Ο γάλλος εμπνευστής του βραβείου «Πολιτικού Θάρρους» το απένειμε στον Αλέξη Τσίπρα γιατί είχε, είπε, το κουράγιο να πάρει αποφάσεις προς όφελος της Ελλάδας και της Ευρώπης. Και χρειαζόταν, προσέθεσε, μεγάλο κουράγιο να πάει κόντρα στην τρόικα και στους υποστηρικτές της λιτότητας. Αφορμή της βράβευσης ήταν η στάση του το καλοκαίρι του 2015. Τότε που εξήγγειλε δημοψήφισμα, έκανε καμπάνια υπέρ του «όχι» κι αφού έπεισε το εκλογικό σώμα να το ψηφίσει, το μετέτρεψε σε «ναι». Κέρδισε, άρα, το εν λόγω βραβείο για την –για να το θέσουμε κομψά –αμφίθυμη στάση του απέναντι στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Μια ματιά στους κρισιμότερους σταθμούς στο μακρύ ταξίδι του έλληνα Πρωθυπουργού από τον αντιευρωπαϊσμό στην άκρη του ευρωπαϊσμού –και στα όσα έχει πει από αυτούς –μάλλον επιβεβαιώνει το βενιζελικό σχόλιο περί λεπτής γαλλικής ειρωνείας. Από τα νιάτα του, που διαδήλωνε στη Γένοβα κατά του G8, υπό τους ήχους του Μάνου Τσάο, μέχρι την πρώτη του επίσκεψη στην καγκελαρία ως Πρωθυπουργός, η σχέση του με την Ευρώπη μοιάζει να έχει περάσει από πολλές φάσεις. Φάσεις, τις οποίες οι υποστηρικτές του αντιμετωπίζουν ως τα βήματα της πολιτικής του ωρίμασης. Οι επικριτές του, πάλι, ως «κωλοτούμπες» για χάρη της εξουσίας.
Το µοντέλο της Βενεζουέλας
Κανείς, πάντως, δεν διαφωνεί πως ο Αλέξης του 2001 που συγκρουόταν με την ιταλική αστυνομία για να διαμαρτυρηθεί κατά του επάρατου καπιταλισμού, ο Τσίπρας του 2012 που δήλωνε πως «η Βενεζουέλα αποτελεί ένα μοντέλο που πρέπει να ακολουθήσουμε ώστε να αφήσουμε πίσω το καπιταλιστικό μοντέλο που κυριαρχεί σήμερα στην Ευρώπη» αλλά κι εκείνος του 2014 που κήρυττε πόλεμο στο «ευρωπαϊκό πολιτικό κατεστημένο» εξαιτίας «της δογματικής εμμονής του στη νεοφιλελεύθερη λιτότητα», δεν έχουν πια καμία σχέση με τον σημερινό Πρωθυπουργό. Αυτόν που την Πέμπτη, εκτός από την πολιτική επιθεώρηση «Politique Internationale», τον βράβευσε κι ο Δικηγορικός Σύλλογος του Παρισιού με το «Βραβείο Δέσμευσης στο Ευρωπαϊκό Ιδεώδες».
Πριν φθάσουν, όμως, οι δικηγόροι της γαλλικής πρωτεύουσας να του αναγνωρίσουν πως τελικά είναι αφοσιωμένος στα ιδανικά του ισχυρότερου κλαμπ χωρών του πλανήτη, εκείνος έκανε κινήσεις στην πολιτική σκακιέρα που δεν οδηγούσαν τόσο εύκολα σε αυτό το συμπέρασμα. Τον Δεκέμβριο του 2013, για παράδειγμα, ανακοινώνεται επίσημα η υποψηφιότητά του για την προεδρία της Κομισιόν. Θέση, που αν μη τι άλλο, προϋποθέτει προσήλωση στο ευρωπαϊκό ιδεώδες. Αλλά και ρεαλισμό αναφορικά με τον τρόπο λειτουργίας τόσο της Ενωσης των 28 όσο και –πρωτίστως –της ευρωζώνης. Κι όμως, τον Φεβρουάριο του 2014 η Κουμουνδούρου διαφήμιζε μια διήμερη επίσκεψή του στο Παρίσι. Ενόψει των ευρωεκλογών εκείνου του έτους συναντήθηκε με τον σύντροφο –τότε –Ζαν-Λικ Μελανσόν και ανάμεσα στα άλλα δήλωσε «ερχόμαστε να βάλουμε τέλος στα προγράμματα λιτότητας».
