Ο 42χρονος ανθυπασπιστής της Βασιλικής Χωροφυλακής, μανιώδης αναγνώστης βιβλίων αστυνομικής λογοτεχνίας και επίμονος παρατηρητής των ανθρώπων, χτίζει μια αξιοζήλευτη φήμη στο επίλεκτο τμήμα της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας διαλευκαίνοντας αργά και μεθοδικά δύσκολα εγκλήματα και σκοτεινές υποθέσεις. Μια απρόσμενη δυσμενής μετάθεση θα διασταυρώσει τη ζωή του με έναν 20άχρονο ενωμοτάρχη, που η αγάπη τους για τη λογοτεχνία θα τους φέρει κοντά, δημιουργώντας μια σχέση εμπιστοσύνης.
Τριάντα τέσσερα χρόνια μετά όλα έχουν αλλάξει. Ο συνταξιούχος «Σέρλοκ Χολμς» της εγκληματολογίας από τη μια και ο ενωμοτάρχης, που πλέον έχει γίνει συγγραφέας, από την άλλη. Η τυχαία συνάντησή τους γίνεται η αφορμή για να βγει στην επιφάνεια το μυστικό της δυσμενούς μετάθεσης του αστυνομικού, για να ειπωθεί η ιστορία της Γκαλίνας, της γυναίκας που η ζήλεια ώθησε στο απύθμενο μίσος και την αποτρόπαια εκδίκηση.
Εως εδώ θα μπορούσε να είναι ο πρόλογος ενός μυθιστορήματος που θα διεκδικούσε με αξιώσεις μια θέση στο ράφια της αστυνομικής λογοτεχνίας. Ε, λοιπόν όχι…
Το συναπάντημα του αστυνομικού με τον έρωτα, όταν παρεισφρέει, ως τρίτο πρόσωπο, ανάμεσα σε δύο γυναίκες ερωτευμένες, θα γίνει η αιτία που θα δει την τελματωμένη, ανέραστη ζωή του να εκτροχιάζεται από τις ράγες της σιγουριάς και της βεβαιότητας στην οποία βάδιζε μακάριος έως τότε. Καθετί στέρεο και σταθερό που γνώριζε θα χαθεί οριστικά αλλάζοντας δραματικά το τοπίο στην προκαθορισμένη έως τότε ζωή του αλλά και σε κάθε τυχαίο μάρτυρα αυτής της υπόθεσης.
Ο συγγραφέας Ανδρέας Μήτσου χαράζει στις σελίδες της νουβέλας του ένα μονοπάτι, όχι αναζητώντας τον ένοχο σε κάποιο έγκλημα, αλλά ψηλαφώντας τον δρόμο στον οποίο βαδίζουν αλληλένδετα (τελικά) η αγάπη και το μίσος. Αναμετράει τη δύναμή τους και συγκρίνει τον καταλυτικό τους ρόλο στις ζωές των ανθρώπων.
«Ο πόνος μας φέρνει στη ζωή, όταν λοιπόν καταβυθιστούμε στο βίωμα και νιώσουμε τον πόνο τότε κατανοούμε τη ζωή, τότε κατανοούμε τι σημαίνει αγάπη και τι σημαίνει μίσος», σημειώνει εμφατικά ο συγγραφέας.
Κύριε Μήτσου, δεν είναι η πρώτη φορά που χρησιμοποιείτε τη φόρμα της αστυνομικής πλοκής. Δείχνετε κάποια συμπάθεια προς την αστυνομική ίντριγκα ή τη χρησιμοποιείτε ως φόρμα για να φθάσετε εκεί που θέλετε;
Γίνεται μια δόλια αποπλάνηση του αναγνώστη το οποίο είναι στοιχείο που το ενέχει η αστυνομική λογοτεχνία. Η αστυνομική φόρμα, πιστεύω, ότι κάνει την πλοκή πιο συναρπαστική. Δημιουργεί ένα παιχνίδι με τον αναγνώστη, ξεγελάει τον αναγνώστη. Είναι μία διαδικασία αποπλάνησης που ο συγγραφέας καλείται να παίξει, το παιχνίδι της απόκρυψης και της φανέρωσης.
Αφιερώνετε το βιβλίο σας στον ανθυπασπιστή Χατζηστάμου. Να υποθέσω ότι η νουβέλα είναι βιωματική και ότι ο «Σέρλοκ» της ιστορίας σας πράγματι υπήρξε;
