Μνήμη Βασίλη Κρεμμυδά
Η εξαγγελία του Πρωθυπουργού για το λεγόμενο «κοινωνικό μέρισμα» είναι σίγουρα αποκαλυπτική. Οχι όμως για τις «πολιτικές και κοινωνικές προτεραιότητες» της κυβέρνησης, όπως θα ήθελαν ο επικεφαλής της και οι προπαγανδιστές του, αλλά για τη μέθοδο μέσω της οποίας γίνεται η μάλλον μάταια προσπάθεια ανάκαμψης –της κυβέρνησης, όχι της χώρας.
Η συγκεκριμένη εξαγγελία βασίζεται σε σαθρές βάσεις και δημιουργεί μια σειρά από στρεβλώσεις. Εμφανίζεται ως αντιστρέφουσα τη «φιλοσοφία της λιτότητας» και ως συνέπεια «καλύτερων των αναμενομένων» δημοσιονομικών αποτελεσμάτων, ενώ η αλήθεια είναι ότι στηρίζεται στην αδικαιολόγητη επιμήκυνση και εμβάθυνση περιοριστικών μέτρων και περικοπών, καθώς και στην επιλογή της κυβέρνησης για δημιουργία τεχνητού αριθμητικού πλεονάσματος εις βάρος της πραγματικής οικονομικής ανάπτυξης. Τώρα αποδεικνύεται γιατί η κυβέρνηση επέμεινε, παρόλο που οι διεθνείς εταίροι δεν της το ζητούσαν και παρόλο που το συμφέρον της χώρας απαιτούσε το αντίθετο, σε υπερβολικά πρωτογενή πλεονάσματα: ώστε να μπορεί να μοιράζει λίγα χρήματα σε πολλούς και να ονομάζει αυτόν τον αντιπαραγωγικό μποναμά, που δεν έχει καμία σχέση με αναδιανομή, «κοινωνική ευαισθησία». Πόσο ευαίσθητο είναι όμως άραγε για μια «αριστερή» κυβέρνηση να δημιουργεί πρώτα ή να μεγαλώνει τις τάξεις των νεοπτώχων για να τους μοιράζει στη συνέχεια γλίσχρα επιδόματα που ούτε από την ανέχεια τους γλιτώνουν ούτε κίνητρο για δημιουργικότητα τους προσφέρουν;
Και ας αναλογιστούμε πόσο «καλύτερα» είναι στην πραγματικότητα τα δημοσιονομικά αποτελέσματα που επιτρέπουν μια τέτοια επιδοματική πολιτική, όταν οι επιδόσεις της παρούσας κυβέρνησης είναι μπροστά στα μάτια όλων μας. Διαιώνιση της έξωθεν εποπτείας μέσω ενός τρίτου και αχρείαστου Μνημονίου και μέσω της λήψης μέτρων, υπό στενή παρακολούθηση, για πολλά ακόμα χρόνια και με δέσμευση και των επόμενων κυβερνήσεων. Συμφωνία για περαιτέρω μείωση του αφορολογήτου και των συντάξεων, που αφορούν ακριβώς εκείνες τις κοινωνικές ομάδες τις οποίες υποτίθεται ότι τα επιδοματικά μέτρα ευεργετούν (δεν είναι δύσκολο να κάνουν τον υπολογισμό οι δικαιούχοι του «μερίσματος», αν αυτό που θα λάβουν καλύπτει την αύξηση φόρων και τη μείωση μισθών και συντάξεων που υπέστησαν ήδη και θα συνεχίσουν να υφίστανται). Υποβάθμιση έως διάλυση των δημόσιων δικτύων κοινωνικής προστασίας, με πρώτο τον τομέα της υγείας, που οδηγεί τους πιο αδύναμους οικονομικά πολίτες είτε σε εξαιρετικά υποβαθμισμένες υπηρεσίες είτε στην καταφυγή στον διόλου καλυπτόμενο από τα επιδόματα ιδιωτικό τομέα. Μη εξυπηρέτηση των υποχρεώσεων του ελληνικού Δημοσίου, που φτιάχνει έτσι πλεονάσματα εις βάρος όλων των φορολογουμένων για να τα αποδώσει όχι σε αυτούς στους οποίους χρωστά, αλλά σε αυτούς στων οποίων την ψήφο στοχεύει.
Γιατί τελικά η «στρατηγική» είναι απλή, έτσι όπως ανακοινώθηκε πριν από λίγες ημέρες και από τον υπουργό και από τον υφυπουργό Οικονομικών: δεν ενδιαφέρουν μέτρα που θα φέρουν ανάπτυξη για όλους, αλλά μέτρα που μπορούν να φανούν ευνοϊκά για τους δυνητικούς ψηφοφόρους της κυβέρνησης. Η εξάπλωση της μιζέριας όχι μόνο δεν συνιστά πρόβλημα, αλλά είναι και εργαλείο άσκησης πολιτικής. Το κράτος γίνεται περισσότερο παρά ποτέ αντιληπτό ως πάροχος, ως «πατερούλης», για κοινωνικές ομάδες που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα και που η κυβέρνηση δεν θέλει να αποκτήσουν, ώστε να τις χειραγωγεί. Αλλά η τόσο φανερή χειραγώγηση κάποια στιγμή, στη δημοκρατία, γυρνάει μπούμερανγκ εναντίον των χειραγωγούντων.
Ο Κώστας Μποτόπουλος είναι συνταγματολόγος