Σε τριάντα, σαράντα, πενήντα χρόνια θα είναι τριανταπέντε, σαράντα, πενήντα, εξήντα ετών. Θα έχουν παιδιά και εγγόνια. Θα δουλεύουν ή θα έχουν βγει στη σύνταξη. Κάποιοι θα μένουν ακόμη εκεί, οι περισσότεροι θα έχουν μετακομίσει σε άλλες γειτονιές, μπορεί και σε άλλες πόλεις, σε άλλες χώρες, κάποιων τα ίχνη θα έχουν χαθεί. Τα μαλλιά τους θα έχουν γκριζάρει ή ασπρίσει, θα φοράνε γυαλιά πρεσβυωπίας. Κάποιες φιλίες θα κρατάνε ακόμη, κάποιοι θα έχουν διατηρήσει μια τυπική επαφή, πολλοί δεν θα γνωρίζουν ο ένας τον άλλον αν συναντηθούν στον δρόμο. Για πάντα όμως θα τους συνδέει αυτή η ιδιότυπη «συνωμοσία της καταστροφής». Για πάντα θα είναι «τα παιδιά της Μάνδρας». Τα παιδιά της μεγάλης πλημμύρας. Την 15η Νοεμβρίου των μελλοντικών χρόνων –αν τα σόσιαλ μίντια θα είναι όπως σήμερα –θα ανεβάζουν ποστ με τις αναμνήσεις από εκείνο το ξημέρωμα. Πώς όρμηξαν τα χαράματα οι χείμαρροι στα σπίτια τους, πώς ανέβηκαν με τις πιτζάμες στην ταράτσα ή σε ένα δέντρο για να γλιτώσουν, πώς τα νερά παρέσυραν τη γιαγιά. Θα παίρνουν πολλά likes και emoticon που δακρύζουν. Και η ζωή θα συνεχίζεται γιατί πάντα η ζωή συνεχίζεται.
Αυτά όμως έπειτα από τριάντα, σαράντα, πενήντα χρόνια. Τώρα, η ζωή των παιδιών της Μάνδρας είναι ακόμη κολλημένη στη λάσπη. Η κανονικότητά της έχει διαρραγεί και αυτό το ρήγμα θα αργήσει να αποκατασταθεί. Ηδη δεκαπέντε μέρες χωρίς σχολείο, με χαμένα παιχνίδια, καταστραμμένα ρούχα και την αθωότητά τους θαμμένη κάτω από τα φερτά υλικά των χειμάρρων. Βοηθώντας έστω και ένα από τα παιδιά της Μάνδρας να ξαναβρεί την κανονικότητα στη ζωή του, είναι σαν να διαφυλάσσουμε την κανονικότητα στη δική μας ζωή.