Ναι, έπεσε πολύ νερό. Η εκτίμηση είναι ότι το ύψος της βροχής έφτασε τα 100 χιλιοστά. Ηταν δηλαδή σαν να έπεφταν 100 τόνοι νερού σε ένα στρέμμα… Ομως το νερό που ακολούθησε τη φυσική του πορεία, εξαιτίας της έλλειψης διεξόδων – αφού έχει χτιστεί και το τελευταίο τετράγωνο – σε συνδυασμό με τα μπαζωμένα ρέματα και την έλλειψη χώματος από την τσιμεντοποίηση της περιοχής, μετέτρεψε τους δρόμους σε ρέματα και δημιούργησε ορμητικούς χειμάρρους που παρέσυραν τα πάντα στο διάβα τους. Κάποτε, σύμφωνα με ειδικούς, το 80% της βροχής το απορροφούσε το έδαφος και μόλις το 20% έπεφτε στη θάλασσα. Σήμερα το ποσοστό έχει αλλάξει δραματικά.

Σύμφωνα με τον ομότιμο καθηγητή Πολεοδομίας στο Εθνικό Πολυτεχνείο Αθηνών (ΕΜΠ) Γιάννη Πολύζο, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο οι δομημένες επιφάνειες στην Αθήνα κάλυπταν περίπου το 25% του Λεκανοπεδίου. Μετά το 1975, το 75% καλύφθηκε από δομημένες επιφάνειες και δρόμους – δίκτυα. Οι ελεύθεροι χώροι αποτελούν πλέον μόλις το 4%. Σύμφωνα με τον Γιάννη Πολύζο, το σύνθημα σήμερα είναι «ανοιχτές παραρεμάτιες κοίτες. Αυτές θα πρέπει να είναι σαφώς οριοθετημένες προκειμένου και η διακίνηση των αέριων μαζών να γίνεται για να δροσίζονται οι πόλεις και το νερό να βρίσκει διέξοδο σε περίπτωση πλημμυρών. Το σύνθημα αυτό έχει βρει ήδη έδαφος στην Ευρώπη, όπου ανακαλύπτονται συνεχώς νέα ρέματα». Οπως υποστηρίζει, «είναι πλέον επιτακτική η ανάγκη να καταλάβουν όλοι ότι τα ρέματα δεν πρέπει να μπαζώνονται». Και συμπληρώνει: «Ενδεχομένως θα πρέπει να κατασκευαστούν και μικροί ταμιευτήρες, τόσο για να συγκρατούν τα νερά της βροχής όσο και για να χρησιμοποιείται το νερό τους για το πότισμα πράσινων εκτάσεων στις πόλεις».

 

ΑΚΡΑΙΟ ΤΟΠΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ. Η εκτίμηση που υπάρχει αυτή τη στιγμή από τους μετεωρολόγους είναι ότι το ύψος του νερού από την καταστροφική νεροποντή που έπληξε τη Δυτική Αττική έφτασε τα 100 χιλιοστά. «Αυτό σημαίνει ότι έπεσαν 100 τόνοι νερού σε ένα στρέμμα», επισημαίνει μιλώντας στα «ΝΕΑ» ο μετεωρολόγος – διευθυντής ερευνών στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών Κώστας Λαγουβάρδος. «Μια τέτοια ποσότητα νερού όπου και να έπεφτε θα δημιουργούσε προβλήματα. Και αυτό το νερό έπεσε σε περίπου δύο ώρες. Επί της ουσίας πρόκειται για μια αιφνίδια πλημμύρα από αυτές που προκαλούνται πολύ συχνά το φθινόπωρο στην Ελλάδα. Κάτι αντίστοιχο συνέβη και στη Σύμη» συνεχίζει. Οι μετεωρολόγοι κάνουν εκτιμήσεις για την ποσότητα του νερού που έπεσε, επειδή, όπως εξηγεί ο διευθυντής προγνώσεων της ΕΜΥ Αντώνης Λάλος, «δεν υπάρχουν σταθμοί σε αυτή την περιοχή». Το σίγουρο πάντως είναι ότι το φαινόμενο ήταν τοπικό. Και αυτό προκύπτει από τους σταθμούς που έχει εγκαταστήσει γύρω από την περιοχή το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών. «Στους Αγίους Θεοδώρους – που βρίσκονται στα δυτικά της πληγείσας περιοχής – οι σταθμοί κατέγραψαν 12 χιλιοστά βροχής. Στα Βίλια – που βρίσκονται βόρεια – κατεγράφησαν 25 χιλιοστά και στην Ελευσίνα – που είναι ανατολικά – σχεδόν δεν έβρεξε καθόλου», αναφέρει ο Κώστας Λαγουβάρδος.