Αποτέλεσε την πιο φιλόδοξη προσπάθεια να αποδοθεί δικαιοσύνη για τις μαζικές δολοφονίες και τις «πτήσεις του θανάτου» στη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας στην Αργεντινή από το 1976 έως το 1983. Η δίκη 54 αποστράτων ολοκληρώθηκε χθες στο Μπουένος Αϊρες, με 29 εξ αυτών να καταδικάζονται σε ισόβια καθώς αποδείχθηκε η συμμετοχή τους στις δολοφονίες κρατουμένων ποντίζοντάς τους από αεροσκάφη στον Νότιο Ατλαντικό για να χαθούν τα ίχνη του εγκλήματος. Κάποιοι από τους κατηγορούμενους, μεταξύ των οποίων και πιλότοι είχαν στη διάρκεια της εγκληματικής δράσης τους προσωνύμια όπως «Τίγρης», «Ξανθός Aγγελος του Θανάτου». Συνολικά εξετάστηκαν 800 περιπτώσεις απαγωγών, βασανισμών και δολοφονιών. Τα θύματα ήταν αριστεροί αντίπαλοι της χούντας και μέλη μικρών ομάδων αντάρτικου πόλεων της Αργεντινής, ακτιβιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων καθώς και συγγενείς εξαφανισθέντων από τους στρατιωτικούς.

Κάποιοι από τους κατηγορούμενους ήδη εξέτιαν ισόβια για εγκλήματα του λεγόμενου “Βρώμικου Πολέμου” στη Σχολή Πολεμικού Ναυτικού που είχε μετατραπεί σε φυλακή και χώρο βασανιστηρίων –τουλάχιστον 5.000 κρατούμενοι υπολογίζεται ότι έχασαν εκεί τη ζωή τους. Εκατοντάδες αν όχι χιλιάδες αγωνιστές εναντίον της δικτατορίας υπολογίζεται ότι έχασαν τη ζωή τους στις “πτήσεις του θανάτου”. Τους έδιναν υπνωτικά, τους έσερναν στα αεροπλάνα και τους πετούσαν είτε στον Ατλαντικό είτε σε μεγάλα ποτάμια.

«Πρόκειται για ένα είδος εγκλήματος που δεν χωράει ανθρώπινος νους», δήλωσε η Λίτα Μποϊτάνο, επικεφαλής της οργάνωσης Συγγενών Εξαφανισμένων και Κρατουμένων για Πολιτικούς Λόγους. Η Μποϊτάνο, που έχασε δύο παιδιά στη διάρκεια της δικτατορίας, ήταν ανάμεσα στα εκατοντάδες άτομα που συγκεντρώθηκαν έξω από το δικαστήριο της αργεντίνικης πρωτεύουσας για να ακούσουν την απόφαση και τις ποινές –η ανάγνωσή τους ξεπέρασε σε διάρκεια τις 3 ώρες.

Κάποιοι από τους συγγενείς των θυμάτων παρέστησαν μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου κρατώντας φωτογραφίες των χαμένων συγγενών τους και φωνάζοντας: «Δολοφόνοι, βιαστές». Η δίκη που ολοκληρώθηκε έπειτα από 5 χρόνια έφερε και πάλι στο προσκήνιο τους συστηματικούς βασανισμούς και τις δολοφονίες χιλιάδων ανθρώπων που εκδήλωναν την αντίθεσή τους στη χούντα. Εκτός από ποινές για ισόβια, 19 άτομα καταδικάσθηκαν σε ποινές από 8 έως 25 χρόνια. Εξι από τους κατηγορούμενους αθωώθηκαν, ανάμεσά τους ο Χουάν Αλεμάν, υπουργός Οικονομικών στη διάρκεια της δικτατορίας και ένας από τους λίγους πολίτες που είχαν κατηγορηθεί για αυτά τα φρικτά εγκλήματα. Οι οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων υπολογίζουν ότι η χούντα της Αργεντινής δολοφόνησε περισσότερα από 30.000 πολίτες –οι σοροί των περισσοτέρων είτε πετάχτηκαν στη θάλασσα είτε σκορπίστηκαν στην έρημο ώστε να μη βρεθούν ποτέ.

