Στο εξπρές των Μνημονίων για την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης η κυβέρνηση επιβιβάστηκε χωρίς δεύτερη σκέψη, χωρίς κόκκινες γραμμές, με συνοπτικές διαδικασίες, προκαλώντας κύματα ικανοποίησης στους δανειστές.
Στο εξπρές της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας η κυβέρνηση έχει ξεμείνει από «θα» και αναθεωρήσεις, όπως καταδεικνύουν τα χθεσινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ σύμφωνα με τα οποία η προβλεπόμενη απογείωση το τρίτο τρίμηνο του έτους δεν επιβεβαιώθηκε.
Ο ρυθμός ανάπτυξης το τρίτο τρίμηνο περιορίστηκε σε 1,3% κόβοντας μάλιστα φόρα σε σχέση με τις αναθεωρημένες εκτιμήσεις του δεύτερου τριμήνου (1,6%). Προκειμένου να επιτευχθεί ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης 1,6% απαιτείται ένα μικρό θαύμα, με έκρηξη ανάπτυξης 3,1% το τελευταίο τρίμηνο του έτους. Αναλυτές, εμφανίζονται τουλάχιστον επιφυλακτικοί απέναντι σε αυτό το ενδεχόμενο. Κύκλοι του υπουργείου Οικονομικών εξακολουθούν να θεωρούν ότι ο στόχος (ύστερα από τρεις αναθεωρήσεις) για ρυθμό ανάπτυξης 1,6% φέτος μπορεί να επιτευχθεί, προσβλέποντας εμμέσως πλην σαφώς σε νέα αναθεώρηση των στοιχείων, ενώ πρόσφατα ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας εμφανιζόταν βέβαιος ότι το κοντέρ της ανάπτυξης θα γράφει μπροστά 2% για το 2017. Αν τελικά δεν προκύψει δραστική αναθεώρηση των στοιχείων του τρίτου τριμήνου, το ενδεχόμενο για ανάπτυξη 1,6% φαντάζει μάλλον αδύνατο. Για τον πρωθυπουργικό στόχο, ούτε κουβέντα.
ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΕΙΣ.
Η κριτική της αντιπολίτευσης εστιάζει στην υπερφορολόγηση. Το πρωτοφανές κύμα φορολογικών και ασφαλιστικών επιβαρύνσεων περιορίζει δραστικά τη δυνατότητα των νοικοκυριών για κατανάλωση ενώ το κράτημα των δημοσίων δαπανών για να τραφούν τα υπερπλεονάσματα προφανώς έχει βαρύνει στον τελικό λογαριασμό.
Τα επιμέρους στοιχεία τα οποία ανακοίνωσε χθες η ΕΛΣΤΑΤ αναδεικνύουν προβληματικές παραμέτρους στην υπόθεση μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας. Το τρίτο τρίμηνο του έτους, όταν ο τουρισμός έσπαγε ρεκόρ, η συνολική καταναλωτική δαπάνη κατέγραφε μείωση 0,1% σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο. Στο ίδιο διάστημα, οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου, στην έκρηξη των οποίων ποντάρει η κυβέρνηση –αν και τα πεπραγμένα της έρχονται πολλές φορές σε ευθεία αντίθεση με το φιλοεπενδυτικό προφίλ που επιχειρεί να καλλιεργήσει –έκαναν βουτιά 6,1% σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο. Η επέκταση του ΑΕΠ το τρίτο τρίμηνο τροφοδοτήθηκε από την αύξηση των εξαγωγών (5% σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο) την οποία όμως αναλυτές συνδέουν κυρίως με τις εξαγωγές υπηρεσιών εξαιτίας του τουρισμού, επισημαίνοντας την ανυπαρξία χαρακτηριστικών βιώσιμων στοιχείων ανάπτυξης.
ΙΔΙΟΚΤΗΣIΑ.
Στο χθεσινό Eurogroup, το θέμα δεν ήταν η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Στα λίγα λεπτά της συζήτησης σε σχέση με το ελληνικό ζήτημα κυριάρχησαν η δικαστική περιπέτεια των τεσσάρων ξένων μελών του ΤΑΙΠΕΔ (εκφράστηκε η ανησυχία μας είπε ο Νταϊσελμπλούμ) αλλά κυρίως η ταχύτητα ολοκλήρωσης της τεχνικής συμφωνίας η οποία και ενεργοποίησε ένα κύμα εγκωμιαστικών δηλώσεων από την πλευρά των δανειστών.
