Αν η υπόθεση Καμμένου ήταν αυτή που συγκλόνισε την κυβέρνηση, τότε οι πλειστηριασμοί είναι αυτοί που κινδυνεύουν να την γκρεμίσουν. Από πολιτικό πρόβλημα που καλείται να διαχειριστεί, κυρίως ως προς την προστασία της πρώτης κατοικίας των χαμηλότερων στρωμάτων, μετατρέπεται σε γολγοθά καθώς ο Αλέξης Τσίπρας αποδεικνύεται όμηρος (μιας ακόμη) προεκλογικής του εξαγγελίας: «Κανένα σπίτι στα χέρια τραπεζίτη». Η αμηχανία είναι έκδηλη και αποκρυσταλλώνεται στην ασθμαίνουσα επικοινωνιακή διαχείριση που ακολουθεί η κυβέρνηση, ενώ οι αντιδράσεις στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ εντείνονται όσο μεγαλώνει η κοινωνική οργή και διαρρηγνύεται η κοινωνική συνοχή.
Εστω και με την αρνητική του χροιά, το θέμα των πλειστηριασμών αποτελεί πάντως μια διέξοδο για την κυβέρνηση από την υπόθεση Καμμένου και το σκάνδαλο της συμφωνίας πώλησης πολεμικού υλικού στη Σαουδική Αραβία. Το κοινό σημείο με τους πλειστηριασμούς είναι πως και σ’ αυτήν την περίπτωση ο Τσίπρας είναι όμηρος. Αυτή τη φορά, όμως, του υπουργού και συγκυβερνήτη του. Και γενικότερα η σχέση του με τον Πάνο Καμμένο εξελίσσεται σε ολέθρια σχέση –μαζί και η κυβερνητική συγκατοίκηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Στην Κουμουνδούρου είναι κοινό μυστικό ότι πράγματι αυτή η συμβίωση είναι αναγκαστική, αλλά γίνεται αφόρητη προϊόντος του χρόνου. Πλέον δεν είναι μόνον οι διακριτές ιδεολογικές διαφορές που χωρίζουν τις δύο πλευρές και οι λεονταρισμοί της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των ΑΝΕΛ στα ευαίσθητα νομοσχέδια, καθώς ειδικά η υπόθεση της Σαουδικής Αραβίας αποδεικνύει πως χάνεται με τα χέρια κάτω το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς. Πολλώ δε μάλλον, ο ΣΥΡΙΖΑ παρασύρεται σε μια πορεία δίχως επιστροφή, εμπλεκόμενη σε έναν κυκεώνα αποκαλύψεων διαφθοράς και διαπλοκής που καταρρίπτει με πάταγο το επιχείρημα πως «εμείς δεν είμαστε όπως οι άλλοι». Τη διαφθορά και τη διαπλοκή είχε ως σημαία του διακηρύξει, άλλωστε, ο Τσίπρας ότι θα πολεμήσει, θεωρώντας ότι χαρακτηρίζουν το «παλιό κατεστημένο» του πολιτικού συστήματος.
Σάλπισε υποχώρηση
Η… σαουδαραβική υποχώρηση που σάλπισε, έτσι, η κυβέρνηση στην επίμαχη υπόθεση, οχυρωμένη πίσω από τις αποφάσεις της Βουλής και του Ευρωκοινοβουλίου, δεν στέκεται ικανή να κρύψει τα προβλήματα και να κλείσει τα τεφτέρια. Τουναντίον, οι προειδοποιήσεις της αντιπολίτευσης πως η ακύρωση της συμφωνίας δεν αίρει το αξιόποινο φαίνεται πως έχουν βάση. Τούτο είναι γνωστό στην κυβέρνηση όσο κι αν ο Καμμένος σπεύδει να δηλώσει τώρα πως δεν έβαλε πουθενά την υπογραφή του –ισχυρισμός καθ’ όλα ψευδής, καθώς τουλάχιστον οι αποφάσεις του ΚΥΣΕΑ φέρουν τη δική του υπογραφή όσο και του Πρωθυπουργού. Επιπλέον, η κεντρική γραμμή που ακολουθείται ότι ο Βασίλης Παπαδόπουλος ενεργούσε ως εκπρόσωπος της Σαουδικής Αραβίας και όχι ως μεσάζοντας έχει συγκεκριμένο σκοπό: να μην αποδειχθεί ότι έχει παραβιαστεί ο νόμος που απαγορεύει τους μεσάζοντες.
