«Στην αρχή ταξίδευα στα ελληνικά νησιά για καλοκαιρινές διακοπές. Ομως μετά τη Μύκονο θέλησα να δω και άλλα πράγματα καθώς μεγάλωνε η αγάπη μου για τη χώρα και τους ανθρώπους της. Ανακάλυψα λοιπόν το Μουσείο Μπενάκη και την Ακρόπολη. Ηθελα να κάνω μια ολόκληρη συλλογή αφιερωμένη στην Ελλάδα κι επειδή δεν είμαι κάποιος που κλέβει τους θησαυρούς σας, ήθελα να επιστρέψω αυτή την έμπνευση που τόσα χρόνια παίρνω από την Ελλάδα του παρελθόντος και του παρόντος, γιατί η Ελλάδα έχει μια ιδιαίτερη θέση στην καρδιά μου». Ηταν τα λόγια του Ζαν Πολ Γκοτιέ κατά τη διάρκεια της χθεσινής συνάντησης με τους δημοσιογράφους. Μεταξύ επίσημων φωτογραφικών στιγμιότυπων με χορηγούς και selfies με μπλόγκερ, ο Γκοτιέ κατέθεσε την άποψή του στο «Νσυν» για τη σημασία της μόδας σήμερα: «Ως αντανάκλαση της κοινωνίας, η μόδα δείχνει το χάος που υπάρχει παντού σε όλον τον κόσμο. Δεν είναι όπως όταν ξεκινούσα, βοηθός στον Ζαν Πατού, που φτιάχναμε ρούχα για να τα ονειρεύεσαι και ρούχα για να τα φοράς. Βρισκόμαστε σε ένα σημείο όπου οι κοινωνίες αλλάζουν και αυτό το αισθάνομαι μέσα στη μόδα. Γύρω μου υπάρχουν συνεχώς νέα, νέα, νέα πράγματα σε βαθμό που δεν μπορώ να ξεχωρίσω τι είναι το καινούργιο. Μέσα από τη μόδα θα πρέπει ίσως να δείξουμε κάτι πιο θετικό από τη γενικευμένη βία που υπάρχει στην κοινωνία. Θα πρέπει να δούμε τη μόδα ως την τέλεια αντίδραση για το τι σκέφτεται ο κόσμος για την κοινωνία, την οικονομία, την τέχνη. Σίγουρα δεν είμαστε φιλόσοφοι, όμως κάνουμε καλλιτεχνική προβολή γύρω απ’ ό,τι μας αφορά».
«PRET-A-PORTER». Το 1994 ο χαρακτηρισμός «θύμα της μόδας» ήταν ένα είδος παράσημου για τους ανθρώπους της βιομηχανίας που έδειχναν με το ντύσιμό τους το πάθος για τα ρούχα, αλλά και την αφοσίωσή τους στις κατευθύνσεις που έδιναν με τις συλλογές τους οι σταρ σχεδιαστές. Τότε δηλαδή που ο Ζαν Πολ Γκοτιέ σε έναν εργοστασιακό χώρο, στη νότια προαστιακή ζώνη του Παρισιού, παρουσίαζε το σόου του, το οποίο κινηματογραφούσε ο αμερικανός σκηνοθέτης Ρόμπερτ Αλτμαν ως πλάνο της ταινίας του «Pret-a-porter».
