Παίξε, μπουζούκι μου, τρελά
τις πιο γλυκές πενιές σου,
να μάθει ο κόσμος κι ο ντουνιάς
τις τόσες ομορφιές σου.
Ακόμα και στο φεστιβάλ
σε κάλεσαν στις Κάννες.
Με τις πενιές σου γλέντησαν
όλες οι Παριζιάνες.
Με το γλυκό σου παίξιμο
τον κόσμο έχεις μαγέψει
και η πιο φίνα γόησσα
γουστάρει να χορέψει.
Το πρόγευμα
Αποφεύγω επιμελώς όπως είναι φυσικό τις ατυχείς εξισώσεις του είδους “το μπουζούκι είναι όργανο” κ.λπ. κ.λπ. και σπεύδω να ενημερώσω ότι ευτυχώς που είχε χθες το πρωί ένα κενό ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν κι έτσι η επίσκεψη του προέδρου Αλέξη δεν πήγε άκλαυτη από πλευράς σοβαρότητας. Διότι το προηγούμενο πρόγραμμα με τις βραβεύσεις από το περιοδικό «Politique Internationale La Revue» και τον Δικηγορικό Σύλλογο Παρισίων, όπως και το δείπνο το βράδυ της Πέμπτης, τη ευγενική χορηγία των Rothschild (θα ενημερώσω σχετικά, εν συνεχεία), δεν μπορεί να θεωρηθεί σπουδαίος λόγος για να γίνει άνω – κάτω η χώρα και η κυβέρνηση εξαιτίας της απουσίας του από τη συζήτηση για τα έργα και τις ημέρες του συγκυβερνήτη – δεκανίκι της κυβέρνησης.
Η αγωνιώδης προσπάθεια του Μεγάρου Μαξίμου ήδη από την περασμένη Κυριακή να κλειστεί ένα ραντεβού την Πέμπτη το απόγευμα με τον Μακρόν δεν ευδοκίμησε διότι ο άλλος είχε προγραμματίσει να πάει κάπου με την Μπριζίτ του, και δεν είναι προφανώς και πολύ καλή ιδέα να στήνεις την Μπριζίτ, πολύ περισσότερο για τα μάτια του Τσίπρα. Ετσι τον κάλεσε τον δικό μας χθες το πρωί στο (Προεδρικό) Μέγαρο της Avenue Matignon για ένα petit déjeuner du travail, το οποίο για τους μη γαλλοτραφείς ώς και γαλλομαθείς σημαίνει πρόγευμα εργασίας.
Η τράπεζα
Ορισμένοι βέβαια –πονηροί, θα τους χαρακτηρίσω –υποστηρίζουν ότι πίσω από τη σχέση που έχει αναπτύξει ο πρόεδρος Αλέξης επ’ αυτού, με τους Rothschild, βρίσκεται ο παλίκαρος Μακρόν, ο οποίος πριν καταφέρει να γίνει πρόεδρος της Γαλλίας εργαζόταν ως ανώτερο τραπεζικό στέλεχος σε διάφορους οίκους. Με τον επικεφαλής δε της τράπεζας Rothschild κύριο Nathaniel Philip και κάτι ρέστα, τα οποία δεν έχει και την παραμικρή σημασία εν προκειμένω να αναφέρω, Rothschild, συνδέεται μετά βαθυτάτης φιλίας. Και είναι αυτός ο Nathaniel Philip και κάτι ρέστα Rothschild, ο οποίος έχει αναλάβει να μας οδηγήσει στον σωστό τον δρόμο για τις αγορές –φυσικά έναντι αμοιβής, όχι για την ψυχή της μανούλας του, την οποία και αγνοώ.
Το δείπνο
Ο Mavrommatis, τώρα, όπου του έκαναν το τραπέζι του δικού μας, σπεύδω να εξηγήσω λεπτομερώς διότι χθες ίσως το περάσαμε κάπως στο ντούκου, ανήκει σε έναν Μαυρομμάτη που δεν είναι ο αγαπημένος …Μανόλο, αλλά ένας Ελληνοκύπριος από τη Λεμεσό, ο Ανδρέας, ο οποίος διαθέτει τρία εστιατόρια στο Παρίσι με το όνομά του και έχει τρελάνει τους Γάλλους με τις σεφταλιές, το ψητό χαλούμι και το οφτό!
Το δείπνο δόθηκε στο καινούργιο μαγαζί του κυρ Ανδρέα, στο σικ 16ο Διαμέρισμα, στη γωνία της Avenue Paul Doumer και της Rue Nicolo, το οποίο έχει ενθουσιάσει γευσιγνώστες κριτικούς και πελάτες με τις τέλειες γεύσεις του αλλά και την πολύ σικάτη ατμοσφαιρά του, που δεν μοιάζει φυσικά με εγχώριο ταβερνείο, και πολύ περισσότερο με κυπριακό ταβερνείο από αυτά πέριξ της πύλης της Αμμοχώστου, στη Λευκωσία …
Το ξενοδοχείο
Αλλος φίλος από το Παρίσι με πήρε για να με ενημερώσει ώς και να με ψέξει θα έλεγα, διότι αναφερόμενος στη βράβευση Τσίπρα από το περιοδικό «Politique Internationale La Revue» του κυρίου Πατρίκ Βάισμαν στο εμβληματικό ξενοδοχείο της γαλλικής πρωτεύουσας George V , υποστήριξα ότι μπήκε στη ζωή μας, μετά τον γάμο του Ακη με τη Βίκυ Σταμάτη.
– Μέγα λάθος, μου είπε.
– Παντρεύτηκε κι άλλος εκεί, και μου έχει διαφύγει; ρώτησα έντρομος.
– Οχι, αλλά…
Και μου διηγήθηκε το εξής καταπληκτικό. Στις πρώτες δεκαετίες μετά τον Μεγάλο Πόλεμο, όταν άρχισε να αναπτύσσεται ραγδαία η γαλλική Haute Couture, οι γάλλοι μόδιστροι επειδή δεν είχαν ειδικευμένα χέρια στη ραπτική εισήγαγαν από την Ελλάδα ράφτες! Πολλούς ράφτες. Αυτοί λοιπόν που δούλευαν για το μεροκάματο κοντά στους διάσημους μόδιστρους μία φορά τον χρόνο έκαναν ένα χορό στη μεγάλη αίθουσα χορού του George V για να βρεθούν μεταξύ τους και με τις οικογένειές τους.
Ηταν η συνάντηση των κομψότερων Ελληνίδων που μπορείς να φανταστείς, μου είπε ο δικός μου. Γιατί οι ράφτες έβλεπαν τι έπαιζε στις συλλογές των αφεντικών τους και έραβαν ανάλογα με τα ίδια υλικά που περίσσευαν και τις γυναίκες και τις κόρες τους. Για μία φορά τον χρόνο. Για τον χορό αυτό.
Τον ρώτησα αν εξακολουθεί να γίνεται αυτός ο χορός. Δεν γνώριζε. Το θεώρησε μάλλον δύσκολο. Αυτό το κομμάτι της ελληνικής παροικίας του Παρισιού δεν υπάρχει πια και οι γάλλοι μόδιστροι προτιμούν τώρα ακόμη φτηνότερα χέρια –στην Ανατολή…