Τσίπρας – Καμμένος βυθίζονται στις δικές τους αντιφάσεις. Ο Πρωθυπουργός υπερασπίστηκε με πάθος τη συμφωνία στη Βουλή και φυσικά τον υπουργό του. Λίγες ώρες αργότερα, ωστόσο, αναζητούσε απεγνωσμένα οδό διαφυγής και απεμπλοκής. Επιπλέον, τη στιγμή που προσπαθεί να πείσει ότι ο Παπαδόπουλος δεν ενεργούσε ως μεσάζων, καταγγέλλει ως μεσάζοντα τον Τζον Σφακιανάκη. Αλλά και ο υπουργός Αμυνας αποδεικνύεται και πως έχει υπογράψει και γνώριζε τον Παπαδόπουλο και έχει προχωρήσει κατόπιν ενεργειών του τη συμφωνία. Μια συμφωνία που, όπως αποτυπώνεται στα έγγραφα, δεν είναι διακρατική και η «εξουσιοδότηση» Παπαδόπουλου δεν είναι καν νομότυπη.
Ο Πάνος Καμμένος έχει τώρα μπροστά του μία ακόμη κοινοβουλευτική αναμέτρηση, στην οποία θα πιάσει μεν το «σωσίβιο» που του πέταξε ο Νίκος Φίλης, αλλά δεν θα έχει τον Πρωθυπουργό να τον υπερασπιστεί: αυτήν της Επιτροπής Εξοπλισμών της Βουλής. Η Επιτροπή ναι μεν θα ανακαλέσει, όπως όλα δείχνουν, τη σύμφωνη γνώμη της για την επίμαχη σύμβαση, αλλά θα το πράξει εκ του ασφαλούς, μετά το ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου –παρά το γεγονός, βέβαια, ότι αυτό αφενός δεν είναι δεσμευτικό ή ότι υπήρξαν άλλα αντίστοιχα ψηφίσματα τα οποία αγνόησε η κυβέρνηση. Επιπλέον, ο Καμμένος θα αντιμετωπίσει τη δυσπιστία των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι εκτιμούν όλο και περισσότερο πως η κυβερνητική συμβίωση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι αφόρητη και έχει ημερομηνία λήξης τις εκλογές.
Μέχρι το τέλος…
Η υπόθεση της Σαουδικής Αραβίας έχει αναδείξει και έναν ακόμη λόγο για τον οποίο πλέον Τσίπρας – Καμμένος είναι υποχρεωμένοι να βαδίσουν μαζί «μέχρι το τέλος», όπως είχε πει σε ανύποπτο χρόνο ο πρόεδρος των ΑΝΕΛ. Είναι ο φόβος για τις νομικές συνέπειες που μπορεί να έχει η συμφωνία δεδομένου ότι οι υπογραφές του Πρωθυπουργού και του υπουργού Αμυνας φιγουράρουν στις αποφάσεις του ΚΥΣΕΑ. Σε πιο δυσχερή θέση, βέβαια, βρίσκεται ο Καμμένος, ο οποίος ως αρχηγός του μικρότερου κυβερνητικού εταίρου θα έχει πολύ πιο σοβαρό πρόβλημα μετεκλογικά αν οι ΑΝΕΛ –όπως αποτυπώνονται οι επιδόσεις τους στις δημοσκοπήσεις –μείνουν εκτός Βουλής. Κοινώς, ο υπουργός Αμυνας, εάν δεν εκλεγεί βουλευτής, δεν θα είναι ακάλυπτος μόνον απέναντι στη Δικαιοσύνη, αλλά και πολιτικά, καθώς ο Τσίπρας δεν θα έχει κανέναν πρακτικό λόγο να τον στηρίζει με πάθος όπως κάνει σήμερα προκειμένου να παραμείνει στην εξουσία.
