Η οικολογική ζημιά που προκλήθηκε στον θαλάσσιο και παράκτιο χώρο του Σαρωνικού από τη βύθιση του δεξαμενόπλοιου «Αγία Ζώνη ΙΙ» είναι δύσκολο να εκτιμηθεί ακόμα, καθώς δεν υπάρχουν δεδομένα από μετρήσεις της ρύπανσης στον βυθό…

Το συμπέρασμα αυτό επισημαίνεται στην έκθεση για τη ρύπανση στον Σαρωνικό που συνέταξε η περιβαλλοντική οργάνωση WWF Ελλάς.

Τρεις μήνες μετά το ναυάγιο του δεξανόπλοιου «Αγία Ζώνη ΙΙ» που προκάλεσε μια από τις μεγαλύτερες οικολογικές καταστροφές στον Σαρωνικό, η περιβαλλοντική οργάνωση κατέθεσε στην 5η τακτική ανακρίτρια Πειραιά, ειδική έκθεση –με κάθε διαθέσιμο στοιχείο –ως συμπληρωματικό υπόμνημα στη μήνυση που υπέβαλε στις 18 Σεπτεμβρίου 2017 στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Πειραιά.

Η έκθεση περιλαμβάνει τη χαρτογραφική αποτύπωση της ρύπανσης κατά τις πρώτες μέρες μετά το ναυάγιο, στοιχεία από την οικολογική κατάσταση του Σαρωνικού, καθώς και κάθε διαθέσιμο δεδομένο για τις οικολογικές επιπτώσεις και την αντιμετώπιση σημαντικών ατυχημάτων πετρελαιοκηλίδας παγκοσμίως.

Από τα στοιχεία της έκθεσης –με βάση τη διεθνή εμπειρία –προκύπτει, όπως επισημαίνουν πηγές από το WWF Ελλάς, πως έπειτα από μια τόσο σοβαρή ρύπανση δεν μπορεί να πει κανείς με βεβαιότητα πότε θα καθαρίσει μια περιοχή.

Κι αυτό διότι μεταξύ άλλων, υπάρχουν επιδράσεις του πετρελαίου στο φυτοπλαπλαγκτόν και στην αναπαραγωγή των ψαριών, με συνέπεια να επηρεάζεται η τροφική αλυσίδα.

Ενδεικτική είναι η περίπτωση του δεξαμενόπλοιου «Exxon Valtez» που προσάραξε το 1989 στον ύφαλο Blight στον πορθμό Prince Williams στην Αλάσκα, με συνέπεια να διαρρεύσουν στη θάλασσα 40.000 τόνοι αργού πετρελαίου.

Ο καθαρισμός των ακτών ξεκίνησε το 1989 και συνεχίστηκε έως το 1990. Ελεγχοι και δράσεις καθαρισμού επαναλήφθηκαν το ’91, το ’92, το ’93 και το 1994. Και σε μια έρευνα που διεξήχθη το 2001 σε 96 τυχαία επιλεγμένα σημεία των ακτών που είχαν ρυπανθεί από το πετρέλαιο, προέκυψε ότι το 58% αυτών ήταν ακόμη ρυπασμένο…

Οπως αναφέρεται στην έκθεση, αμέσως μετά τη διαρροή αργού πετρελαίου ή προϊόντων του στη θάλασσα, αρχίζει ο μετασχηματισμός του, που καταλήγει σε ουσίες με διαφορετικές φυσικοχημικές ιδιότητες από τις αρχικές ή στην απομάκρυνση του πετρελαίου από το νερό.

Μια πετρελαιοκηλίδα δεν παραμένει σε ένα σημείο, αλλά μετακινείται (μεταφέρεται), με ταχύτητα ίση με το 60% της ταχύτητας των ρευμάτων και το 2%-4% της ταχύτητας του ανέμου. Και η σύσταση της πετρελαιοκηλίδας αλλάζει συνεχώς από τη στιγμή της διαρροής.

Οπως προκύπτει, τα υπολείμματα που παραμένουν μετά την εξάτμιση έχουν μεγαλύτερη πυκνότητα κι αυτό επηρεάζει τόσο τη συμπεριφορά τους στο θαλάσσιο περιβάλλον όσο και τις μεθόδους με τις οποίες πρέπει να αντιμετωπιστούν. Εκτιμάται ότι ανάλογα με τη σύσταση του πετρελαίου και τις μετεωρολογικές συνθήκες, ποσοστό ίσο με το 20%-50% του όγκου του αργού πετρελαίου απομακρύνεται λόγω εξάτμισης.

