Από την αρχή της κρίσης μέχρι σήμερα όλοι οι παρελάσαντες από τα κυβερνητικά έδρανα, ασχέτως τι είπαν και τι δεν είπαν για να φτάσουν μέχρι εκεί, μας εγκαλούν περίπου γιατί δεν συμμεριζόμαστε την κυβερνητική τους αισιοδοξία. «Ολα ήταν χάλια μέχρι που ήρθαμε εμείς», αυτό περίπου λένε. Περίεργο, ο κόσμος που στην αρχή τους ψηφίζει, γρήγορα καταλαμβάνεται από μια παραλυτική μελαγχολία. Απεγνωσμένα κοιτά τους ηγέτες του (μαζί και τον εαυτό του) και δεν τους αναγνωρίζει, αλλιώς τους ήξερε, άλλα του έλεγαν, άλλα ποθούσε.
Δεν φτάνει αυτό, στην κρίση επάνω ανθίζει και το λουλούδι της οργής. Ο λαός φταίει που καλοπερνούσε, του λένε, κι αρχίζει να τρυπώνει το σαράκι του διχασμού στο εύφορο έδαφος των κοινωνικών ανισοτήτων που θεριεύουν μέρα τη μέρα.
Οι πολιτικοί που πηγαίνουν με τα χούγια του λαού ρίχνουν λάδι στη φωτιά, κατηγορώντας τους αντιπάλους τους με αγοραία γλώσσα για να διατηρούν το πάνω χέρι και το ενδιαφέρον του θεάματος! Για τους πολλούς η πολιτική έτσι ήταν πάντα, για τους λίγους αυτή είναι η απωθητική της όψη.
Από αυτές τις συμπεριφορές επωφελούνται συνήθως οι εχθροί της Δημοκρατίας μαζί κι ένα διαχρονικό κατεστημένο που αλλάζει ονόματα, όχι όμως μέσα.
Ολα ανήκουν σε μια επαναλαμβανόμενη κουραστική καθημερινότητα με μικροπαραλλαγές ενώ η κρίση ύπουλα διαβρώνει το κοινωνικό σώμα.
Η φτωχοποίηση και η παρακμή ροκανίζουν τη χώρα. Γιατί μπορεί η Ελλάδα ποτέ να μη πεθαίνει, αλλά πολλάκις αρρωσταίνει.
Η κρίση επηρέασε καταλυτικά τη γεννητικότητα, όπως λένε τα στοιχεία των ληξιαρχείων. Η μετανάστευση των νέων λαβαίνει τεράστιες διαστάσεις. Η ανεργία και η υποαπασχόληση παρουσιάζονται με διάφορα ψευδώνυμα. Η σύνταξη μεταβάλλεται σταθερά σε επίδομα. Ο,τι είχε κατακτηθεί με θυσίες εξανεμίζεται και τρίζουν οι δημοκρατικοί θεσμοί.
Η Ελλάδα έπεσε κατηγορία κι εκεί θα παραμείνει. Ο στόχος επετεύχθη. Τα άχρωμα και μεταλλαγμένα κόμματα με τελευταία την Αριστερά, που κλείνει και την πόρτα, ήταν το όχημα. Οι σύμμαχοι – διεκπεραιωτές δύσκολα κρύβουν τη χαρά τους.
Η πολιτική έχει στόχο τη βελτίωση της ζωής μιας κοινωνίας, την ευημερία των πολλών, τη δικαιοσύνη, τη χρηστή διαχείριση και τη σιγουριά για το αύριο. Σήμερα επικρατεί σκεπτικισμός και ανασφάλεια. Η παρακινούμενη άνωθεν αισιοδοξία μάλλον ως αφέλεια η ως κοροϊδία εκλαμβάνεται.
Ενώ βρισκόμαστε στον πυρετό των αξιολογήσεων προκειμένου να περάσουν οι γραμμές της νέας εποχής, ο καθένας ας βαθμολογήσει αυστηρά τους αξιολογούντες πολιτικούς μας. Θα ήταν ίσως η μόνη αξιολόγηση που θα έπιανε τόπο για μια επανεκκίνηση της ανύπαρκτης, καιρό τώρα, εθνικής αισιοδοξίας.