«Βρισκόμαστε ενώπιον μιας κατάστασης η οποία δεν υπήρξε έως τώρα ποτέ στην Ομοσπονδιακή Γερμανία. Η πρόκληση για τα πολιτικά κόμματα είναι μεγαλύτερη από ποτέ. Πρέπει να ακολουθήσουν την εντολή για σχηματισμό κυβέρνησης — αυτή η ευθύνη υπερβαίνει τα συμφέροντά τους. Η εντολή για τον σχηματισμό κυβέρνησης παραμένει. Δεν μπορείς να επιστρέψεις έτσι απλά την ευθύνη στον ψηφοφόρο. Τα κόμματα πρέπει για άλλη μια φορά να μπουν σε περισυλλογή και να ξανασκεφτούν τις θέσεις τους», δήλωσε ο κ. Σταϊνμάιερ μετά τη συνάντηση του με την Α. Μέρκελ.
Όπως τόνισε: «Τα κόμματα που εκπροσωπούνται στο Κοινοβούλιο έχουν ως υποχρέωση το κοινό καλό. Περιμένω από όλα τα κόμματα διάθεση για συνομιλίες, για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Όποιος ζητάει την ευθύνη διακυβέρνησης, δεν επιτρέπεται μετά να κρύβεται», ενώ σημείωσε ότι τόσο εντός όσο και εκτός της χώρας –ιδιαίτερα στους Ευρωπαίους εταίρους μας– θα είναι δύσκολο να κατανοηθεί το να μην μπορούν οι πολιτικές δυνάμεις μας να ανταποκριθούν στην ευθύνη τους».
Ο κ. Σταϊνμάιερ τις επόμενες ημέρες θα συναντηθεί με τους αρχηγούς των κομμάτων και όλους τους εμπλεκόμενους φορείς.
SPD: Εκλογές και «όχι» σε«μεγάλο» συνασπισμό με την Χριστιανική Ένωση
«Όχι» σε «μεγάλο» συνασπισμό με την Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU) είπε την Δευτέρα, ο Αρχηγός των Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών (SPD) Μάρτιν Σουλτς, επιμένοντας στην θέση που έλαβε το κόμμα του ήδη από το βράδυ των εκλογών της 24ης Σεπτεμβρίου. Ο κ. Σουλτς τάχθηκε υπέρ της διεξαγωγής νέων εκλογών.
«Η Χριστιανική Ένωση, οι Φιλελεύθεροι (FDP) και οι Πράσινοι έφεραν την χώρα σε δύσκολη κατάσταση. Θεωρούμε σημαντικό οι ψηφοφόροι της χώρας μας να αξιολογήσουν την κατάσταση εκ νέου. Δεν είμαστε διατεθειμένοι να μπούμε σε μεγάλο συνασπισμό. Σε αυτό δεν αλλάζει τίποτα και μία πιθανή αποχώρηση της ‘Αγγελα Μέρκελ», δήλωσε ο κ. Σουλτς.
Πράσινοι: Εκτιμήσεις για νέες εκλογές
«Εκτιμώ ότι θα γίνουν νέες εκλογές γύρω στο Πάσχα», το οποίο φέτος είναι την 1η Απριλίου, δήλωσε ο Γιούργκεν Τριτίν, ηγετικό στέλεχος των Πρασίνων, στο δημόσιο γερμανικό ραδιόφωνο, Deutschlandfunk μετά την αποτυχία των συνομιλιών για το σχηματισμό κυβέρνησης στην Γερμανία.
«Πολλά θα εξαρτηθούν από την στάση του προέδρου της Δημοκρατίας Φρανκ-Βάλτερ Στάινμάιερ. Αυτός θα συνεκτιμήσει στις αποφάσεις του το γεγονός, ότι η Γερμανία λόγω της πολιτικής και οικονομικής της ισχύος αποτελεί σταθεροποιητικό παράγοντα στην Ευρώπη. Αμφιβάλλω εάν μια κυβέρνηση μειοψηφίας μπορεί να το εγγυηθεί αυτό. Γι αυτό και συνηγορούν πολλοί λόγοι στο να προκρίνει ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Φρανκ-Βάλτερ Στάινμάιερ τις νέες εκλογές από την κυβέρνηση μειοψηφίας», επεσήμανε ο κ. Τριτίν.
