Το κυνήγι της φοροδιαφυγής πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα για το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης. Μόνο ο περιορισμός της θα αποτελέσει αντίδοτο στην υπερφορολόγηση φυσικών και νομικών προσώπων. Οι πολίτες δεν θα πρέπει να φοβούνται τον έλεγχο της Εφορίας εφόσον τα εισοδήματά τους προέρχονται από νόμιμες πηγές, τα οποία μπορούν να δικαιολογήσουν. Οι φορολογούμενοι θα πρέπει να γνωρίζουν ωστόσο ότι οι ελεγκτικοί μηχανισμοί, με τη βοήθεια της τεχνολογίας, έχουν πλέον τη δυνατότητα να παρακολουθούν ηλεκτρονικά και αυτοματοποιημένα τις συναλλαγές που πραγματοποιούν. Πριν από λίγες ημέρες μάλιστα δόθηκαν διευκρινίσεις από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) για θέματα που αφορούν την προσαύξηση περιουσίας.
Με λίγα λόγια, η ΑΑΔΕ διευκρινίζει το αυτονόητο. Δηλαδή, ότι δεν υφίσταται προσαύξηση της περιουσίας εφόσον είναι εμφανής η πηγή προέλευσης ενός χρηματικού ποσού που κατατίθεται στον τραπεζικό λογαριασμό του ελεγχόμενου, ακόμη και αν αυτό δεν συμπεριληφθεί στις φορολογικές δηλώσεις, ενώ να σημειωθεί ότι υφίσταται σχετική υποχρέωση. Φυσικά, θα ελέγχονται περιπτώσεις που τα ποσά είναι πολύ μεγάλα και δεν «ταιριάζουν» στο προφίλ του ελεγχόμενου. Δηλαδή εάν κάποιος εισπράττει χρηματικά ποσά έως 1.000 ευρώ τον μήνα και ξαφνικά κατατίθενται στον λογαριασμό του 100.000 ευρώ, τότε είναι υποψήφιος προς έλεγχο. Ωστόσο και μια τέτοια κατάθεση μπορεί να είναι νόμιμη εφόσον ο δικαιούχος μπορεί να τη δικαιολογήσει. Για παράδειγμα, η είσπραξη μιας δωρεάς ή μιας κληρονομιάς. Σε κάθε περίπτωση ο φορολογούμενος θα πρέπει να είναι σε θέση να ανταποκριθεί σε επικείμενο έλεγχο και να είναι σε θέση να προσκομίσει όλα τα απαραίτητα έγγραφα που να δικαιολογούν την προσαύξηση της περιουσίας του.
Η Κατερίνα Φραγκάκη είναι δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω