Η συγκρότηση του νέου φορέα ξεκίνησε με δύναμη, με πολλή δύναμη. Οι 210.000 πολίτες που προσήλθαν στις κάλπες την προηγούμενη Κυριακή ξεπέρασαν κάθε προσδοκία. Η μεγάλη αυτή συμμετοχή, που αναλογεί σε διψήφιο ποσοστό στις εθνικές εκλογές, αποτελεί την καλύτερη δυνατή εγγύηση για την επιτυχή ολοκλήρωση του εγχειρήματος. Αποτελεί, επίσης, ισχυρό μήνυμα προς τους κυβερνώντες αλλά και προς τη ΝΔ. Ενα σημαντικό πλέον μέρος της ελληνικής κοινωνίας δεν εμπιστεύεται ούτε τους μεν ούτε τους δε για την κοινωνική και οικονομική ανασυγκρότηση της χώρας.
Η δύναμη αυτή πρέπει να διατηρηθεί με τη μαζική προσέλευση των προοδευτικών πολιτών στις κάλπες της επόμενης Κυριακής, παρά την αναμενόμενη μειωμένη συμμετοχή που παρατηρείται σε όλες τις ανάλογες περιπτώσεις. Ισως γι’ αυτό να ήταν λάθος η πραγματοποίηση δεύτερου γύρου από τη στιγμή που η πρωτιά της Φ. Γεννηματά με 42% και η μεγάλη διαφορά από τον Ν. Ανδρουλάκη αποτελεί αναμφισβήτητη πολιτική νίκη, η οποία δεν προβλέπεται να ανατραπεί στον δεύτερο γύρο.
Η νίκη αυτή δεν αποτελεί μόνο αποτέλεσμα της δημοφιλίας της Φ. Γεννηματά στον χώρο του ΠΑΣΟΚ αλλά και επιβράβευση της καθοριστικής συμβολής της στην επίτευξη της ενότητας, γεγονός που της αναγνωρίζουν όχι μόνο οι οπαδοί της, αλλά και αρκετοί από εμάς που έτυχε να διαφωνήσουμε μαζί της σε επιμέρους χειρισμούς, αλλά και ως προς τον ενιαίο κομματικό χαρακτήρα του νέου φορέα. Επιπλέον, το υψηλό ποσοστό αποδοχής της αντανακλά το καθόλα θεμιτό δικαίωμα να οδηγήσει την παράταξη στις επόμενες εκλογές το πρόσωπο που κατάφερε να πετύχει κάτι που πριν από λίγους μήνες φάνταζε απραγματοποίητο.
Από την άλλη, είναι λάθος η νίκη της Φ. Γεννηματά και η δεύτερη θέση του Ν. Ανδρουλάκη να αντιμετωπίζονται ως «πασοκική ανασυγκρότηση». Πρώτα απ’ όλα γιατί οι 84.000 ψήφοι που πήρε η Φ. Γεννηματά υπερβαίνουν κατά πολύ τους 27.000 ψήφους που είχε πάρει ως υποψήφια πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ το 2015. Επιπλέον, η πολύ καλή επίδοση του Ν. Ανδρουλάκη, ενός καταξιωμένου στελέχους και ιδιαίτερα επιτυχημένου ευρωβουλευτή, αποτελεί ένα ισχυρό μήνυμα ανανέωσης (και ηλικιακής), φέρνοντας στο προσκήνιο μία νέα γενιά αξιόλογων στελεχών.
Κυρίως, όμως, δεν πρέπει να υποτιμηθεί το ποσοστό των Γ. Καμίνη και Στ. Θεοδωράκη που υπερβαίνει το 25%. Το ποσοστό αυτό επιβεβαιώνει τη συμμετοχή ευρύτερων δυνάμεων, οι οποίες δεν συνιστούν μόνο ένα σημαντικό μέγεθος, αλλά και ένα ιδιαίτερα δυναμικό κομμάτι του εκλογικού σώματος, αποτελώντας εγγύηση για την υπέρβαση του παλιού και τη δημιουργία του νέου.
Ο Γιάννης Τούντας είναι καθηγητής Ιατρικής, μέλος της Συντονιστικής Γραμματείας των Κινήσεων Πολιτών για τη Σοσιαλδημοκρατία