Εάν πείθει ότι είναι βιωματική, τότε ναι, είναι η απάντησή μου η δόλια, η ύπουλη. Ο,τι πείθει αυτό είναι αλήθεια και η αλήθεια είναι το αντίθετο της λήθης, (α)+λήθη = ό,τι δεν ξεχνιέται. Οντως υπήρχε ένα άτομο που γνώριζα. Κοίταζε με απίστευτη περιέργεια τον κόσμο. Τους έβλεπε όλους επίδοξους δολοφόνους. Και εγώ σκεφτόμουν τι είδους παραξενιά είναι αυτή, όμως σιγά σιγά το απώθησα μέσα μου. Μετά από χρόνια, που ξαναήρθε στο μυαλό μου αυτή η φυσιογνωμία, σκέφτηκα, τι τον βασάνιζε αυτόν τον άνθρωπο που προσπαθούσε με τόσο κόπο να δει τι εγκλήματα έχουν κάνει οι άλλοι. Μήπως τα έχει κάνει ο ίδιος; Από πού πηγάζει αυτή η περιέργειά του, η ανικανοποίητη, που ήθελε να ικανοποιηθεί από τους φόνους που έχουν κάνει άλλοι και από τα κρίματα των άλλων;
Τι αντιπροσωπεύει ο καθένας από τους ήρωες του βιβλίου σας;
Οι πρωταγωνιστές είναι ο ανθυπασπιστής και ο φίλος του ο συγγραφέας. Στη βαθύτερη ουσία τους είναι το ένα και το αυτό πρόσωπο, «όμοια μιλάμε, ίδια εκφραζόμαστε».
Το κύριο γνώρισμα του περίεργου αυτού ανθυπασπιστή είναι ακριβώς ότι είναι περίεργος, η έννοια περιέργεια ενέχει την ύβρη γιατί ο απλός άνθρωπος βλέπει τα πράγματα στην προφάνειά τους, ο ανικανοποίητος άνθρωπος, αυτός που είναι εκτός της ζωής, θέλει να δει το από πίσω, το βάθος των πραγμάτων. Αυτό συνιστά την ύβρη.
Από την άλλη ο συγγραφέας είναι ένας παρατηρητής της ζωής. Γιατί είναι ανίκανος να μπει σε αυτή καθαυτή τη ζωή και στέκεται απέξω και παρατηρεί εκ του μακρόθεν. Στέκεται παρατηρητής έως ότου συναντά τον παλιό του φίλο από τη Χωροφυλακή, που του δίνει λόγο ύπαρξης, ώθηση για να μπει στη ζωή. Κι αυτός στέκεται ενεός, κατάπληκτος, γιατί είναι ένας δειλός. Φοβάται να μπει στη ζωή μην τυχόν και τον καταβροχθίσει η πραγματικότητα. Γράφοντας προσπαθεί να αποσείσει την αμεσότητα του πραγματικού.
Σε όλο το βιβλίο συνυπάρχει, ισορροπεί η αγάπη με το μίσος. Είναι οι δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος;
Βεβαίως. Aντιμάχονται διαρκώς και κυριαρχεί η αγάπη των δύο γυναικών και η ήττα του άνδρα.
Ο συγγραφέας διαμορφώνει εξαρχής τους χαρακτήρες μέσα στο μυαλό του ή οι ήρωες κινούνται παράλληλα και πλάθονται τη στιγμή που γράφεται το βιβλίο;
Ολες μου οι ιστορίες ξεκινάνε από ένα πρωταρχικό βίωμα. Οι ήρωες αναδύονται από μέσα σου, βγαίνουν από τα βάθη που τους έχεις ίσως για χρόνια θαμμένους. Το βίωμα βυθίζεται μέσα σου, κοιμάται και κάποια στιγμή αποστάζεται και αφυπνίζεται.
Ο συγγραφέας διαμορφώνει τους χαρακτήρες των ηρώων του ή και οι ήρωες διαμορφώνουν λίγο λίγο τον χαρακτήρα του συγγραφέα;
Είναι μία ζύμωση. Αναμοχλεύει, είναι η σωστή λέξη, ο συγγραφέας το υλικό του και μετά οι ήρωες ξεπηδούν από μέσα του και τον τυραννούν. Μετά από κάθε βιβλίο είσαι ένας άλλος άνθρωπος.
Αρα το απόσταγμα του βιβλίου σας επηρεάζει και εσάς;
Πάρα πολύ, διότι έχεις διαμορφώσει μία άλλη πραγματικότητα. Ζεις σε ένα άλλο σύμπαν στο οποίο πλέον υπάρχει η Γκαλίνα. Είναι πλέον υπαρκτό πρόσωπο από τη στιγμή που της έχεις δώσει υπόσταση.
Τι ελπίζετε ότι θα αποκομίσει κάποιος διαβάζοντας το βιβλίο σας;
Νομίζω και ελπίζω πρώτα από όλα έναν παρηγορητικό χρόνο. Διότι ένα καλό βιβλίο προσφέρει ουσιώδη χρόνο. Εφόσον έχει καταδυθεί ο δημιουργός στη βαθύτερη συνείδησή του, γίνεται παγκόσμια η συνείδησή του. Αφορά και τον άλλον. Ενα κακό βιβλίο τρώει χρόνο διότι το κείμενο «ένα ανταλλακτικό νόμισμα είναι», έχει πει ο Μπόρχες. Πάντως σε μένα συντελέστηκε η άφεση και η παρηγορία. Αν θα συντελεστεί σε άλλους αυτό θα είναι ευτύχημα.
Η Λύπη και ο Χρόνος