Η δίκη έριξε φως και στη συνενοχή της Καθολικής Εκκλησίας στα εγκλήματα της χούντας. Δεν κατηγορήθηκε κάποιο μέλος του κλήρου, όμως οι εισαγγελείς ανέφεραν πως αξιωματούχοι της Εκκλησίας έκρυβαν επί πολλά χρόνια κάποιους από τους κατηγορουμένους. «Είμαστε πολύ ικανοποιημένοι με την απόφαση», δήλωσε ο εισαγγελέας Αμπελ Κόρντομπα. «Πιστεύουμε ότι πρόκειται για δίκαιη απόφαση που απέδειξε τη μεθοδολογία των πτήσεων του θανάτου ως τρόπου αφανισμού».

Στην Αργεντινή έχουν καταδικασθεί αρκετοί για εγκλήματα στη διάρκεια της δικτατορίας και πέρσι καταδικάστηκαν 15 απόστρατοι για απαγωγές και δολοφονίες αριστερών νεαρών στο πλαίσιο της επιχείρησης Κόντορ. Στις αρχές του χρόνου η απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου της χώρας να μειώσει τις ποινές σε όσους καταδικάστηκαν για παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων προκάλεσε ταραχές και διαμαρτυρίες.

Σκότωναν τους γονείς, έκλεβαν τα παιδιά

Στη δίκη εξετάστηκαν και δεκάδες περιπτώσεις απαγωγής μωρών από τους γονείς τους, κυρίως παιδιών που γεννήθηκαν από μητέρες που ήταν κρατούμενες. Στις περισσότερες περιπτώσεις τα μωρά δόθηκαν σε οικογένειες στρατιωτικών που τα μεγάλωσαν σαν δικά τους, ενώ οι πραγματικοί τους γονείς είχαν δολοφονηθεί. Μόνο δεκαετίες αργότερα, και έπειτα από επίμονη προσπάθεια από την ομάδα Γιαγιάδες της Πλατείας ντε Μάγιο (εκεί όπου επί πολλά χρόνια μαζεύονταν οι γυναίκες συγγενείς των εξαφανισμένων κρατώντας φωτογραφίες τους), τα θύματα απαγωγής ξαναβρήκαν τις βιολογικές τους οικογένειες.

Μεταξύ των 83 μαρτύρων που κατέθεσαν ήταν και ο Χόρχε Μάριο Μπεργκόλιο που είχε δώσει τη μαρτυρία του στο δικαστήριο το 2010, σχετικά με την εξαφάνιση δύο φίλων του ιερέων, του Ορλάντο Γιόριο και του Φρανς Τζάλικς. «Εκείνη την περίοδο», κατέθεσε ο ιερέας ο οποίος το 2013 έγινε ο Πάπας Φραγκίσκος, «οποιοσδήποτε ιερέας βοηθούσε τους φτωχούς γινόταν στόχος διαφόρων κρατικών υπηρεσιών. «Ηταν κάτι πολύ συνηθισμένο, εάν κάποιος ήθελε να δουλέψει με τους απόρους, να τον θεωρούν αριστερό και να τον κυνηγούν». Η πρώτη σχετική δίκη έγινε πριν από 40 χρόνια. Το 1978 ο Αρτούρο Λορούσο κατέφυγε στα δικαστήρια για την εξαφάνιση της αδελφής του Μαρί Εστερ που ανήκε σε οργάνωση εθελοντών η οποία βοηθούσε φτωχούς. Τη συνέλαβε ο στρατός και δεν ξανάκουσαν για εκείνη. Χθες ο αδελφός της δήλωσε: «Προτιμώ να μάθω την αλήθεια από το να δω τους δολοφόνους στη φυλακή. Θα ήθελα να μάθω τι έγινε. Δεν έχω καν τα οστά της αδελφής μου να θάψω».