Με τους πολέμους σπανίως ξεμπερδεύει κανείς εύκολα. Και με τον πόλεμο που κήρυξε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στους αντιεξουσιαστές, το πιθανότερο είναι ότι θα επιβεβαιώσει τον κανόνα. Οτι αυτός ο ασύμμετρα βίαιος και εκ του ασφαλούς ακτιβισμός τους «δεν θα τελειώσει την επόμενη ημέρα της κυβέρνησης της ΝΔ», όπως δήλωσε για ακόμη μία φορά ο ίδιος, αλλά θα συνεχιστεί με το ένα στρατόπεδο, το δικό του, να χάνει κάθε μέρα σε ηθικό και το άλλο, των αντιεξουσιαστών, να απολαμβάνει ακάθεκτο τους επαναστατικούς οργασμούς του.
Ενας βασικός λόγος είναι ότι λείπει το πολιτικό κονσένσους –αν ο ΣΥΡΙΖΑ μετατρέπει σήμερα ως κυβέρνηση τα περιπολικά σε ταξί για τους Ρουβίκωνες, είναι σχεδόν βέβαιο ότι αύριο ως αντιπολίτευση θα καταγγέλλει νυχθημερόν τη ΝΔ για αυταρχισμό άλλων εποχών. Με το μισό πολιτικό σύστημα να μην αναγνωρίζει ότι το κράτος έχει το μονοπώλιο στη βία και να ανέχεται τα «παιδιά» ακόμη κι όταν καίνε ανθρώπους ή πυροβολούν άλλους με φωτοβολίδες, ο πόλεμος του Μητσοτάκη θα γίνει αναγκαστικά σε πολλά μέτωπα. Και μπορεί να φανταστεί κανείς τι θα γίνει στο πολιτικό μέτωπο εάν το επόμενο αίμα που θα τρέξει δεν θα είναι τριών τραπεζικών υπαλλήλων ή μιας δικηγόρου αλλά ενός «παιδιού».
Αν η απουσία συμμάχων είναι ο σταθμισμένος παράγοντας, ο αστάθμητος είναι ο ίδιος ο στρατός. Είναι εκείνα τα «παιδιά» που κανένας δεν αναγνωρίζει ως τέτοια και για τα οποία κανείς επίσης δεν ξέρει εάν θα χρησιμοποιήσουν τα κλομπ τους για να χτυπήσουν τον θεματικό τουρισμό της βίας στα Εξάρχεια ή για να βγάλουν απωθημένα, βέβαιοι κάποιοι από αυτούς ότι η μόνη λύση απέναντι στον φαιοκόκκινο φασισμό είναι ο κατάμαυρος. Τότε δεν θα έχει χαθεί μόνο ο πόλεμος, αλλά πολύ περισσότερα.