχε κάνει και προς τους άλλους δύο συναδέλφους. Και η προσθήκη που έκανε στο δικό μου σημείωμα έλεγε «ΕΝΤΟΛΗ, το πριμ να φαγωθεί πριν τον γάμο!». Είχε μπερδέψει τον αρραβώνα μου, νομίζοντας ότι επρόκειτο για τον γάμο μου. Πηγαίνοντας σε λίγο προς το λογιστήριο, τον συνάντησα στον διάδρομο και μου είπε «να ζήσετε με την κοπελιά πολλά χρόνια ευτυχισμένοι».
Δεν ξέρω αν ήταν σαββατογεννημένος, αλλά η ευχή του έπιασε. Ακόμη με την ίδια σύζυγο ζω! Ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα τον σκεπάσει…