Στις κοινότητες των δρομέων το γεγονός είναι γνωστό. Οι αγώνες Ironman είναι μία από τις πιο σκληρές αθλητικές δοκιμασίες στις οποίες μπορεί να υποβάλει τον εαυτό του ένας ερασιτέχνης αθλητής, μιας και περιλαμβάνουν 3,8 χλμ. κολύμβηση, 180 χλμ. ποδηλασία και τρέξιμο 42,195 χλμ.χωρίς διακοπή! Για να δηλώσει κάποιος συμμετοχή σε μία από τις διοργανώσεις που στήνονται παγκοσμίως πρέπει να έχει ασφαλώς μια δόση τρέλας και ακόμα περισσότερο γερή προετοιμασία ώστε να καταφέρει να αντέξει στις απαιτήσεις. Ωστόσο, η δυσκολία του εγχειρήματος δεν μπορεί να συγκριθεί με την προπόνηση για Μαραθώνιο που χαρακτηρίζεται πολύ πιο σκληρή! Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζουν ισπανοί ερευνητές που ολοκλήρωσαν σχετική έρευνα.
Η μελέτη
Ειδικοί από τη χώρα της Ιβηρικής πραγματοποίησαν μελέτη επιστρατεύοντας τη βοήθεια πεπειραμένων δρομέων και τριαθλητών Ironman. Σύμφωνα με τα ευρήματά τους, που δημοσιεύτηκαν στην αμερικανική επιθεώρηση «Σύνορα στη Φυσιολογία» (Frontiers in Physiology) η προετοιμασία για έναν αγώνα 42,195 χιλιομέτρων είναι στην πραγματικότητα σκληρότερη υπόθεση, παρόλο που ένας αγώνας Ironman περιλαμβάνουν εκτός από το έναν Μαραθώνιο και ποδηλασία και κολύμβηση. Στις μετρήσεις των ειδικών συμμετείχαν 15 δρομείς και 15 τριαθλητές Ironman. Η κάθε ομάδα αποτελούνταν από 13 άνδρες και 2 γυναίκες. Οι επιστήμονες φρόντισαν να επιλέξουν εθελοντές που είχαν πάνω-κάτω την ίδια ηλικία, το ίδιο βάρος και ύψος αλλά και παρόμοια φυσική κατάσταση, σημαντική εμπειρία στις διοργανώσεις, ακόμα και επιδόσεις. Προκειμένου να βγάλουν τα αποτελέσματά τους χρησιμοποίησαν εξετάσεις άσκησης και όρισαν συγκεκριμένες φόρμες προπόνησης πριν οι συμμετέχοντες να αφοσιωθούν στο πρόγραμμα προετοιμασίας τους.
Ο φόρτος προπόνησης
Ολοι τους είχαν στη διάθεσή τους 16 εβδομάδες για να προετοιμαστούν για τον αγώνα-στόχο τους· οι ερευνητές παρακολουθούσαν προσεκτικά τις προπονησεις κατά την προετοιμασία τους. Για να αξιολογήσουν τον σχετικό φόρτο άσκησης για όλους τους αθλητές, οι Ισπανοί χρησιμοποίησαν ένα μετρικό σύστημα που ονόμασαν Αντικειμενική Κλίμακα Φόρτου (ECOs στα ισπανικά). Από εκεί έπαιρναν κάθε φορά ένα σκορ που βασιζόταν στο είδος, τη διάρκεια και την ένταση της κάθε άσκησης για να συγκρίνουν τις διαφορετικές δραστηριότητες.
Εξετάζοντας τα στοιχεία, είδαν πως οι αθλητές των Ironman έκαναν πολύ περισσότερη προετοιμασία σε σχέση με τους συναδέλφους τους στον Μαραθώνιο. Καθόλου παράξενο! Πέρασαν συνολικά 206,7 ώρες στα γυμναστήρια σε σχέση με τις 84,3 ώρες των δεύτερων. Δηλαδή 12,9 ώρες την εβδομάδα έναντι 5,2 των απλών δρομέων. Αντίστοιχα, σημαντικά περισσότερος ήταν και ο φόρτος προπόνησης με σκορ 13.347 έναντι 8.416, νούμερα που μεταφράζονται σε 834,1 και 526 αντίστοιχα σε εβδομαδιαία βάση.
