Να ευθύνεται άραγε η έντονη αντίδραση του DUP, του δεξιού προτεσταντικού Δημοκρατικού Ενωτικού Κόμματος της Βόρειας Ιρλανδίας, που στηρίζει την κυβέρνηση μειοψηφίας της Τερίζα Μέι στο βρετανικό Κοινοβούλιο; Ή και η σπουδή με την οποία διεκδίκησαν Σκωτία, Λονδίνο αλλά και Ουαλία μία ειδική συμφωνία «ευθυγράμμισης με τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς» ίδια με εκείνη που φερόταν να είχε επιτύχει η Βόρεια Ιρλανδία για τη μετά Brexit εποχή; Οπως και να έχει, το κλίμα αισιοδοξίας που επικρατούσε από νωρίς χθες στις Βρυξέλλες, πριν καν συναντηθεί η Τερίζα Μέι με τον Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, δεν δικαιώθηκε. Λονδίνο και ΕΕ δεν κατάφεραν να οριστικοποιήσουν μια συμφωνία που θα επιτρέψει στους 28 να ανοίξουν την επόμενη εβδομάδα, στη σύνοδο κορυφής της 14ης Δεκεμβρίου, το δεύτερο κεφάλαιο των διαπραγματεύσεων για τις μελλοντικές εμπορικές σχέσεις των δύο πλευρών.
Τόσο η βρετανίδα πρωθυπουργός όσο και ο πρόεδρος της Κομισιόν, βέβαια, επέμειναν πως η κατάληξη αυτή «δεν συνιστά αποτυχία», πως σημειώθηκε «σημαντική πρόοδος» και μία συνολική συμφωνία είναι θέμα ημερών. Γνωρίζοντας μάλιστα πως η Μέι δέχεται πιέσεις από στελέχη του κόμματός της να αποχωρήσει από τις διαπραγματεύσεις εάν δεν ικανοποιηθούν όροι – κλειδιά για το Λονδίνο, αλλά και ότι οι όποιες υποχωρήσεις της μπορεί να πυροδοτήσουν στη βρετανική πρωτεύουσα προσπάθεια ανατροπής της, ο Γιούνκερ έσπευσε να πλέξει το εγκώμιό της: «Είναι μία σκληρή διαπραγματεύτρια, και όχι εύκολη», δήλωσε. «Υπερασπίζεται την άποψη της Βρετανίας με όλη την ενέργεια που γνωρίζουμε πως έχει». «Μία συμφωνία στην ευρωπαϊκή σύνοδο κορυφής του Δεκεμβρίου παραμένει εφικτή», συνομολόγησε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, μετά τη δική του συνάντηση με τη βρετανίδα πρωθυπουργό. Ο ίδιος ωστόσο μετρίασε τη δήλωσή του με μία προειδοποίηση: «Τα χρονικά περιθώρια στενεύουν πλέον πολύ».
Λίγες ώρες νωρίτερα, ο Τουσκ είχε στείλει ένα εντελώς διαφορετικό tweet: «Και μετά μου λέτε γιατί αγαπώ τις Δευτέρες! Πλησιάζουμε στην επαρκή πρόοδο για τη σύνοδο του Δεκεμβρίου». Η «επαρκής πρόοδος» είναι κάτι σαν κωδικός, μέρος του ιδιώματος των διαπραγματεύσεων για το Brexit: προκειμένου να ανοίξουν το δεύτερο κεφάλαιό τους, οι Ευρωπαίοι ζητούσαν να υπάρξει πρώτα επαρκής πρόοδος σε τρία ακανθώδη ζητήματα: το μέλλον των πολιτών της ΕΕ που ζουν ήδη στη Βρετανία μετά τον Μάρτιο του 2019, το ζήτημα των συνόρων Βρετανίας-ΕΕ στη Βόρεια Ιρλανδία, και το ποσό που θα καταβάλει η βρετανική πλευρά ως αποζημίωση στην ΕΕ για τις υποχρεώσεις που είχαν αναληφθεί πριν αποφασιστεί το Brexit.
Αλλά ο «λογαριασμός του διαζυγίου» φέρεται να έχει ήδη διευθετηθεί, με το Λονδίνο να δεσμεύεται να καταβάλλει κάπου 50 δισεκατομμύρια ευρώ. Οσο για τα δικαιώματα των ευρωπαίων κατοίκων της Βρετανίας, κι αυτά φέρεται να είχαν σχεδόν συμφωνηθεί, παρότι παρέμεναν ορισμένα μη αμελητέα σημεία διαφωνίας, όπως ο μελλοντικός ρόλος του Δικαστηρίου της ΕΕ στη Βρετανία. Λίγο μετά το μεσημέρι, ωστόσο, ευρωπαίος αξιωματούχος δήλωνε στους «Financial Times» πως η συμφωνία για το Brexit ήταν «κατά 90% έτοιμη». Στο Δουβλίνο, κυβερνητικές πηγές διαβεβαίωναν πως είχε επιτευχθεί συνολική συμφωνία για το ιρλανδικό ζήτημα: τα σύνορα Βόρειας Ιρλανδίας και Ιρλανδίας (δηλαδή ΕΕ), που είναι σήμερα πρακτικά ανύπαρκτα, λόγω της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς και της τελωνειακής ένωσης, δεν επρόκειτο να διαφοροποιηθούν μετά το Brexit· η Βόρεια Ιρλανδία θα παρέμενε «ευθυγραμμισμένη με τους κανονισμούς της ΕΕ».
Το Bloomberg μάλιστα μετέδιδε πως το βορειοϊρλανδικό DUP είχε δώσει τη συναίνεσή του για τη συγκεκριμένη λύση. Η συμφωνία για τη Βόρεια Ιρλανδία θεωρούνταν τόσο δεδομένη που η πρωθυπουργός της Σκωτίας Νίκολα Στέρτζον και ο δήμαρχος του Λονδίνου Σαντίκ Καν έσπευσαν να απαιτήσουν αντίστοιχες ειδικές συμφωνίες και για τις δικές τους επικράτειες «μη βλέποντας τον λόγο για κάτι διαφορετικό». Τόσο η Σκωτία όσο και το Λονδίνο άλλωστε είχαν ψηφίσει στο δημοψήφισμα κατά του Brexit –αν και παραμονή στην ενιαία αγορά και στην τελωνειακή ένωση αξίωσε χθες και ο τοπικός πρωθυπουργός της Ουαλίας, η οποία είχε ψηφίσει υπέρ του Brexit.
Μόνο που η Μέι έχει θεωρητικά αποκλείσει και τη διαφορετική μεταχείριση περιοχών της Βρετανίας και την παραμονή στην ενιαία αγορά ή την τελωνειακή ένωση. «Δεν θα επιτρέψουμε μία συμφωνία για το Brexit που θα δημιουργεί απόκλιση στους ρυθμιστικούς κανόνες μεταξύ της Βόρειας Ιρλανδίας και του υπόλοιπου Ηνωμένου Βασιλείου», δήλωσε σε υποστηρικτές της στο Μπέλφαστ η ηγέτιδα του DUP, Αρλίν Φόστερ, λίγο πριν επικοινωνήσει τηλεφωνικά με τη βρετανίδα πρωθυπουργό. «Το Brexit παραμένει ένα τεράστιο χάος, και μόλις φάνηκε να σημειώνεται λίγη πρόοδος προέκυψε νέο εμπόδιο», σχολίασε ο αναλυτής Τζέιμς Χιουζ. «Αυτή τη φορά, το εμπόδιο έχει τη μορφή του DUP και της Βόρειας Ιρλανδίας καθώς η καταστροφική προεκλογική καμπάνια της Τερίζα Μέι εξακολουθεί να την καταδιώκει».

