Μέχρι στιγμής, τις κριτικές για το «Golden House», το τελευταίο μυθιστόρημα του Σαλμάν Ρούσντι, δεν τις λες δα και διθυραμβικές. Κάπου γράφτηκε ότι «κάθε του πρόταση είναι ένα ακροβατικό άλμα πάνω από ένα δίχτυ ασφαλείας που μόνο ο συγγραφέας μπορεί να δει» ή πως στις σελίδες του βιβλίου η περιγραφή της Νέας Υόρκης «μοιάζει με τις εντυπώσεις κάποιου που έχει διαβάσει παλιά τεύχη του “Vanity Fair”». Μιλάμε βέβαια για τον άνθρωπο που έγραψε τα βιβλία «Τα παιδιά του μεσονυκτίου» ή «Ο κόσμος κάτω από τα πόδια της» (στην Ελλάδα από τις εκδόσεις Ψυχογιός). Κάποιος λόγος λοιπόν θα υπάρχει για να ασχοληθεί κανείς και με τούτο εδώ.
Μια ματιά στην υπόθεση και το αναγνωστικό ενδιαφέρον ανακινείται: ένας βαθύπλουτος μεγιστάνας με καταγωγή από τη Βομβάη, ονόματι Nero Golden, μετακομίζει με τους τρεις ξιπασμένους γιους του στο Μανχάταν, σε μια έπαυλη με περίφρακτο κήπο, από όπου επιδίδονται αντιστοίχως σε προσπάθειες αποφυγής ενός μυστηριώδους παρελθόντος, σε καριέρες στην ελίτ της τέχνης ή των ψηφιακών τεχνολογιών και σε εσωτερικές αναζητήσεις περί ερωτικού προσανατολισμού. Τους παρακολουθεί, ως άλλος Νικ Κάραγουεϊ, ένας νεαρός σκηνοθέτης, ο Ρενέ. Το σενάριο που φαντάζεται ο Ρενέ έχει ήδη αρχή και τέλος: η ιστορία των Golden αρχίζει με την ορκωμοσία του Μπαράκ Ομπάμα και τελειώνει με την έλευση του διαδόχου του.
«ΣΙΩΠΗΛΟΣ ΜΑΡΤΥΡΑΣ». Η εικόνα που εντυπώθηκε πρώτη στο συγγραφικό μυαλό του Ρούσντι και πάνω στην οποία χτίστηκαν αρκετές από τις υπόλοιπες, ήταν εκείνη του απομονωμένου κήπου. «Η ιδέα της ύπαρξης ενός μυστικού τόπου μέσα σε έναν δημόσιο, θορυβώδη χώρο μού ήρθε σαν να επρόκειτο για ένα θέατρο –με την αρχαιοελληνική, αμφιθεατρική αίσθηση -, όπου οι χαρακτήρες ενσαρκώνουν τις ιστορίες τους. Υπήρχε επίσης και μια χροιά από τον “Σιωπηλό μάρτυρα”, από την ικανότητα του πρωταγωνιστή να κατασκοπεύει τις ζωές των άλλων» έλεγε σε πρόσφατη συνέντευξή του στη βρετανική «Guardian».
Η γεωγραφική πορεία του πάτερ φαμίλια των Golden, του Nero, αλλά και η προσπάθειά του να αποφύγει κάτι από το παρελθόν, επιχειρώντας διαρκώς να επανεφεύρει τον εαυτό του, δεν αποκλείεται να αντανακλούν τις κομβικές μετοικήσεις αλλά και τις ποικίλες δημόσιες εκφάνσεις της ζωής του ίδιου του Ρούσντι: αφότου μετακόμισε στην παιδική ηλικία από τη Βομβάη με κατεύθυνση ένα οικοτροφείο στην Αγγλία κι αφότου έπειτα, χρόνια μετά, βρέθηκε στη Νέα Υόρκη, ο φτασμένος συγγραφέας πια άλλοτε αντιμετωπίστηκε σαν ιδιοφυΐα, άλλοτε έγινε στόχος των ταμπλόιντ και βεβαίως, μετά τον φετφά που εξέδωσε εναντίον του ο αγιατολάχ Χομεϊνί για τους «Σατανικούς στίχους», θεωρήθηκε από εξτρεμιστές μουσουλμάνους μισητός εχθρός. Κατά τα άλλα, η παρουσία του Ομπάμα και κυρίως του Τραμπ στο μυθιστόρημά του σαν να αποτυπώνει την αίσθησή του ότι δεν υπάρχει πρόοδος που να μην αναχαιτίζεται. «Θυμάμαι μια περίοδο που δεν υπήρχαν και πολλές ειδήσεις, όταν το σημαντικότερο γεγονός της ημέρας ήταν ότι ο Τσάρλι Σιν σνίφαρε κοκαΐνη» έλεγε στην «Guardian». «Τώρα υπάρχουν καθημερινώς δέκα κολοσσιαία νέα».
