Εχει ξεπεράσει τα όρια της κυβερνητικής τακτικής. Υπάγεται πλέον στη σφαίρα του εμμονικού τακτικισμού. Η κυβερνητική γραμμή να μην απαντάει κανένας υπουργός, κανένας υπεύθυνος, πολύ περισσότερο ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, ποτέ και σε τίποτα, να λειτουργούν ως τοίχος πάνω στον οποίον προσκρούει κάθε κριτική, αν μέχρι ενός σημείου απέδιδε χρήσιμο αποπροσανατολισμό και πολύτιμη θολούρα της κοινής γνώμης, νομίζω ότι πλέον λειτουργεί ως μπούμερανγκ. Τουλάχιστον σε αυτό το ποσοστό του πληθυσμού που διασώζει την ηθική του νηφαλιότητα από την πιθανή ιδεολογική συμπάθειά του στον ΣΥΡΙΖΑ. (Γιατί υπάρχουν και αυτοί που, έχοντας ταυτιστεί κυρίως επί του θυμικού με τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, συσπειρώνονται γύρω από αυτήν την ψευτομαγκιά).
Σιγά μην ίδρωσε το αφτί του κυνισμού για το ότι ο Πρωθυπουργός έριξε από μακριά μια τουριστική ματιά στην πλημμυρισμένη Μάνδρα, με τους 23 πλέον νεκρούς, αντιμετωπίζοντάς την μάλλον ως ινσταλέισον καταστροφής. Σιγά μην απολογηθεί κάποιος για το ότι η Περιφέρεια απουσιάζει εντυπωσιακά από την πληγείσα περιοχή.
Αντε καλέ που θα υπερασπιστούν, έστω και ως σκηνοθετική αβλεψία, το humidor του Πρωθυπουργού στο σποτάκι που μας διηγείται πώς ο Ρομπέν των Montblanc τα παίρνει από τους πλούσιους για να τα δώσει στους φτωχούς. Αλλά και όταν απαντούν, το κάνουν όπως χθες στη Βουλή. Λαχανιασμένα άλλα αντ’ άλλων και ασθμαίνουσες ανακρίβειες.
Η υποβάθμιση του πολιτικού λόγου σε εκείνο το αργόσυρτο «Φοβηθήκαμε!» της κυρίας Χριστοδουλοπούλου. Δεν θα περίμενα κάτι καλύτερο βέβαια από αυτούς που θεωρούν τη δημοκρατία εργαλείο και επιβεβαιώνουν την άποψη του Οσκαρ Ουάιλντ ότι κυνικός είναι αυτός που γνωρίζει την τιμή των πάντων αλλά την αξία κανενός.