Πριν από περίπου εκατό χρόνια, η συμφωνία Σάικς – Πικό διαμοίρασε τη Μέση Ανατολή μεταξύ Γαλλίας και Μεγάλης Βρετανίας. Ηταν μια εξέλιξη που οδήγησε στην ίδρυση νέων κρατών και τη συγκρότηση διαφορετικών ταυτοτήτων. Η καθεστηκυία τάξη πραγμάτων όμως έχει διαταραχθεί ανεπανόρθωτα. Τα γεγονότα της Αραβικής Ανοιξης τάραξαν συθέμελα τις κοινωνίες της περιοχής, αφού ανέτρεψαν τους εσωτερικούς συσχετισμούς ισχύος. Ο χάρτης της Μέσης Ανατολής πλέον αλλάζει και αυτό θα επηρεάσει αναπόφευκτα το περιφερειακό σύστημα ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η πρόσφατη απελευθέρωση της Μοσούλης και η διαφαινόμενη ήττα του ISIS στην Ανατολική Συρία δυστυχώς δεν θα επιφέρουν την ειρήνευση στην περιοχή. Οι μαχητές του ISIS, αργά ή γρήγορα, θα δημιουργήσουν μια νέα οργάνωση που θα συγκρουστεί με τα σιιτικά καθεστώτα στο Ιράκ και τη Συρία. Ο ανταγωνισμός μεταξύ σουνιτών και σιιτών θα συνεχίσει να καθορίζει τα περιφερειακά τεκταινόμενα.
Σήμερα στη Μέση Ανατολή υπάρχουν δύο μεγάλοι συνασπισμοί. Ο πρώτος περιλαμβάνει τη Ρωσία, το Ιράν, το καθεστώς Ασαντ, τη Χεζμπολάχ και τους σιίτες του Ιράκ. Ο δεύτερος απαρτίζεται από τις ΗΠΑ, το Ισραήλ, τους Κούρδους, τη Σαουδική Αραβία και τις υπόλοιπες αραβικές χώρες του Κόλπου.
Η Τουρκία είναι η μόνη χώρα που διατηρεί σχέσεις και με τις δύο πλευρές. Η πιθανή ανεξαρτητοποίηση του ιρακινού Κουρδιστάν, σε συνδυασμό με την de facto αυτονόμηση των Κούρδων της Συρίας, έχει προκαλέσει δομική ανασφάλεια στην Τουρκία. Η κυβέρνηση Ερντογάν πιστεύει ότι το κουρδικό κίνημα έχει την κρυφή υποστήριξη της Ουάσιγκτον και του Τελ Αβίβ. Η πρόσφατη προσέγγιση με τη Μόσχα είναι μια απέλπιδα προσπάθεια να επαναδιαπραγματευτεί τη θέση της στη νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας που διαμορφώνεται στη Μέση Ανατολή.
Εντούτοις, το Κρεμλίνο έχει τους δικούς του γεωπολιτικούς σχεδιασμούς στην περιοχή. Η επέμβαση στη Συρία εντάσσεται σε ένα γενικότερο σχέδιο επανάκαμψης, στο λεγόμενο μεσαίο εξωτερικό (srednee zarubezh’e) που περιλαμβάνει τη Μέση Ανατολή και τα Βαλκάνια. Η επιτυχημένη δράση των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων στα μέτωπα του συριακού εμφυλίου πολέμου έχει αυξήσει σημαντικά τη διαπραγματευτική ισχύ της Μόσχας έναντι της Ουάσιγκτον.
Η επιστροφή της Ρωσίας στη Μέση Ανατολή είναι, σε μεγάλο βαθμό, απόρροια της αμερικανικής αμφιθυμίας. Ο πρόεδρος Ομπάμα επιδίωξε τη στρατηγική απαγκίστρωση των ΗΠΑ από τη Μέση Ανατολή προκείμενου να επικεντρωθούν στην περιοχή του Ειρηνικού Ωκεανού. Αυτή η απόφαση δημιούργησε ένα κενό ισχύος που το Κρεμλίνο αποφάσισε να εκμεταλλευτεί. Η νέα αμερικανική διοίκηση, υπό τον Ντόναλντ Τραμπ, δεν έχει ακόμη εκπονήσει μια συγκροτημένη πολιτική στη Μέση Ανατολή. Το μόνο βέβαιο είναι ότι έχει αποφασιστεί να σταματήσει η εξομάλυνση των σχέσεων με την Τεχεράνη. Το Ιράν έχει δαιμονοποιηθεί ως χώρα – παρίας που απειλεί τα σουνιτικά καθεστώτα στην Αραβική Χερσόνησο μέσω της υποστήριξης που παρέχει στις σιιτικές κοινότητες (π.χ. Μπαχρέιν, Υεμένη, Σαουδική Αραβία).
Ο Μάνος Καραγιάννης είναι αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Ασφάλειας στο Τμήμα Αμυντικών Σπουδών του King’s College London