Μοσκοβισί, Ντεϊσελμπλούμ (στην τελευταία του εμφάνιση, δεδομένου ότι χθες εξελέγη πρόεδρος του Eurogroup ο Πορτογάλος Μάριο Σεντένο) και Ρέγκλινγκ δήλωσαν ιδιαίτερα χαρούμενοι για την ταχεία ολοκλήρωση της τεχνικής συμφωνίας επισημαίνοντας τα στοιχεία ιδιοκτησίας του Μνημονίου από την ελληνική κυβέρνηση τα οποία αυτή αναδεικνύει. Επισήμαναν παράλληλα τον σημαντικό όγκο προαπαιτούμενων τα οποία τώρα θα πρέπει να υλοποιηθούν σε δύο φάσεις, μία έως τα Χριστούγεννα και μία αμέσως μετά τις γιορτές ώστε να καταστεί εφικτό το κλείσιμο της αξιολόγησης και η εκταμίευση της επόμενης δόσης έως το τέλος Ιανουαρίου.
Τα μηνύματα επιτάχυνσης των διαδικασιών φαίνεται πως έχουν ληφθεί από το κυβερνητικό στρατόπεδο. Την ώρα όπου στις Βρυξέλλες η κυβέρνηση κέρδιζε εγκωμιαστικά σχόλια, στην Αθήνα κατέθετε στη Βουλή τροπολογία με την οποία ορίζεται ότι για τη συζήτηση και λήψη απόφασης κήρυξης απεργίας απαιτείται εφεξής η παρουσία τουλάχιστον του ενός δευτέρου των οικονομικά τακτοποιημένων μελών της συνδικαλιστικής οργάνωσης έναντι του ενός πέμπτου που απαιτείται μέχρι σήμερα. Μια τέτοια απόφαση, στα προκυβερνητικά χρόνια του ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν ικανή να σηκώσει θύελλα αντιδράσεων. Σήμερα, περνά απλώς με τις διατάξεις μιας τροπολογίας ως μεταρρύθμιση.
ΔΕΣΜΕYΣΕΙΣ.
Οι μνημονιακές δεσμεύσεις, όπως φάνηκε από τις χθεσινές δηλώσεις του επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ, θα συνεχίσουν να δίνουν το «παρών» στην ελληνική πραγματικότητα ακόμα και μετά την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος. Με αφορμή την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων εφαρμογής των βραχυχρόνιων μέτρων για το χρέος από τον ESM (εκτιμάται πλέον ότι θα οδηγήσουν σε μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ κατά 25 μονάδες έως το 2060 έναντι 20 μονάδων που είχε εκτιμηθεί ένα χρόνο νωρίτερα) ο Ρέγκλινγκ ρωτήθηκε εάν οι επιδόσεις αλλάζουν τις προοπτικές για την ενεργοποίηση μεσο-μακροπρόθεσμων μέτρων για το χρέος. Η απάντησή του ενδεικτική των δυσκολιών που αναμένονται στη διάρκεια της τέταρτης αξιολόγησης, όταν θα γίνει αυτή η συζήτηση. «Δεν νομίζω ότι θα αλλάξει κάτι» ανέφερε, παραπέμποντας στη σχετική απόφαση του Eurogroup και διευκρινίζοντας ότι τα τυχόν πρόσθετα μέτρα θα αποφασιστούν «μετά το τέλος του προγράμματος, με τη νέα ανάλυση βιωσιμότητας χρέους, εφόσον χρειάζονται και υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα θα συνεχίζει τις μεταρρυθμίσεις».
Προς το παρόν, η ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης θα σημάνει την εκταμίευση ενός μεγάλου μέρους από τα 18,5 δισ. ευρώ των κεφαλαίων τα οποία αναμένεται να δανειστούν στην Ελλάδα έως το τέλος του τρίτου προγράμματος. Ο Ρέγκλινγκ απέφυγε να προσδιορίσει το ύψος της επόμενης δόσης, σημειώνοντας ότι δεν υπάρχει άμεση ανάγκη χρηματοδότησης της Ελλάδας. Ούτως ή άλλως το μεγαλύτερο μέρος των 18,5 δισ. ευρώ «τα οποία υποθέτουμε ότι θα διατεθούν στην Ελλάδα έως το τέλος του προγράμματος» θα κατευθυνθούν κυρίως στη διαμόρφωση ενός μαξιλαριού ρευστότητας χρηματοδοτώντας και την σταδιακή αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς ιδιώτες.