«ΤΑ ΝΕΑ» είχαν παρακολουθήσει στο Παρίσι το διπλό χτύπημα πρωτοτυπίας που έδωσαν στις 8 Μαρτίου ο γάλλος σχεδιαστής και ο αμερικανός σκηνοθέτης στον κλειστό τότε περίγυρο των ειδικών που παρακολουθούσαν τις εβδομάδες μόδας. Εκείνη την εποχή η επιλογή του χώρου ήταν εξίσου ανορθόδοξη με την ιδέα του σκηνοθέτη να κάνει σινεμά βεριτέ μέσα στο πλήθος της μόδας. «Ενα σόου Γκοτιέ είναι το must για κάθε θύμα της μόδας, γι’ αυτό και το αδιαχώρητο έξω από τον χώρο της παρουσίασης θύμιζε οικείες εικόνες γηπέδων, λίγη ώρα πριν από το ντέρμπι αντίπαλων ποδοσφαιρικών ομάδων. Ο Γκοτιέ έχει πιστούς και το απέδειξαν ακολουθώντας τον χάρτη της πρόσκλησής του, σε ένα παλιό εργοστάσιο στα νότια προάστια του Παρισιού, αργά το βράδυ και με χαμηλή θερμοκρασία. Εκεί, ο Αλτμαν δεν χρειάστηκε να επινοήσει σκηνές όπου διάφοροι τρελαμένοι της μόδας θα διέλυαν την αντοχή των φυλάκων με την κόκκινη γραβάτα για να περάσουν μέσα. Ενα ζουμ της κάμερας, και στις εκατοντάδες θέσεις έβλεπε κανείς το αποτέλεσμα των καλών δημόσιων σχέσεων και του μάρκετινγκ: από τον αλαφιασμένο Πέδρο Αλμοδόβαρ, τον μικρόσωμο Αζεντίν Αλαϊά, τον ασκητικό Γιόζι Γιαμαμότο, τη μυστηριακή Νίνα Χάγκεν. Και όσοι από τους φίλους του Γκοτιέ δεν χώρεσαν να καθήσουν, οδηγήθηκαν στα παρασκήνια, δέχτηκαν ορισμένες μετατροπές στην εμφάνισή τους, σύμφωνα με το στάιλινγκ, και βγήκαν στην πασαρέλα. Ετσι, δεν ήταν μόνο η Εβατζελίστα, η Κρίστι Τέρλινγκτον, η Τατιάνα Πάτιτζ που ακολούθησαν τη διαδρομή της σταυρωτής πασαρέλας, αλλά και η νεαρή Μπγιορκ, που ανεβαίνει στα ευρωπαϊκά τσαρτ, και η Ρόσι ντε Πάλμα, η οποία εκτός από μούσα του Αλμοδόβαρ είναι και μοντέλο του Γκοτιέ…».
1.000 ΕΥΡΩ ΓΙΑ ΜΙΑ ΘΕΣΗ. Είκοσι και πλέον έτη αργότερα, ο δηλωμένος φιλέλληνας δημιουργός ασκεί μια ανάλογη γοητεία στον κόσμο των μαικήνων φίλων του Μουσείου Μπενάκη. Η αξία του ονόματός του, η παρουσία ορισμένων από τις δημιουργίες του στη διάρκεια μιας ειδικής βραδιάς-γκαλά εντός του κεντρικού κτιρίου στο Κολωνάκι ήταν ο συνδυασμός για τον οποίο κάθε συνδαιτυμόνας πλήρωσε 1.000 ευρώ για μία θέση σε ένα από τα τραπέζια του αποψινού γκαλά. Το ποσό της κλειστής αυτής εκδήλωσης διατίθεται, όπως υπογράμμισε συγκινημένη και ενθουσιασμένη η Ειρήνη Γερουλάνου, για τη συντήρηση του κτιρίου της Κουμπάρη 1.
Δημιουργίες του όπως η Αφροδίτη και η Σαπφώ, φουστανέλες, παραδοσιακές φορεσιές και άλλες χαρακτηριστικές εκδοχές της ελληνικότητας στο έργο του θα παρελάσουν μαζί, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, μέσα στις αίθουσες του ιστορικού νεοκλασικού κτιρίου, σε ένα μοναδικό ντεφιλέ, οργανωμένο και επιμελημένο από τον δημιουργό τους. Δημιουργίες υψηλής ραπτικής από τις συλλογές περασμένων ετών, από το 2006 και το 2010, πρόκειται να κυκλοφορήσουν ανάμεσα από τις αυθεντικές συλλογές που τις ενέπνευσαν. Πρόκειται για τα κομμάτια εκείνα τα οποία αντανακλούν, όχι μόνο το επίπεδο της τεχνικής του Ζαν Πολ Γκοτιέ, αλλά κυρίως τη βαθιά του αγάπη για καθετί ελληνικό. Είναι δημιουργίες υψηλής ραπτικής που ήδη θεωρούνται ιστορικές, καθώς αποτελούν υπόδειγμα χειροποίητων τεχνικών. Απόψε είναι η τελευταία φορά που θα φορεθούν από μοντέλα, καθώς προορίζονται να ενταχθούν στις συλλογές ενός μουσείου αφιερωμένου στον δημιουργό τους.