Απατεώνας με το «Α» κεφαλαίο. Τον κυνηγούσαν θεοί και δαίμονες. Εκκρεμότητες με την Εφορία, τη Δικαιοσύνη, τον δήμο στη δικαιοδοσία του οποίου ασκεί το επιχειρείν.
Οι δικαστές τον γνώριζαν πια με το μικρό του όνομα και οι καταδίκες έπεφταν βροχή. Αν εμπλεκόταν για παράδειγμα σε κάποιο σοβαρό τροχαίο θα τον πήγαιναν μέσα σιδεροδέσμιο.
Στο όνομά του δεν είχε τίποτε δηλωμένο γιατί θα κατάσχονταν πάραυτα. Υπήρχε βέβαια η offshore και ένιωθε ασφαλής για τη βίλα.
Ολα αυτά πριν τη Μεγάλη Κρίση. Στην εποχή της ασυδοσίας, των «μπόσικων» στους συνδέσμους του απτού με το ουτοπικό, της απατεωνιάς με τη δικαιοσύνη, του Δημοσίου με τους πολίτες.
Στα χρόνια που ακολούθησαν το φως της εποχής της παραζάλης χαμήλωσε, τα Μνημόνια ήρθαν και μαζί τους η υπερφορολόγηση, το (υποτιθέμενο) κυνηγητό των φοροφυγάδων και των διασταυρώσεων, οι περίφημες λίστες Λαγκάρντ και Μπόργιανς, τα έγγραφα του Παναμά και του (φορολογικού) Παραδείσου.
Ολοι οι γνωστοί του πίστευαν πως είχε έρθει πια η ώρα να πληρώσει για τις αμαρτίες του. Περίμεναν, περίμεναν, αλλά εις μάτην.
Καταθέτοντας φορολογικές δηλώσεις ξεχωριστές από της συζύγου του που της είχε φορτώσει ένα μεγάλο βάρος των αμαρτιών του, εμφάνισε πενιχρά έσοδα και κατόρθωσε να εξασφαλίσει διακανονισμούς με τις τράπεζες πληρώνοντας αστεία ποσά κάθε μήνα.
Κι αυτός συνεχίζει να ξοδεύει ασύστολα, να μας βγάζει γλώσσα και να μας θυμίζει πόσο δίκιο είχε ο Μπαλζάκ, που έλεγε πως δίπλα στον βλάκα τριγυρνάει και ο απατεώνας.
Κι αν κάποιοι λαμβάνουν το Prix de courage politique αντί για το χρυσό μετάλλιο της kolotumbas, εμείς οι υπόλοιποι που μας τιμωρεί το κράτος γιατί έχουμε την κακή συνήθεια να είμαστε συνεπείς, πρέπει να λάβουμε το Prix des idiots, το «Βραβείο των ηλιθίων».