Ελβετικοί σουγιάδες που αν τους ανοίξεις βγάζουν από τα σωθικά τους τσεκούρια, αξίνες και φτυάρια. Τεράστιες ξύλινες σαγιονάρες κατάλληλες (;) για όποιον θέλει να σπείρει. Και ένα κλαδευτήρι που δεν μπορεί παρά να κλαδέψει μόνο τον εαυτό του κάνει συντροφιά με έναν Πινόκιο, η μύτη του οποίου έχει τη μορφή τσουγκράνας.
Ολα τούτα τα παράδοξα δεν θα τα βρει κάποιος ούτε σε ένα χωράφι ούτε καν σε ένα κατάστημα με εργαλεία για αγρότες, θα τα συναντήσει συγκεντρωμένα στο κέντρο της Αθήνας και μάλιστα σε μια γκαλερί, καθώς αποτελούν μια μικρή γεύση μόνο από την πλέον πρόσφατη δουλειά του εικαστικού Αλέξανδρου Ψυχούλη, την οποία παρουσιάζει στην a.antonopoulou.art υπό τον τίτλο «Μία καλλιεργήσιμη έκταση».
«ΤΟΥΡΙΣΤΑΣ ΑΓΡΟΤΗΣ». «Τα έργα αυτά έγιναν εξ ανάγκης, διότι μεγάλο μέρος του εαυτού μου δεν υπάρχει αν δεν καλλιεργώ τον κήπο μου. Είμαι τουρίστας αγρότης. Με το ένα πόδι ανήκω στην πόλη και με το άλλο καλλιεργώ τη γη. Και δεν καλλιεργώ για να φάω –αν και τα προϊόντα μου είναι πολύ νόστιμα –αλλά αντιμετωπίζω τη γη ως πεδίο έκστασης με την αφελή ματιά του ανθρώπου της πόλης. Αντιλαμβάνομαι την όλη διαδικασία ως κάτι μαγικό, που σου προσφέρει την αυτοπεποίθηση της αυτάρκειας, ειδικά σε περιόδους κρίσης», λέει στο «Νσυν» ο βολιώτης εικαστικός και καθηγητής στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.
«Εφτιαξα μια σειρά από υβριδικά εργαλεία επειδή όταν χρησιμοποιώ τα εργαλεία του αγρότη αισθάνομαι ότι με σνομπάρουν, με παιδεύουν. Ο ερασιτέχνης τα παίρνει και προσπαθεί να τα χρησιμοποιήσει χωρίς να γνωρίζει πώς λειτουργούν, με αποτέλεσμα και να κουράζεται και να έχει μικροατυχήματα. Αντί δηλαδή να τον βοηθάνε, γελάνε μαζί του. Κι ίσως η δημιουργία τους να είναι ένας τρόπος να αντιμετωπίσω με χιούμορ το γεγονός ότι αποκλείεται να γίνω πραγματικός αγρότης», εξηγεί ο 51χρονος Αλέξανδρος Ψυχούλης ο οποίος χαρακτηρίζει τα τελευταία του έργα ως ένα ερωτικό ημερολόγιο της σχέσης του με το χώμα.
Μας προτείνει λοιπόν να επιστρέψουμε στη φύση; «Οταν κάνεις μια δουλειά σκέφτεσαι ότι έχεις να πεις μια ιστορία. Δεν προτείνω την επιστροφή στη φύση, αν και προσωπικά με έχει σώσει. Παρακολουθώ την έκσταση και τη γοητεία που αισθάνεται κάποιος απέναντι στη φύση. Ομως ουδέποτε με ενδιέφερε να φτιάχνω τέχνη -ταχυδρόμο η οποία να μεταφέρει μηνύματα. Κακά τα ψέματα, ο καθένας καταλαβαίνει αυτό που είναι σε θέση να καταλάβει.
ΒΑΝΑΥΣΟΤΗΤΑ. »Προσωπικά καλλιεργώ τη φύση επειδή με κάνει λίγο πιο “βάναυσο” σε σύγκριση με τον άνθρωπο της πόλης. Για να καλλιεργήσεις μια ντομάτα, για παράδειγμα, πρέπει να εξολοθρεύσεις τα ζιζάνια, κάτι που δεν είναι πολύ εύκολο. Κι αυτό σου δίνει την “αγριότητα” για να αντεπεξέλθεις στην ασφυκτική καθημερινότητα. Σου μαθαίνει να μπορείς να λες “όχι” σε κάποια πράγματα. Κι αυτό έχει μια ομορφιά», συνεχίζει με αφορμή τόσο τα επιτοίχια έργα του –χαράγματα σε βαμμένο πλέξιγκλας –όσο και τα τρισδιάστατα γλυπτά εργαλεία του που δημιουργήθηκαν με άξονα τη συλλογή ξύλων που βρίσκει στην ύπαιθρο και στα οποία επεμβαίνει με τρισδιάστατους εκτυπωτές.
«Καλλιτέχνης δεν είναι όποιος έχει ένα στούντιο, αλλά όποιος δουλεύει με ό,τι έχει στη διάθεσή του, όπου και να είναι: από ένα δωμάτιο ώς την απέραντη έκταση του Πηλίου. Και διευρύνω διαρκώς τα μέσα που ήδη χρησιμοποιώ διότι έτσι διευρύνεται και η σκέψη μου», καταλήγει.