Ο Τραμπ βέβαια δεν εμφανίζεται αυτοπροσώπως στο «Golden House»: παραπέμπει σε αυτόν ένας πρασινομάλλης, καρτουνοειδής δισεκατομμυριούχος που αναλαμβάνει την προεδρία και παρομοιάζει εαυτόν με τον, γνωστό από τα κόμικς, Τζόκερ. Η επιλογή της περιόδου πριν από την άνοδο του Τραμπ, ως φόντου του μυθιστορήματος του Ρούσντι, δεν έγινε μόνο για να υπογραμμιστεί η αξία του Ομπάμα, αλλά και για να δειχθεί ότι ο τρέχων πρόεδρος των ΗΠΑ δεν έπεσε από τον ουρανό. «Ενας από τους λόγους που κατέστησαν εφικτή τη συγγραφή του βιβλίου ήταν ότι αρκετά από όσα εκφράζει και απελευθέρωσε ο Τραμπ υπήρχαν ανέκαθεν, έτσι κι αλλιώς. Αρκεί να κοίταζες προσεκτικά. Ούτε και θα καταστρέφονταν από ενδεχόμενη ήττα του. Απαξ και βγάλεις τον φελλό, εξαπολύονται διάφορα» παρατηρούσε ο Ρούσντι.
Δεν ήταν ωστόσο σίγουρος ότι η άνοδος του ανδρός οφειλόταν στις οικονομικές ανισότητες. «Προ καιρού είχα μια διάλεξη σε μια πόλη της Φλόριδας» εξηγούσε. «Μεγάλο κοινό, άνθρωποι ηλικιωμένοι, αρκετά ευκατάστατοι και σχεδόν όλοι τους ψηφοφόροι του Τραμπ. Ηταν άνθρωποι με πτυχία πανεπιστημίου, με υψηλά αμειβόμενες δουλειές, αρκετοί συνταξιούχοι, συστηματικοί αναγνώστες».
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ. Το θέμα της ταυτότητάς τους, το θέμα της ταυτότητας γενικά, απασχολεί τον Ρούσντι στο τελευταίο μυθιστόρημά του. Το προσεγγίζει ωστόσο σαν σύμπτωμα εκτενέστερων πολιτισμικών μεταβολών: «Στην Αμερική, όταν μιλάς για ζητήματα ταυτότητας, αυτά έχουν εν πολλοίς να κάνουν με την ταυτότητα φύλου. Στην Αγγλία υπάρχει εκείνο το επιχείρημα περί εθνικής ταυτότητας, που βρισκόταν και πίσω από την καταστροφή του Brexit. Και στην Ινδία, όταν οι άνθρωποι αναφέρονται στην ταυτότητα, εννοούν τον θρησκευτικό σεκταρισμό. Και στα τρία μέρη λοιπόν η ταυτότητα είναι κρίσιμη. Κατανοείται όμως εντελώς διαφορετικά».
Υπάρχει άραγε για εκείνον κάποια ιδανική φόρμουλα συνύπαρξης, δεδομένης και της ανόδου της Ακροδεξιάς; «Νομίζω ότι το όριο είναι να μην ανεχόμαστε όσους ανθρώπους θα κατέστρεφαν τον κόσμο που καθιστά εφικτή την ανοχή των άλλων» έλεγε ο συγγραφέας. «Αυτό ήταν το μεγάλο λάθος που έγινε στη Γερμανία με την άνοδο του ναζισμού. Το να του επιτραπεί να ανέλθει μέσω της κάλπης, την οποία εκείνος κατόπιν κατάργησε. Κάτι παρόμοιο συνέβη και στην Αλγερία, όπου η παλιά διοίκηση πίστεψε ότι θα νικήσει το Μέτωπο Ισλαμικής Σωτηρίας και την Ενοπλη Ισλαμική Ομάδα, αφήνοντάς τους να κατέβουν στις εκλογές και κερδίζοντάς τους. Εκείνοι όμως νίκησαν και απαγόρευσαν τις εκλογές. Υπάρχει ένα οριακό σημείο λοιπόν. Αν συμβεί κάτι που θα κατέστρεφε το σύστημα που του επιτρέπει να υπάρχει, τότε η συμφωνία σπάει».