Το ενδεχόμενο αυτό έχει φέρει ήδη στο προσκήνιο σενάρια για εκλογική συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ή ακόμη και… απορρόφησής τους ως «δεξιάς συνιστώσας» στην Κουμουνδούρου. Ως υποστηρικτές του σεναρίου εμφανίζονται και βουλευτές των ΑΝΕΛ που φέρονται να έχουν διερευνήσει το ενδεχόμενο συμμετοχής τους στις λίστες του ΣΥΡΙΖΑ, τη στιγμή που άλλοι βρίσκονται σε προχωρημένες συζητήσεις με τη ΝΔ –εξού και κάποιοι έσπευσαν να «κάψουν» την προσχώρησή τους με διαρροές σεναρίων αποστασίας.
Μια τέτοια εξέλιξη, ωστόσο, ουδόλως βέβαιο είναι πως θα γίνει αποδεκτή από τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Τουναντίον, αναμένεται να εντείνει τις αντιδράσεις, ενώ επιφυλακτική έως αρνητική είναι και η στάση των ψηφοφόρων του. Από την άλλη πλευρά, ο Καμμένος αποτελεί έναν βολικό κυβερνητικό εταίρο για τον Τσίπρα, μολονότι αποτελούν πράγματι ένα αταίριαστο ιδεολογικά (και όχι μόνο) ζευγάρι. Οποιαδήποτε άλλη συνεργασία θα είναι εξαιρετικά απαιτητική για τον Πρωθυπουργό, ο οποίος τότε θα χάσει το πάνω χέρι που διαθέτει σήμερα. Αυτό αποδεικνύουν, άλλωστε, τα αποτυχημένα ανοίγματα που έχει ήδη επιχειρήσει στην Κεντροαριστερά.
Κίνημα εντός των τειχών
Η υπόθεση των πλειστηριασμών, εξάλλου, γεννά φόβους για διαρροές προς τα αριστερά. Δεν είναι τυχαία η στοχοποίηση της Λαϊκής Ενότητας και των υπολοίπων κινημάτων (ΑΝΤΑΡΣΥΑ, Πλεύση Ελευθερίας) ή των λεγόμενων συλλογικοτήτων (Δεν Πληρώνω κ.τ.λ.) από κορυφαίους υπουργούς για τις εκδηλώσεις διαμαρτυρίας κατά των πλειστηριασμών. Ούτε το ανοιχτό μέτωπο με το ΚΚΕ, το οποίο κλιμακώνει την επίθεσή του στην κυβέρνηση και επιχειρεί να αναδείξει τις διαφορές πολιτικής του με τον ΣΥΡΙΖΑ προκειμένου να τραβήξει ψηφοφόρους από την Κουμουνδούρου.
Πρωτίστως, όμως, το Μαξίμου έχει να διαχειριστεί το «κίνημα των πλειστηριασμών» εντός ΣΥΡΙΖΑ. Τους βουλευτές και τα στελέχη του, δηλαδή, που πρεσάρουν την κυβέρνηση να κατοχυρώσει νομοθετικά την προστασία της πρώτης κατοικίας –ή λαϊκής κατοικίας, όπως την ονομάζουν. Αλλοι, πάλι, όπως ο Θοδωρής Δρίτσας, επιθυμούν (εκτός γραμμής Μαξίμου) τη συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ στις εκδηλώσεις διαμαρτυρίας κατά των πλειστηριασμών, συγκροτώντας ένα εκρηκτικό μείγμα, με την κυβέρνηση να παρακολουθεί αμήχανη και να επιχειρεί να διαβεβαιώσει πως αρκούν οι πολιτικές της δεσμεύσεις και οι συμφωνίες κυρίων με τις τράπεζες την ώρα που πιέζεται από τους θεσμούς να προχωρήσουν με γοργούς ρυθμούς μαζικές εκποιήσεις ακινήτων.
Οι πλειστηριασμοί αποτελούν έτσι το πρώτο, ίσως, ζήτημα που αλλοιώνει το «αριστερό DNA» του ΣΥΡΙΖΑ. Γεγονός που δικαιολογεί την αγωνία των διαφωνούντων αλλά και τη σύγχυσή τους. Ιδιαίτερα π.χ. όταν βλέπουν τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, μολονότι ηγείται έστω και ατύπως της ομάδας των 53, να βάζει θέμα ευστάθειας των τραπεζών και του χρηματοπιστωτικού συστήματος εάν δεν βγουν στο σφυρί τα ακίνητα των οφειλετών.