Πιο δυνατή προετοιμασία
Παρ’ όλα αυτά, όταν οι αναλογίες χρησιμοποιήθηκαν για να συγκρίνουν πώς ο χρόνος και η προπόνηση ξοδεύτηκαν σε σχέση με την μετρημένη διάρκεια των αθλημάτων (11,45 ώρες για τους Ironman και 3,06 ώρες για τον Μαραθώνιο), οι μαραθωνοδρόμοι πήραν κεφάλι. Ο φόρτος προπόνησης για κάθε ώρα άσκησης ήταν αυξημένος για τους δρομείς των 42,195 χιλιομέτρων (99,3 έναντι 65,8 των Ironman). Ή σκορ 1,5 ως προς 1 των αθλητών Ironman, αν μεταφερθούν τα νούμερα σε βάση λεπτού. Επιπλέον, ο μέσος φόρτος προπόνησης κάθε λεπτό σε εβδομαδιαία βάση ήταν και πάλι μεγαλύτερος (2,9 έναντι 1,2). Το ίδιο ισχύει και για την προπόνηση που έκαναν για κάθε λεπτό σε αγώνα (σκορ 1,7 έναντι 1,1). Ολα αυτά τα νούμερα αποδεικνύουν, σύμφωνα με τους ειδικούς, πως οι μαραθωνοδρόμοι καταβάλλουν μεγαλύτερη προσπάθεια τόσο στον χρόνο όσο και στον φόρτο προπόνησης σε σχέση με τη διάρκεια των αγώνων τους κάθε φορά. Δηλαδή, οι τριαθλητές κατά την προετοιμασία τους δεν προπονούνται όσο σκληρά όσο θεωρητικά θα προϋπέθετε η απαιτητικότητα των δοκιμασιών των Ironman.
Πιο αφοσιωμένοι στις δυνατές προπονήσεις
Τα επιμέρους θέματα της έρευνας, παρατηρεί το καναδικό δρομικό περιοδικό Canadian Running, φαίνεται πως είναι το ίδιο ενδιαφέροντα γιατί ρίχνουν φως στις τακτικές που χρησιμοποιούν οι δύο κατηγορίες αθλουμένων προκειμένου να ετοιμαστούν για τις διοργανώσεις στις οποίες θέλουν να συμμετάσχουν. Οι προπονήσεις των αθλητών στην έρευνα κατηγοριοποιήθηκαν σε τρεις διαφορετικές εντάσεις: αυτές κάτω από το αναερόβιο (γαλακτικό) κατώφλι – άρα εύκολες, αυτές πάνω από το κατώφλι – δηλαδή δύσκολες και εκείνες κάπου στο ενδιάμεσο. Τα ευρήματα έδειξαν ότι δεν υπήρχε σημαντική διαφορά ανάμεσα στους τριαθλητές και τους μαραθωνοδρόμους ως προς το ποσοστό του χρόνου και του προπονητικού φόρτου στις εύκολες προπονήσεις.
Οι διαφορές, παρ’ όλα αυτά, προέκυψαν όταν εξέτασαν τα δεδομένα στις δύσκολες και μεσαίας δυσκολίας προπονήσεις. Φυσιολογικά, οι τριαθλητές πέρασαν περισσότερο χρόνο με προπόνηση μεσαίας δυσκολίας σε σχέση με τους μαραθωνοδρόμους που ενέμειναν στις δυνατές προπονήσεις. Τα δεδομένα αυτά αποδεικνύουν πως είναι σωστή η παλιά κλασική φιλοσοφία πολλών προπονητών δρόμου αντοχής, ότι δηλαδή οι εύκολες (easy) προπονήσεις πρέπει να είναι πραγματικά εύκολες και ότι στις δυνατές προπονήσεις πρέπει να… δίνουμε πόνο. Ποτέ «μεσαίας έντασης» προπονήσεις – ούτε πολύ εύκολα, ούτε πολύ δυνατά τρεξίματα.
Τέλος, σύμφωνα με τα ισπανικά ευρήματα, εκείνοι που πέρασαν περισσότερες ώρες σε easy προπονήσεις είχαν στον αγώνα-στόχο τους καλύτερη απόδοση σε σχέση με τους συναθλητές τους που έκαναν περισσότερες προπονήσεις μεσαίας έντασης. Στους δρομείς αλλά όχι στους τριαθλητές, όσο περισσότερος ήταν ο χρόνος που αφιέρωσαν στις δυνατές προπονήσεις τόσο καλύτερη απόδοση είχαν στις κούρσες όπου συμμετείχαν.