Την ίδια στιγμή ο «Πράσινος» πολιτικός κατηγόρησε το Φιλελεύθερο Κόμμα της Γερμανίας (FDP) ότι είχε προγραμματίσει την αποχώρησή του από τις διερευνητικές συνομιλίες: «Εάν κάποιος βγάλει από την τσέπη του την δήλωση προς τον τύπο ενόσω βρίσκεται το τραπέζι ένα τελικό κείμενο, τότε νοιώθεις εξαπατημένος», είπε επίσης ο κ. Τριτίν, ο οποίος εξέφρασε την υπόνοια ότι «το κίνητρο του προέδρου τους FDP θα μπορούσε να είναι ότι ήθελε να ρίξει την καγκελάριο Μέρκελ. Εν τούτοις η κ. Μέρκελ θα μπορούσε να βγεί ενισχυμένη απο τις διευρευνητικές συζητήσεις, διότι θα θεωρηθεί ως λογική και αξιόπιστη», τόνισε ο κ.Τριτίν.
FDP: Διατεθειμένο να υποστηρίξει κυβέρνηση μειοψηφίας υπό την Μέρκελ
Μετά την αποτυχία των διερευνητικών συνομιλιών ο Μάρκο Μπούσμαν, γενικός διευθυντής της κοινοβουλευτικής ομάδας των Φιλελευθέρων, δήλωσε στην Bild ότι το FDP θα ήταν διατεθειμένο να υποστηρίξει μια κυβέρνηση μειοψηφίας υπό την κ. Μέρκελ «εάν υπάρχουν ενδιαφέρουσες πρωτοβουλίες. Δεν θέλουμε να κάνουμε φονταμενταλιστική αντιπολίτευση , αλλά εποικοδομητική», είπε χαρακτηριστικά.
Βαρύ πλήγμα στις προσπάθειες της Μέρκελ
Βαρύ πλήγμα στις προσπάθειες της γερμανίδας καγκελαρίου Άνγκελας Μέρκελ να σχηματίσει μια κυβέρνηση συνασπισμού τεσσάρων κομμάτων και να εξασφαλίσει μια τέταρτη συναπτή θητεία στο αξίωμα αποτέλεσε η αποχώρηση από την διαδικασία των διερευνητικών συνομιλιών για το σχηματισμό κυβέρνησης του κόμματος των Ελεύθερων Δημοκρατών, γεγονός που πυροδότησε πολιτική κρίση, στη Γερμανία.
Η Μέρκελ, οι συντηρητικοί της οποίας βγήκαν εξασθενημένοι από τις εκλογές που κέρδισαν με μειωμένο αριθμό εδρών, δήλωσε λίγη ώρα μετά την αποχώρηση του FDP από τις διερευνητικές συνομιλίες ότι το πρωί θα ενημερώσει τον γερμανό πρόεδρο Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ ότι δεν μπορεί πλέον να σχηματίσει κυβερνητικό συνασπισμό.
Η εξέλιξη φέρνει τη Γερμανία μπροστά σε δύο επιλογές χωρίς προηγούμενο στη μεταπολεμική εποχή: είτε η Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU) θα σχηματίσει μια κυβέρνηση μειοψηφίας με τους Πράσινους, είτε ο πρόεδρος θα προκηρύξει νέες, πρόωρες εκλογές αφού τα κόμματα δεν μπορούν να σχηματίσουν κυβέρνηση.
Οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD), ο ήσσων εταίρος στην απερχόμενη κυβέρνηση της Μέρκελ, που κατέλαβαν τη δεύτερη θέση στις εκλογές της 24ης Σεπτεμβρίου, απέκλεισαν το ενδεχόμενο επανάληψης του σχηματισμού μεγάλου συνασπισμού μαζί με τους Χριστιανοδημοκράτες και τους Χριστιανοκοινωνιστές.
