Από τη στιγμή που το σφυράκι του δημοπράτη χτύπησε στα 400 εκατ. δολάρια για ένα και μόνο έργο τέχνης που έφερε το βάρος της υπογραφής του Λεονάρντο ντα Βίντσι –ο «Σωτήρας του Κόσμου» -, αλλά και αμφιβολίες για την ποιότητα και τη γνησιότητά του, όλοι γνώριζαν ότι η επόμενη ημέρα δεν θα ήταν ίδια για την αγορά της τέχνης. Και τα ερωτήματα που άρχισαν να τίθενται ζητούν επιτακτικά απαντήσεις: Μπορεί η συγκεκριμένη δημοπρασία να παρασύρει ανοδικά ολόκληρη την αγορά; Η τιμή – ρεκόρ (ξεπερνά τα 450 εκατ. δολάρια μαζί με την προμήθεια του οίκου Κρίστις) είναι ένα φαινόμενο μοναδικό ή προοιωνίζεται εξελίξεις; Και μήπως τελικά η τακτική που ακολούθησε ο οίκος –να ρίξει περισσότερο βάρος στην προώθηση του έργου με όρους που επιβάλλει το μάρκετινγκ και όχι να εστιάσει στην εκτίμηση των ειδικών σχετικά με την αυθεντικότητά του και τη θέση του στην Ιστορία της τέχνης –δημιουργήσει προηγούμενο και αλλάξει άρδην τον τρόπο που πλέον θα προβάλλονται τα δημοπρατούμενα έργα τέχνης; «Είμαι βαθιά σοκαρισμένος. Δεν είναι μια στιγμή για την οποία πρέπει να πανηγυρίζουμε. Οι τιμές πρέπει να ελέγχονται ώστε να μπορούν τα έργα να είναι προσιτά από δημόσια ιδρύματα» υποστηρίζει ο καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Τζον Χόπκινς Στίβεν Κάμπελ.

«Τίποτα δεν πρέπει να μας εκπλήσσει σε μια αγορά όπου η κερδοσκοπία και το μάρκετινγκ έχουν εκτοπίσει τη γνώση ως μέτρο των αξιών» λέει στη βρετανική «Γκάρντιαν» ο τέως διευθυντής του Μητροπολιτικού Μουσείου της Νέας Υόρκης, Τόμας Κάμπελ. «Κάποιοι ποντάρουν ότι ο συγκεκριμένος πίνακας θα προσελκύσει κοινό ποσοτικά ανάλογο με εκείνο που προσελκύει η “Μόνα Λίζα” στο Λούβρο», συνεχίζει με αφορμή τη δημοπρασία του πίνακα «Salvator Mundi» (Σωτήρας του Κόσμου), την οποία σχεδόν ομόφωνα συλλέκτες, έμποροι τέχνης και ειδικοί στις δημοπρασίες χαρακτήρισαν ως sui generis, καθώς επρόκειτο για ένα έργο άνευ προηγουμένου, που έπιασε μια άνευ προηγουμένου τιμή.

Οι περισσότεροι συγκλίνουν στο ότι η συγκεκριμένη δημοπρασία δεν ήταν παρά ο θρίαμβος του μάρκετινγκ. Κι αν εκ πρώτης όψεως ως κινήσεις ματ καταγράφονται η «παγκόσμια» περιοδεία του πίνακα πριν από τη δημοπρασία, αλλά και η παρουσία διασημοτήτων κατά τη διάρκεια της έκθεσής του –από την Πάτι Σμιθ και τη Τζένιφερ Λόπεζ ώς τον Λεονάρντο ντι Κάπριο που θα υποδυθεί τον Ντα Βίντσι προσεχώς στη μεγάλη οθόνη –το κλειδί για την επιτυχία της συγκεκριμένης δημοπρασίας είναι ότι το έργο δεν πωλήθηκε σε μια βραδιά όπου διατέθηκαν έργα Μεγάλων Ζωγράφων όπως θα ταίριαζε σε έναν πίνακα του 1500, αλλά εμφανίστηκε ανάμεσα σε έργα της μεταπολεμικής και σύγχρονης περιόδου. Με άλλα λόγια κάτω από τη μύτη των πλουσιότερων και πιο ενθουσιωδών συλλεκτών, οι οποίοι είναι συνηθισμένοι να πληρώνουν υπέρογκα ποσά για να αποκτήσουν το αντικείμενο του πόθου τους. Πολύ περισσότερο δε τώρα που η δημοπρασία είχε αποκτήσει παγκόσμιο ενδιαφέρον και είχε διαφημιστεί ως εμπειρία που συμβαίνει μόνο μια φορά στη ζωή κάποιου συλλέκτη. Και η μοναδικότητα ως γνωστόν ανεβάζει την τιμή. Για να ενισχύσει αυτό το καλό χαρτί ο οίκος Κρίστις έκανε λόγο για το «μοναδικό έργο του Ντα Βίντσι» που βρίσκεται σε ιδιωτικά χέρια, αν και αυτό είναι ένα θέμα που επίσης έχει αμφισβητηθεί.