Το πετρέλαιο διασπείρεται από την επιφάνεια σε όλη τη στήλη του νερού, όπου μπορεί να προσροφηθεί σε αιωρούμενα σωματίδια, να εναποτεθεί στο ίζημα ή να εμφανίσει τοξική δράση σε οργανισμούς στη στήλη του νερού.

Επιπτώσεις στους οργανισμούς… Η παρουσία του πετρελαίου στην επιφάνεια της θάλασσας λειτουργεί στην ουσία σαν μια τεράστια μεμβράνη, εμποδίζοντας την οξυγόνωση, που είναι απαραίτητη για τους θαλάσσιους βιολογικούς κύκλους.

Το πετρέλαιο αποτελεί ένα μείγμα από οργανικές ενώσεις, πολλές από τις οποίες είναι τοξικές για τους θαλάσσιους οργανισμούς. Και η τοξικότητα είναι αντιστρόφως ανάλογη με τη διαλυτότητα στο νερό. Η ιδιαίτερη τοξικότητα που εμφανίζουν κάποια από τα συστατικά του πετρελαίου επιφέρει μια σειρά αρνητικών επιπτώσεων στους θαλάσσιους οργανισμούς.

Δεν πρέπει να παραβλεφθεί η επίδραση του πετρελαίου στο φυτοπλαγκτόν. Ακολουθούν ανωμαλίες στην αναπαραγωγή, διατροφή και ανάπτυξη των ψαριών, βλάβες και νέκρωση κυττάρων, ακόμη και θάνατος. Επίσης, μέσω της τροφικής αλυσίδας κάποια συστατικά του πετρελαίου συσσωρεύονται σε άλλους οργανισμούς και εντέλει καταλήγουν στον άνθρωπο μέσω της κατανάλωσης ψαριών, οστρακοειδών κ.λπ. Οπως έχει αποδειχθεί, οι υδρογονάνθρακες πετρελαίου συσσωρεύονται στους λιπαρούς ιστούς πολλών θαλάσσιων οργανισμών.

Το πετρέλαιο επιδρά στην αναπαραγωγή, την ανάπτυξη και τη συμπεριφορά των οργανισμών. Σε γενικές γραμμές στην ανοικτή θάλασσα τα ενήλικα ψάρια έχουν την δυνατότητα να αποφεύγουν τις περιοχές στις οποίες επιπλέει το πετρέλαιο. Τα αβγά των ψαριών όμως και οι προνύμφες τους είναι ευάλωτα στη ρύπανση από πετρέλαιο.

… και στους ανθρώπους. Στην έκθεση αναφέρεται πως η αλιευτική βιομηχανία είναι ένα ακόμη θύμα της πετρελαϊκής ρύπανσης. Είτε μέσω της καταστροφής των αλιευτικών εργαλείων είτε μέσω της υποβάθμισης των αλιευτικών πεδίων και τη μείωση των πληθυσμών ψαριών.

Ιδιαίτερα ευαίσθητα στη ρύπανση είναι τα δίθυρα μαλάκια (π.χ. μύδια) και άλλα εδραία ζώα τα οποία φιλτράρουν το θαλασσινό νερό για να τραφούν. Ευαίσθητα είναι επίσης τα ψάρια σε ιχθυοκαλλιέργειες, καθώς δεν έχουν δυνατότητα διαφυγής. Ειδικότερα, τα λιπαρά ψάρια όπως ο σολομός, τείνουν να συγκεντρώσουν υδρογονάνθρακες στους ιστούς τους.

«Θέλουμε το εξαιρετικά σοβαρό αυτό περιστατικό ρύπανσης από πετρελαιοκηλίδα να αποτελέσει αφορμή για θωράκιση των ελληνικών θαλασσών από τέτοιου είδους κινδύνους», επισημαίνει μεταξύ άλλων ο γενικός διευθυντής της περιβαλλοντικής οργάνωσης WWF Ελλάς.

Η WWF Ελλάς ζητάει, μεταξύ άλλων: την επιβολή των προβλεπόμενων ποινικών και διοικητικών κυρώσεων και τη διενέργεια από το ΕΛΚΕΘΕ ολοκληρωμένου προγράμματος παρακολούθησης δεικτών, και άμεση δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων για την οικολογική κατάσταση του Σαρωνικού, δίχως καμία πολιτική παρέμβαση.