Η πρόσφατη τραγωδία με τους 22 νεκρούς από τις πλημμύρες στη Μάνδρα Αττικής, φέρνει για άλλη μια φορά στην επικαιρότητα το μεγάλο πρόβλημα της έλλειψης μακροπρόθεσμου σχεδιασμού της ελληνικής πολιτείας για την αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών. Στην Ελλάδα η μεγαλύτερη απειλή κατά της ανθρώπινης ζωής και περιουσίας προέρχεται από τους σεισμούς. Για σύγκριση με τους 22 νεκρούς των πρόσφατων πλημμυρών, οι νεκροί από τους σημαντικότερους σεισμούς των τελευταίων 60 ετών περίπου ήταν πολύ περισσότεροι (βλ. πίνακα). Και ενώ ένα βασικό βήμα για αποφυγή σεισμικών καταστροφών έχει γίνει με τον εκσυγχρονισμό των κανονισμών μας, το μεγάλο πρόβλημα της σεισμικής ασφάλειας των παλιότερων οικοδομών παραμένει. Από αυτές, τον μεγαλύτερο κίνδυνο και τις μεγαλύτερες συνέπειες από τυχόν αστοχία τους αντιμετωπίζουν οι πολυκατοικίες με πιλοτή που κατασκευάστηκαν πριν την πρώτη αναβάθμιση των κανονισμών μας (1984). Για να αντιληφθεί κανείς το πρόβλημα, αρκεί να αναφέρουμε ότι η σεισμική αντοχή των οικοδομών αυτών μπορεί να είναι πολύ μικρότερη (π.χ. 3, 5 φορές ή παραπάνω) από την αντοχή σύγχρονων οικοδομών. Για τον λόγο αυτό υπάρχει επιτακτική ανάγκη σεισμικής ενίσχυσης των οικοδομών αυτών. Τρεις είναι οι βασικοί λόγοι για τους οποίους επιβάλλεται να ληφθούν μέτρα για τη σεισμική ενίσχυση των κτιρίων αυτών: (α) Παρουσιάζουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο και τον μεγαλύτερο αναμενόμενο αριθμό θυμάτων σε μελλοντικούς σεισμούς. (β) Δεν απαιτείται προσωρινή μεταστέγαση των ενοίκων (σχεδόν ανυπέρβλητο πρόβλημα για την Ελλάδα), επειδή οι ενισχύσεις μπορούν να περιορισθούν στο ανοιχτό ισόγειο του κτιρίου. γ) Για τον ίδιο ακριβώς λόγο είναι πολύ οικονομικότερη. Επισημαίνουμε εδώ ότι οι ενισχύσεις αυτές, παρ’ όλο που δεν πετυχαίνουν τα σημερινά επίπεδα ασφάλειας (αυτό θα απαιτούσε εκτεταμένες επεμβάσεις), θεραπεύουν την αχίλλειο πτέρνα της πιλοτής. Σχετικές μελέτες έχουν δώσει αντιπροσωπευτικά κόστη της τάξεως των 2.000-5.000 ευρώ για ιδιοκτήτη διαμερίσματος 100 τετραγωνικών. Μπορούν δε να γίνουν χωρίς οικονομική επιβάρυνση του Δημοσίου με κάλυψη της μικρής σχετικά δαπάνης από τους ιδιοκτήτες των οικοδομών. Αρκεί η πολιτεία να λάβει μια σειρά διοικητικών και οικονομικών μέτρων (όπως εισάγοντας χρονικό ορίζοντα, π.χ. 15ετίας, για την ενίσχυση, ρυθμίζοντας νομοθετικά την αναγκαία πλειοψηφία για λήψη σχετικής απόφασης ιδιοκτητών πολυκατοικίας, δίνοντας φορολογικές απαλλαγές, μειώνοντας το κόστος μελέτης με τη δημοσίευση τυποποιημένων λύσεων, κ.λπ. Ενα πρόσθετο σημαντικό όφελος θα ήταν και η αναζωογόνηση της οικοδομικής δραστηριότητας στη χώρα μας που σήμερα βρίσκεται στο ναδίρ.
*Ο Σταύρος Αναγνωστόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής Πολιτικών Μηχανικών στο Πανεπιστήμιο Πατρών