Η φράση έχει μείνει στην ιστορία από τον «Κυανοπώγωνα», το παραμύθι του Σαρλ Περό, τότε που το τέρας ετοιμάζεται να δολοφονήσει την τελευταία του σύζυγο κι εκείνη ρωτά την αδελφή της που έχει ανεβεί στον πύργο για να δει αν έρχονται τα αδέλφια τους να τους σώσουν: «Αννα, αδελφή μου Αννα, βλέπεις τίποτα να έρχεται;» Μ’ αυτή την ερώτηση ξεκινά και ο γάλλος δημοσιογράφος Ραφαέλ Γκλικσμάν μια σειρά άρθρων του στο περιοδικό «L’Obs» για την Αριστερά. Η Αννα απαντά ότι δεν βλέπει τίποτα να έρχεται, ούτε καν «τον ήλιο να σκονίζει και το γρασίδι να πρασινίζει». Απόλυτο κενό. Εκείνος όμως θεωρεί ότι το κενό αυτό αποτελεί μια ευκαιρία. Εσπασε η παλιά ζυγαριά που παρέτεινε τον μακρύ δογματικό μας ύπνο; Τόσο το καλύτερο! Είμαστε αδύναμοι και γυμνοί; Τόσο το καλύτερο! Δεν υπάρχει δομή, δεν διακρίνεται σωτήρας; Τόσο το καλύτερο! Θα ξεκινήσουμε από την αρχή, δηλαδή από την αποτυχία.

Η Αννα επιμένει: ποιοι είμαστε; Ποιοι είναι οι «εμείς» στους οποίους αναφέρεσαι; Σωστή ερώτηση, απαντά ο Γκλικσμάν. Εκεί ακριβώς αποτύχαμε: στο «εμείς». Συνεχίσαμε να λέμε «εμείς», ενώ σκεφτόμασταν «εγώ». Αποδεχθήκαμε τον κυρίαρχο ατομικισμό χωρίς να το αναγνωρίσουμε. Υιοθετήσαμε μυστικά το λογισμικό της αγοράς που βλέπει τους λαούς ως συλλογή αυτόνομων όντων κι έτσι δεν μας επιτρέπει πια να δούμε τους λαούς. Από εκεί λοιπόν πρέπει να ξεκινήσουμε: από την επανεφεύρεση του «εμείς», ενός κοσμοπολίτικου και ευρωπαϊκού «εμείς», ενός συλλογικού οράματος της κοινωνίας όπου τα δικαιώματα του συνόλου θα μπορούν να υποχρεώνουν τα μέρη.

Φανταστείτε τη σκηνή: ενισχυμένοι από τη μεγάλη προσέλευση του πρώτου γύρου, οι δύο υποψήφιοι για την ηγεσία της Κεντροαριστεράς να λάμβαναν μέρος σε ένα πραγματικό ντιμπέιτ. Η πρώτη ερώτηση (και η δεύτερη, και η τρίτη…) δεν θα ήταν με ποιον θα συνεργαστούν μετά τις επόμενες εκλογές, αλλά ποιος πιστεύουν ότι φταίει για την τραγωδία της Μάνδρας και ποια συγκεκριμένα μέτρα έχουν να προτείνουν για να μην επαναληφθεί ένα τέτοιο μακελειό. Υστερα, η Φώφη Γεννηματά και ο Νίκος Ανδρουλάκης θα καλούνταν να απαντήσουν πώς θα κάνουν τη σοσιαλδημοκρατία και πάλι ελκυστική, πώς θα φέρουν πίσω τους ψηφοφόρους που έχουν φύγει, πώς θα επανεφεύρουν το ελληνικό «εμείς». Αλλά το ντιμπέιτ, που θα γινόταν χωρίς αυστηρούς κανόνες, δεν θα έμενε εκεί. Θα επεκτεινόταν σε βιβλία και σε ταινίες, θα έμπαινε σε φιλοσοφικές αναζητήσεις και προσωπικά θέματα –και, φυσικά, θα έβγαινε από τα ελληνικά σύνορα. Πώς βλέπετε αγαπητοί τις πρωτοβουλίες του Μακρόν; Τι πιστεύετε για τις παρεμβάσεις του Πούτιν σε εκλογικές διαδικασίες άλλων χωρών; Πόσο πιθανό θεωρείτε η αντιπαράθεση Τραμπ – Κιμ να οδηγήσει σε έναν πυρηνικό πόλεμο;

Η συζήτηση αυτή δεν θα γίνει ποτέ. Ούτε καμιά άλλη βέβαια, μετά την ακατανόητη απόφαση να ματαιωθεί το χθεσινό ντιμπέιτ λόγω εθνικού πένθους και ταυτόχρονα να μην αναβληθεί ο αυριανός δεύτερος γύρος. Ας είναι, η γκρίνια δεν οδηγεί πουθενά. Οπως λέει κι ο Γκλικσμάν στην Αννα, «κατέβα τώρα από τον πύργο, σταμάτα να κοιτάς τον ορίζοντα σαν ανόητη κι έλα να δουλέψουμε μαζί».