«Είναι μια ημέρα βαθιάς περισυλλογής για το πώς θα προχωρήσει η Γερμανία», δήλωσε μια εμφανώς κουρασμένη Μέρκελ στους δημοσιογράφους πριν προσθέσει ότι «ως καγκελάριος, θα κάνω τα πάντα για να εγγυηθώ πως αυτή η χώρα θα κυβερνηθεί καλά τις δύσκολες εβδομάδες που θα έλθουν» και θα ξεπεράσει την—για πολλούς, απροσδόκητη—πολιτική κρίση.
Το ευρώ υποχωρούσε έναντι του ιαπωνικού γεν και του αμερικανικού δολαρίου στις ασιατικές αγορές λίγη ώρα αφού ο επικεφαλής του νεοφιλελεύθερου FDP, ο Κρίστιαν Λίντνερ, ανακοίνωσε, περί τις 01:00 (ώρα Ελλάδας) ότι το κόμμα αποσύρεται από τις συνομιλίες διότι δεν βρέθηκε κοινός τόπος για ζητήματα-κλειδιά. Την Κυριακή «δεν σημειώθηκε καμία πρόοδος, αντιθέτως είχαμε οπισθοδρομήσεις, διότι αμφισβητήθηκαν συγκεκριμένοι συμβιβασμοί», είπε ο Λίντνερ στους δημοσιογράφους. «Είναι καλύτερα να μην κυβερνήσουμε από το να κυβερνήσουμε με λάθος τρόπο. Αντίο!».
Τα τέσσερα κόμματα πάσχιζαν επί τέσσερις εβδομάδες και πλέον να γεφυρώσουν τις διαφορές τους σε ζητήματα όπως το προσφυγικό, η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, οι δημόσιες δαπάνες, η φορολογία. Ένα από τα μείζονα ζητήματα που προκαλούσαν τριβές ήταν η απαίτηση της CSU να τεθεί όριο στον αριθμό των αιτούντων άσυλο που υποδέχεται η Γερμανία κάθε χρόνο, στην οποία εναντιώνονταν οι Πράσινοι.
Ο Λίντνερ δήλωσε ότι πέρα από τα μείζονα ζητήματα στα οποία υπήρχαν διαφωνίες, τα κόμματα δεν μπόρεσαν να οικοδομήσουν επαρκή αμοιβαία εμπιστοσύνη, κάτι που θεωρούσε προϋπόθεση ώστε η επόμενη κυβέρνηση να παραμείνει σταθερή καθ’ όλη την τετραετή κοινοβουλευτική περίοδο.
Το γερμανικό βιομηχανικό και εμπορικό επιμελητήριο (DIHK) έκρινε ότι μια παρατεταμένη περίοδος πολιτικής αβεβαιότητας θα ζημιώσει τη γερμανική οικονομία.
«Υπάρχει ο κίνδυνος η δουλειά στα μείζονα θέματα για το μέλλον της χώρας μας να καθυστερήσει για μια παρατεταμένη χρονική περίοδο», προειδοποίησε ο πρόεδρος του επιμελητηρίου, ο Έρικ Σβάιτσερ, σε ένα μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. «Οι γερμανικές εταιρείες πρέπει τώρα να προετοιμαστούν για μια πιθανόν μακρά περίοδο αβεβαιότητας. Αυτό είναι πάντα δύσκολο για την οικονομία».
Η 63χρονη Μέρκελ, στην εξουσία από το 2005, είδε την ισχύ της να μειώνεται όταν ψηφοφόροι εξοργισμένοι για την απόφασή της να ανοίξει τα σύνορα της Γερμανίας το 2015 και να επιτρέψει την έλευση ενός εκατομμυρίου και πλέον προσφύγων μέσα σε δύο χρόνια τιμώρησαν τα κυβερνητικά κόμματα, πολλοί επιλέγοντας να ψηφίσουν το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD). Η ανησυχία αρκετών είναι ότι εάν προκηρυχθούν νέες εκλογές, η AfD θα καταλάβει ποσοστό ακόμη υψηλότερο από το σχεδόν 13% που απέσπασε τον Σεπτέμβριο.
Η αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης στη Γερμανία ενδέχεται να έχει επιπτώσεις για πολλά ζητήματα ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, από τις μεταρρυθμίσεις στην ευρωζώνη ως την πολιτική της ΕΕ έναντι της Ρωσίας και της Τουρκίας.