Ανατροπή σημειώνεται στα σχέδια του υπουργείου Παιδείας για αλλαγές στα προγράμματα σπουδών της Β’ και της Γ’ τάξης του Λυκείου, στον «δρόμο» προς το νέο εξεταστικό σύστημα, του οποίου η φιλοσοφία αλλάζει συχνά, ανάλογα με τις διαθέσεις του Κώστα Γαβρόγλου.
Οι επιστήμονες του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής αναμένεται να «κάνουν πίσω» σχετικά με τη συνδιδασκαλία των φυσικών επιστημών σε ένα κοινό μάθημα στη Β’ τάξη του Λυκείου και να αλλάξουν τη σχετική πρότασή τους.
Οπως αναφέρουν οι πληροφορίες των «ΝΕΩΝ», μετά τις αντιδράσεις από τις επιστημονικές ενώσεις των φυσικών στη χώρα, το ΙΕΠ επεξεργάζεται τώρα νέα πρόταση, σύμφωνα με την οποία οι διδασκαλίες της Χημείας και της Βιολογίας παραμένουν διαχωρισμένες, όπως δηλαδή είναι σήμερα.
Ολα αυτά αφορούν την περίφημη πρόταση του ΙΕΠ για την αλλαγή στη διδασκαλία των μαθημάτων στη Β’ Λυκείου, η οποία τους τελευταίους μήνες «πάει και έρχεται». Οι αλλαγές στη Β’ τάξη του Λυκείου ωστόσο, που δεν έχουν τεθεί ακόμη σε δημόσια διαβούλευση, θα αφορούν την επόμενη χρονιά και εκείνες στη Γ’ Λυκείου που θα συνδέονται με το νέο εξεταστικό σύστημα τη μεθεπόμενη σχολική χρονιά.
Πάντως, τα θέματα που αφορούν το νέο εξεταστικό σύστημα παρουσιάζουν τις τελευταίες εβδομάδες δυστοκία, καθώς όσοι εμπλέκονται σε αυτά (μεταξύ αυτών «συμβουλευτικά» και τα μέλη του Τομέα Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ) αντιλαμβάνονται τη δυσκολία του εγχειρήματος και την επικοινωνιακή φθορά που προκαλούν οι συνεχόμενες αλλαγές και τα διαφορετικά σχέδια που παρουσιάζονται από το υπουργείο Παιδείας, χωρίς κανένα από αυτά τελικά να αποκτά σταθερές βάσεις.
Οσον αφορά τις αλλαγές στα αναλυτικά προγράμματα, το ΙΕΠ πρότεινε αρχικά για τη Β’ Λυκείου τη διδασκαλία κοινού υποχρεωτικού τετράωρου μαθήματος με τίτλο Ερευνητικά Στοιχεία Φυσικών Επιστημών και 4ωρα μαθήματα επιλογής (χωρίς υποχρεωτικό χαρακτήρα), ένα για τη Φυσική και ένα για τη Χημεία – Βιολογία.
Σαρδελοποίηση
«Με τις προτάσεις αυτές, το ΙΕΠ και το υπουργείο Παιδείας πέτυχαν το ακατόρθωτο: να ενωθούν σε μια γροθιά όλες οι ενώσεις φυσικών επιστημών στη χώρα» λέει η πρόεδρος της Ενωσης Ελλήνων Χημικών Φιλένια Σιδέρη μιλώντας στα «ΝΕΑ». «Είμαστε η μόνη χώρα στον κόσμο που μειώνει και σαρδελοποιεί τις φυσικές επιστήμες» αναφέρει χαρακτηριστικά. Και προσθέτει: «Σχολείο χωρίς φυσικές επιστήμες στον 21ο αιώνα είναι μια στρεβλή εικόνα. Το σχολείο που σχεδιάζεται μοιάζει να υποτιμάει τη φυσική, τη χημεία και τη βιολογία, αλλά και να απομαθηματικοποιεί την εκπαιδευτική διαδικασία. Δεν μπορούν να σχεδιάζονται τα αναλυτικά προγράμματα των σχολείων ανάλογα με τις ειδικότητες που μας περισσεύουν».
Οπως δηλώνει η Φιλένια Σιδέρη, σήμερα στον χώρο των εκπαιδευτικών οι φιλόλογοι είναι η πιο πολυπληθής κατηγορία (περίπου 25% του συνόλου), με τους μαθηματικούς περίπου στο 11% και τους εκπαιδευτικούς όλων των φυσικών επιστημών (φυσικούς, χημικούς, βιολόγους, γεωλόγους) στο 12%.
Η Ιστορία
Ο δεύτερος γόρδιος δεσμός που έχει να λύσει το ΙΕΠ είναι η διδασκαλία της Ιστορίας στη Β’ και τη Γ’ Λυκείου, καθώς ήδη ιστορικοί διαφωνούν με την ίδια φιλοσοφία της πρότασης που εφαρμόστηκε στο άλλο κρίσιμο μάθημα που διδάσκονται οι μαθητές στα σχολεία τους. Ετσι, με το νέο μάθημα Σύγχρονος Κόσμος που εισηγείται το ΙΕΠ ως υποχρεωτικό στη Β’ τάξη του Λυκείου, η Ιστορία μπαίνει σε δεύτερο πλάνο, καθώς οι μαθητές θα διδάσκονται και στοιχεία πολιτικής αγωγής και κοινωνικών επιστημών. Από τις τέσσερις του μαθήματος «πέφτει» έτσι σε δύο στο υποχρεωτικό πρόγραμμα της Λυκείου, οι οποίες θα συμπληρώνονται από ένα ακόμη τετράωρο διδασκαλίας «ατόφιας» Ιστορίας εβδομαδιαίως, μόνο εφόσον οι μαθητές το επιλέξουν από τα μαθήματα επιλογής.
Το θέμα έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στους κύκλους των ιστορικών, ενώ επί του παρόντος το ΙΕΠ επιμένει στην αρχική του πρόταση, χωρίς τίποτα να μαρτυράει όμως ότι δεν μπορεί τελικά να αλλάξει.
Το σημείο που φέρνει τις μεγαλύτερες τριβές αποτελεί το γεγονός ότι το «θολό» μάθημα του Σύγχρονου Κόσμου μπορεί να διδάσκεται από κοινωνιολόγους, θεολόγους ή άλλες ειδικότητες.
Συνεξέταση από φέτος
Στα Επαγγελματικά Λύκεια κυρίως έχει αρχίσει από φέτος η συνεξέταση της Λογοτεχνίας και της Νεοελληνικής Γλώσσας, η οποία και είναι πιθανόν τα επόμενα χρόνια να επεκταθεί και σε άλλες βαθμίδες της Εκπαίδευσης.