Δημοψήφισμα και νέο Μνημόνιο
Τον Μάιο της ίδιας χρονιάς βρίσκεται στις Βρυξέλλες. Για να λάβει μέρος στο δεύτερο ντιμπέιτ μεταξύ των υποψηφίων για την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής –στο πρώτο δεν συμμετείχε καν επειδή η πρόσκληση είχε, λέει, έρθει πολύ αργά και είχε προγραμματισμένες περιοδείες σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Στη δεύτερη τηλεμαχία, παρεμπιπτόντως, ήταν ο μοναδικός που επέλεξε να απαντήσει τις ερωτήσεις στη μητρική του γλώσσα και όχι στη lingua franca της ΕΕ, τα αγγλικά. Εκεί, λοιπόν, μέσα από την Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου, δηλώνει πως «θέλουμε μια Ευρώπη των λαών για την ενίσχυση της δημοκρατίας, όπου οι πολίτες θα αποφασίζουν με δημοψηφίσματα και οι αποφάσεις δεν θα παίρνονται πίσω από κλειστές πόρτες». Ενα χρόνο και κάτι αργότερα θα επιστρέψει στις Βρυξέλλες με το «όχι» στη βαλίτσα του –και την πιθανότητα ενός Grexit στο τραπέζι. Οπότε θα επιλέξει να διαπραγματευτεί «σκληρά» για δεκαεπτά ώρες –δέκα εκ των οποίων μόνο με τη γερμανίδα καγκελάριο -, με αποτέλεσμα να φέρει στο ελληνικό Κοινοβούλιο ένα ακόμη Μνημόνιο προς ψήφιση.
Μπερδεύει τις αναμνήσεις
Αν υπάρχει, ειρήσθω εν παρόδω, ένα πρόσωπο που οι αντιδράσεις απέναντί του αποτυπώνουν την αμφιθυμία που προκαλεί στον Αλέξη Τσίπρα η σχέση του με την Ευρώπη, αυτό είναι η Ανγκελα Μέρκελ. Το 2014 από τη Μυτιλήνη, αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης γαρ, της φώναζε «go back κυρία Μέρκελ». Τον Μάρτιο του 2015, πάλι, που επισκέφθηκε για πρώτη φορά το Βερολίνο ως πρωθυπουργός θα παραδεχθεί, στις κοινές τους δηλώσεις, πως «δεν φταίνε για όλα οι ξένοι». Και πως ήταν άδικο και για τη Μέρκελ και για τον γερμανικό λαό το πρωτοσέλιδο του «Spiegel» με εικονογράφηση την καγκελάριο ντυμένη Ναζί στην Ακρόπολη.
Μπορεί, βέβαια, εν τέλει να έχει δίκιο ο Δικηγορικός Σύλλογος Παρισιού. Ισως o Τσίπρας έχει δεσμευθεί τόσο που πλέον φθάνει στο σημείο να ανακαλεί στη μνήμη του την ιστορία των τελευταίων ετών κάπως διαφορετικά απ’ ό,τι πραγματικά εκτυλίχθηκε. Αναφερόμενος στο καλοκαίρι του 2015 κατά τη διάρκεια της βράβευσης από την «Politique Internationale», είπε στο κοινό «πολλές φορές ακόμη και σήμερα αισθάνομαι σαν το μυθικό Οδυσσέα που δέθηκε στο κατάρτι του πλοίου για να μην αντιδράσει στο άκουσμα του τραγουδιού των Σειρήνων». Τι κι αν οι Σειρήνες τραγουδούσαν με τη δική του φωνή όταν βροντοφώναζε από το πόντιουμ της κεντρικής συγκέντρωσης του «όχι» στο Σύνταγμα «την Κυριακή δεν αποφασίζουμε απλά αν θα μείνουμε στην Ευρώπη, αλλά για να το εάν θα ζήσουμε με αξιοπρέπεια στην Ευρώπη, για το αν θα είμαστε ίσοι στην Ευρώπη»;