Τον Ιούνιο του 2015, η Κομισιόν είχε έτοιμο το σχέδιο ανθρωπιστικής βοήθειας για την Ελλάδα. Αεροπλάνα και βαπόρια θα μετέφεραν άμεσα τρόφιμα, φάρμακα και καύσιμα στη χώρα μας μετά το Grexit. Ο ένοικος της οδού Βασιλίσσης Σοφίας, αριθμός 2, το γνώριζε. Οι πόρτες του Μεγάρου Μαξίμου ήταν κλειστές. Παρέμειναν κλειστές ακόμα και τις κρίσιμες ώρες μετά το ελληνικό δημοψήφισμα, όταν το 61,3% των ψηφοφόρων είχε απορρίψει το σχέδιο το οποίο είχε προταθεί από τους δανειστές για το τρίτο Μνημόνιο και είχε τεθεί από την κυβέρνηση στην κρίση των Ελλήνων με ένα απλό ναι ή όχι.

Το βράδυ εκείνο, της 5ης Ιουλίου 2015, ο Πάνος Καρβούνης, επικεφαλής της αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Ελλάδα, κάνει αλλεπάλληλες προσπάθειες επικοινωνίας με το Μέγαρο Μαξίμου. Οσα είπε σε στενό συνεργάτη του Πρωθυπουργού εκείνο το βράδυ ήταν κάπως έτσι: Σας μεταφέρω ότι σε 48 ώρες θα γίνει διπλή Σύνοδος Κορυφής για την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωπαϊκή Ενωση και την ευρωζώνη. Η αντίδραση, στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής, δεν γεννά αισιοδοξία. Συναντά δυσπιστία. Δεν είχε εντολή από τους προϊσταμένους του στις Βρυξέλλες να ενημερώσει την κυβέρνηση. Θεώρησε όμως απαραίτητο να το κάνει.

Με το εφιαλτικό σενάριο να θεριεύει, σπεύδει στην επόμενη σανίδα πιθανής λύτρωσης. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος ανταποκρίνεται απευθείας και έχουν τουλάχιστον τρεις τηλεφωνικές επικοινωνίες εκείνη τη νύχτα της 5ης προς 6η Ιουλίου. Την επόμενη μέρα ο Προκόπης Παυλόπουλος συγκαλεί Σύνοδο Αρχηγών και λίγα εικοσιτετράωρα αργότερα η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα ξεκινά τις διαπραγματεύσεις για την υπογραφή του τρίτου Μνημονίου.

Εκείνες οι ημέρες, ήταν οι χειρότερες στην καριέρα του Πάνου Καρβούνη στην Κομισιόν αλλά όχι οι μοναδικές στη διάρκεια των οποίων ανησύχησε για το μέλλον της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή οικογένεια.

Η ανάληψη της θέσης του επικεφαλής στην αντιπροσωπεία της Ελλάδας έγινε τον Νοέμβριο του 2010. «Εφτασα τη στιγμή που το “λεφτά υπάρχουν” ως σύνθημα της τότε κυβέρνησης είχε γίνει ορμητικό “λεφτά δεν υπάρχουν” εξού και το Μνημόνιο 1» ανέφερε πρόσφατα σε ομιλία του.

Εναν χρόνο αργότερα, τον Νοέμβριο του 2011, ο τότε απόλυτος εφιάλτης έμελλε να αποδειχθεί πταίσμα, μπροστά σε όσα θα ακολουθούσαν λίγα χρόνια αργότερα.