Ο ΑΓΟΡΑΣΤΗΣ ΑΝΑΖΗΤΕΙΤΑΙ. Ολα αυτά δεν μπορούσαν παρά να είναι ελκυστικά για όσους αντιμετωπίζουν την αγορά έργων τέχνης με όρους κεφαλαιαγοράς ή αγοράς ακινήτων, οι οποίοι περιμένουν την πρώτη ευκαιρία για να προχωρήσουν σε μια μεταπώληση και να διπλασιάσουν ή και να τριπλασιάσουν τα χρήματά τους. Απόδειξη άλλωστε και ο ίδιος ο «Σωτήρας του Κόσμου» που το 1958 πωλήθηκε για 50 δολάρια, για να αλλάξει δυο φορές χέρια μέσα στον 21ο αι. προς 75 και αργότερα προς 127,5 εκατ. δολάρια, μέχρι να χτυπήσει το ρεκόρ των 450 εκατ. δολαρίων. Γι’ αυτό και ο νέος ιδιοκτήτης του πίνακα αναζητείται κάπου στην Ασία ή τη Μέση Ανατολή, χωρίς να θεωρείται απίθανο να πρόκειται για το ολοκαίνουργιο Μουσείο του Λούβρου στο Αμπου Ντάμπι. Και σίγουρα βρίσκεται ανάμεσα στο 1% των πιο πλούσιων ανθρώπων στον κόσμο που έχουν στα χέρια τους τον μισό πλούτο όλου του πλανήτη, σύμφωνα με την έκθεση της Κρέντιτ Σουίς που δημοσιεύθηκε προ ημερών, οι οποίοι φαίνεται ότι είναι έτοιμοι εκτός των άλλων να ξαναγράψουν την Ιστορία της τέχνης, συμβάλλοντας μεταξύ άλλων, στην κατακόρυφη παραγωγή πλαστών έργων παγκοσμίως.

Τι δείχνει λοιπόν η συγκεκριμένη δημοπρασία για την πορεία της αγοράς της τέχνης; Σίγουρα δεν αποτυπώνει την πραγματική εικόνα στο σύνολο του εμπορίου στον συγκεκριμένο χώρο και δεν σημαίνει ότι η ανοδική τάση στις τιμές θα ακολουθήσει ακόμη και σε επόμενη δημοπρασία έργου του ίδιου καλλιτέχνη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι ενώ έργο του Ζαν Μισέλ Μπασκιά πωλήθηκε πέρυσι την άνοιξη προς 110,5 εκατ. ευρώ από τον Σόθμπις, έργο του της ίδιας περιόδου (1982) δεν κατάφερε να πωληθεί την περασμένη εβδομάδα από τον Κρίστις. Ωστόσο η αγορά δεν θα μείνει ανεπηρέαστη και φαίνεται να σημειώνει ήδη ανοδικές τάσεις, καθώς μόνο για το πρώτο εξάμηνο του 2017 ο τζίρος των δύο μεγάλων οίκων δημοπρασιών αγγίζει συνολικά τα 3,8 δισ. δολάρια, όταν ο ετήσιος για το 2016 ήταν 5,3 δισ. δολάρια. Κι άλλωστε, μια τόσο μεγάλη δημοπρασία αφήνει ανικανοποίητους αρκετούς μεγάλους παίκτες που απολαμβάνουν το παιχνίδι των χτυπημάτων και την κατακόρυφη άνοδο της αδρεναλίνης. «Είναι οι επόμενοι πελάτες» επισημαίνει η εκδότρια του «Αρτ Μάρκετ Μόνιτορ» Μάριον Μανέκερ.