Δημοσκόπηση

Ενας στους δύο Βρετανούς θέλει νέο δημοψήφισμα

«Εκπληκτος και απογοητευμένος που η βρετανική κυβέρνηση δεν φαίνεται να είναι σε θέση να τιμήσει αυτό που συμφωνήθηκε νωρίτερα» δήλωσε αργά χθες το απόγευμα ο πρωθυπουργός της Ιρλανδίας Λίο Βαράντκαρ, εξηγώντας ότι η αποτυχία αυτή οφείλεται στη στάση που τηρεί το DUP. Πάντως εμφανίστηκε αισιόδοξος, λέγοντας ότι υπάρχει ακόμη αρκετός χρόνος μέχρι τις 14 Δεκεμβρίου και τη σύνοδο κορυφής για να ολοκληρωθεί μια συμφωνία. Την ίδια ώρα, δημοσκόπηση έδειξε πως ένας στους δύο Βρετανούς θέλει νέο δημοψήφισμα για το Brexit. «Νομίζω πως όταν αλλάζουν τα δεδομένα, οι πολίτες δικαιούνται να αλλάξουν γνώμη», δήλωσε σε συνέντευξή του στο ραδιόφωνο του BBC ο Τόνι Μπλερ, επιβεβαιώνοντας πως προσπαθεί να ανατρέψει το Brexit.