«Κρατούσα το κεφάλι μου μη σπάσει. Η κυβέρνηση έπεφτε, έτσι απλά… Ο Πρωθυπουργός είχε ρίξει το φιτίλι για δημοψήφισμα. Η φωτιά έφτασε ώς τις Κάννες, όταν ο πρόεδρος της κυβέρνησης κλήθηκε επειγόντως στη Διάσκεψη του G8…

“Κύριε εκπρόσωπε της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Ελλάδα, μπορώ να έχω την εκτίμησή σας για το δημοψήφισμα;” Διακρίνω καθαρά στην τηλεφωνική γραμμή τον πρόεδρο Μπαρόζο… “Η άποψή μου, κύριε πρόεδρε, είναι ότι θα έπρεπε να υπάρξει πολιτική συναίνεση, κάτι που δεν συμβαίνει εδώ, και τυχόν δημοψήφισμα θα μας οδηγήσει πιθανότατα εκτός ευρωζώνης”»…

Οταν, ένα πρωινό του 1980, ο Πάνος Καρβούνης, περπατώντας στο Παρίσι όπου εργαζόταν ως stagiaire στον RATP (κάτι σαν τον δικό μας ΟΑΣΑ) σε νομικά θέματα αναφορικά με το μετρό της Αθήνας (!), αγόρασε τη «Monde» και είδε μια ολοσέλιδη αγγελία στα ελληνικά, δεν ήξερε ότι τα επόμενα χρόνια της ζωής του θα τα περνούσε σε Βρυξέλλες και Αθήνα. Ούτε προφανώς ότι θα περνούσε τέτοιες αγωνίες, σε ένα κτίριο συχνά πολιορκημένο από διαδηλωτές, δυο βήματα από το Μέγαρο Μαξίμου. Είχε μια καλή δουλειά, ήταν ήδη πατέρας δύο παιδιών, ζούσε τον έρωτά του με τη γαλλίδα Ανέτ, την οποία γνώρισε σε διακοπές στην Κρήτη. Την ακολούθησε στη Γαλλία διότι η σκούφια του δεν κρατούσε από τζάκι και στην Ελλάδα καλή δουλειά δεν μπορούσε να βρει.

Την πρώτη πόρτα για την καριέρα του στην Κομισιόν βέβαια την άνοιξε χωρίς να το ξέρει ο πατέρας του, πολλά χρόνια νωρίτερα. Στη Νέα Σμύρνη, όπου ήταν το πατρικό, γειτόνευαν με τη Λεόντειο. Η άριστη γνώση της γαλλικής γλώσσας, οι σπουδές του στη Νομική Αθηνών και το διδακτορικό στο Δίκαιο Μεταφορών από τη Σορβόννη τού έδωσαν αυτοπεποίθηση ώστε να συμμετάσχει στον διαγωνισμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για πρόσληψη ελλήνων υπαλλήλων (η αγγελία της «Monde»), μετά την ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ.

Ηταν στην πρώτη φουρνιά των ελλήνων ευρω-υπαλλήλων. Ξεκίνησε να δουλεύει σε θέματα ενέργειας, πέρασε στις διεθνείς σχέσεις, στην επικοινωνία με τον Τύπο, κατέληξε στη θέση του γενικού διευθυντή και εκεί που ετοιμαζόταν για συνταξιοδότηση του προτάθηκε από τον Μπαρόζο να αναλάβει την αντιπροσωπεία της Ελλάδας. Η θητεία του έληγε κανονικά το 2015, αλλά με απόφαση του Κολεγίου των Επιτρόπων παρατάθηκε δύο φορές.

Στις 30 Νοεμβρίου βγαίνει στη σύνταξη, ύστερα από 35 χρόνια δουλειάς στην Κομισιόν, έχοντας κολλήσει ένσημα 42 ετών δουλειάς. Σχεδιάζει να κάνει Χριστούγεννα με τον Ορέστη και την Ιριδα (τα παιδιά του) στη Γαλλία και κυρίως με τα εγγόνια του.

«Εζησα με πολλή αδρεναλίνη, πίστεψα όμως ότι κάτι έκανα για τον τόπο μου» λέει εκφράζοντας την ελπίδα οι οικονομικές περιπέτειες της Ελλάδας να μη στοιχειώσουν τον επόμενο ένοικο της οδού Βασιλίσσης Σοφίας, αριθμός 2.