Και ο ίδιος ο πίνακας; Τελικά τα άξιζε τα 450 εκατ. δολάρια –ποσό που ξεπερνά το κόστος του ολοκαίνουργιου μουσείου Γουίτνι στη Νέα Υόρκη, το οποίο στοίχισε 420 εκατ. δολάρια –ή είναι υπερτιμημένος, δεδομένου ότι ενυπόγραφο αντίγραφο του «Σωτήρα του Κόσμου» από τον βοηθό του Ντα Βίντσι, Τζιαν Τζιάκομο Καπρότι, πωλήθηκε προ δεκαετίας προς 656.000 δολάρια; Ανταποκρίνεται η τιμή σε ένα αμφιβόλου προελεύσεως έργο του οποίου αμφισβητείται και η αυθεντικότητα ή μήπως οφείλεται στο άκουσμα και μόνο του ονόματος του Λεονάρντο ντα Βίντσι που μοιάζει με το μαγικό άγγιγμα του Μίδα, είτε εμφανίζεται σε μυθιστόρημα του Νταν Μπράουν είτε σε βιντεοπαιχνίδι;

«Αξίζει όσο τον πληρώνεις» απαντά ο εκτελεστικός διευθυντής του Fine Art Group, Γκι Τζέκινγκς. «Οταν αγοράζεις κάτι σε μια δημοπρασία, είτε διαθέσεις 10.000 είτε 450 εκατ. δολάρια η μόνη βεβαιότητα που έχεις είναι ότι κανείς άλλος δεν ήταν σε θέση να πληρώσει εκείνη τη στιγμή όσα εσύ. Κατά συνέπεια δεν υπάρχει απάντηση στη συγκεκριμένη ερώτηση». «Δεν αγοράζεις τον πίνακα με αυτά τα χρήματα, αγοράζεις τον μύθο του Λεονάρντο», εκτιμά από την πλευρά του ο έμπορος τέχνης και πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος του Κρίστις Μπρετ Γκόρβι, στους «Νιου Γιορκ Τάιμς».

Πιο σαφή απάντηση φαίνεται να δίνει ο ειδικός στην τέχνη της Αναγέννησης καθηγητής Κάμπελ, ο οποίος εκτιμά ότι μόλις το 20% του πίνακα μπορεί να αποδοθεί στους βοηθούς του Ντα Βίντσι που είχαν εξασκηθεί να μιμούνται το στυλ του και όχι στο χέρι του ίδιου του καλλιτέχνη. Το υπόλοιπο αποτελεί μια προσεκτική ανακατασκευή συντηρητών.

Σοβαρό ζήτημα που σαφώς επηρεάζει την τιμή είναι κι εκείνο της προέλευσης του πίνακα, το οποίο επίσης τίθεται υπό αμφισβήτηση. Από τη συλλογή του Καρόλου Α’ της Αγγλίας ώς σήμερα που εμφανίζεται φθαρμένος, με ρωγμές και επιζωγραφισμένος, πέρασε μεγάλες περιόδους κατά τις οποίες η τύχη του υπήρξε άγνωστη. Τι απέγινε από το 1763 ώς το 1900; Πού βρισκόταν από το 1958 ώς το 2005; Και πώς από έργο του μαθητή του Ντα Βίντσι, Μπερναρντίνο Λουίνι, που λογιζόταν για χρόνια αποδόθηκε στον ίδιο τον κορυφαίο καλλιτέχνη παρά το γεγονός ότι ο Ιησούς στο συγκεκριμένο έργο αποδίδεται κατά μέτωπο χωρίς την ελάχιστη συστροφή που χαρακτηρίζει τους πίνακες του;

Οποια κι αν είναι η πραγματική εικόνα πίσω από τον «Σωτήρα του Κόσμου», το βέβαιο είναι ότι εκείνα τα 19 λεπτά της περασμένης Τετάρτης κατέκτησαν μια σπουδαία θέση στην Ιστορία των δημοπρασιών και θα μείνουν ανεξίτηλα στη μνήμη όσων είτε τα έζησαν είτε τα παρακολούθησαν εξ αποστάσεως. Και είναι αμφίβολο αν θα υπάρξει ανάλογή της, ακόμη κι να βγει στο σφυρί το επίσης αμφιλεγόμενης πατρότητας έργο «Η Παναγία με το Αδράχτι», που βρίσκεται επίσης σε ιδιωτικά χέρια, καθώς τα νερά έχουν ήδη ταραχτεί πολύ και μια επανάληψη με παρόμοιους πρωταγωνιστές εκτιμάται ότι δεν θα έχει τον ίδιο αντίκτυπο. Μέχρις αποδείξεως του αντιθέτου.