«Η ζήλεια είναι το πιο θετικό συναίσθημα»

Ο Ανδρέας Μήτσου έχει έως τώρα εκδώσει οκτώ συλλογές διηγημάτων, πέντε μυθιστορήματα και δύο νουβέλες. Το μυθιστόρημά του «Τα ανίσχυρα ψεύδη του Ορέστη Χαλκιόπουλου» τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος το 1996, η συλλογή διηγημάτων «Σφήκες» με το Βραβείο Γραμμάτων της Ακαδημίας Αθηνών (Ουράνη) το 2002, η νουβέλα «Ο κύριος Επισκοπάκης» απέσπασε το 2007 το Βραβείο Αναγνωστών (ΕΚΕΒΙ – ΕΡΤ), ενώ το 2016 του απονεμήθηκε το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος για τη συλλογή του «Η εξαίσια γυναίκα και τα ψάρια».

Ανάμεσα στην «Γκαλίνα» και στα προηγούμενα βιβλία σας, όπως «Αλεξάνδρα», «Τα ανίσχυρα ψεύδη», «Ο κύριος Επισκοπάκης», υπάρχουν κάποιες ομοιότητες.
Ναι, πράγματι. Γιατί ένα πράγμα διαχειριζόμαστε. Οι σοβαροί συγγραφείς, αν μπορώ να εντάξω τον εαυτό μου σε αυτούς, διαχειρίζονται ένα και το αυτό πράγμα και το βλέπουν από διάφορες οπτικές γωνίες.
Και ποιο είναι αυτό;
Είναι η δειλία του άντρα να μπει στην πραγματική ζωή. Aυτό είναι. Παίζω βέβαια πάντα με την έννοια του ψεύδους και της αλήθειας. Στα «Ανίσχυρα ψεύδη» το ίδιο. Ο «Επισκοπάκης» άραγε τι κάνει; Εκεί και αν είναι δειλός. Γενικά, όλα μου τα βιβλία τα διαποτίζει μια λύπη. «Ποιος θα σηκώσει τη λύπη τούτη από την καρδιά μας» έγραφε ο Σεφέρης.
Διαχειρίζομαι τη δειλία να μπεις στη ζωή, την αδυναμία να μπεις ολοκληρωτικά σε έναν έρωτα και να βγεις νικητής. Στην ουσία, την απώλεια του έρωτα και επίσης τη συλλογική απώλεια των πραγμάτων. Γιατί περνώντας ο χρόνος διαπιστώνεις συνεχώς πως κάποια πράγματα έχουν χαθεί πια για πάντα.
Τα ερωτικά τρίγωνα επίσης σας έχουν ξαναπασχολήσει.
Στον κάθε έρωτα ποτέ δεν μπλέκονται μόνο δύο. Υπάρχει πάντα ο τρίτος αθέατος παράγοντας, ο οποίος είναι ο καταλύτης των πραγμάτων. Οποιος δεν τον βλέπει, είναι τυφλός και στα αφτιά και στα μάτια. Σε οποιαδήποτε σχέση, υπάρχει ο αθέατος, ο κεκρυμμένος. Ακόμα και ως ενδεχόμενο, ακόμα και εν δυνάμει μόνο να υπάρχει, να μην έχει πάρει υπόσταση, σου δημιουργεί μια τεράστια ανασφάλεια, σου δημιουργεί τη ζήλεια. Σε όλα μου τα βιβλία ασχολούμαι με την έννοια της ζήλειας. Η ζήλεια είναι το πιο θετικό συναίσθημα, ένστικτο, αν και όλοι το απορρίπτουν. Οποιος δεν ζηλεύει δεν είναι μέσα σε έρωτα, είναι σε μια σχέση συμβατική, τυπική, διεκπεραιωτική, διότι αν θέλεις κάτι πάρα πολύ, το θέλεις όλο δικό σου.

INFO

Η επίσημη παρουσίαση της νουβέλαςτου Ανδρέα Μήτσου «Γκαλίνα: Η σκοτεινήοικιακή βοηθός» θα πραγματοποιηθείστις 20 Ιανουαρίου στο Βιβλιοπωλείο Ιανός

Ανδρέας Μήτσου

Γκαλίνα

Η σκοτεινή οικιακή βοηθός

Εκδ. Καστανιώτη 2017, σελ. 144

Τιμή: 9,50 ευρώ