Στην κόψη του ξυραφιού βρίσκεται η λειτουργία των πειραματικών σχολείων της χώρας, οι επιστημονικές επιτροπές των οποίων χάνουν τώρα το δικαίωμά τους να αποφασίζουν ελεύθερα για τις εκπαιδευτικές καινοτομίες των προγραμμάτων τους, καθώς θα πρέπει στο μέλλον να παίρνουν… έγκριση.
Οπως αναφέρουν οι πληροφορίες, με νέο νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας που συντάσσεται αυτές τις ημέρες αλλάζει η πρόβλεψη του αρχικού νόμου για τη λειτουργία των πειραματικών σχολείων που όριζε ότι τα επιστημονικά τους συμβούλια μπορούν να κάνουν αλλαγές κατά βούληση στο εκπαιδευτικό τους πρόγραμμα, ανάλογα με τις ανάγκες τους.
Με τη διάταξη που σχεδιάζεται θα ζητείται πλέον απαραίτητα η έγκριση για κάθε αλλαγή σχετικά με το εκπαιδευτικό πρόγραμα των σχολείων από τη Διοικούσα Επιστημονική Επιτροπή Πρότυπων Πειραματικών Σχολείων (ΔΕΠΠΣ), πρόεδρος της οποίας διορίστηκε επί ηγεσίας Νίκου Φίλη στην Παιδεία, ο καθηγητής του Παιδαγωγικού Τμήματος του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Δημήτρης Ψύλλος.

Τι ισχύει σήμερα

Με βάση το νομικό πλαίσιο που τα διέπει σήμερα, τα πειραματικά σχολεία με την καθοδήγηση του συλλόγου διδασκόντων και του Επιστημονικού Εποπτικού Συμβουλίου τους (ΕΠΕΣ) που αποτελείται από έναν πανεπιστημιακό, έναν σχολικό σύμβουλο, τον διευθυντή τους και δύο εκπαιδευτικούς αυξημένων προσόντων, έχουν τη δυνατότητα να αναπτύξουν την εσωτερική εκπαιδευτική πολιτική τους τροποποιώντας ακόμα και το ωρολόγιο πρόγραμμα. Παράλληλα, οι εκπαιδευτικοί προβλέπεται να επιλέγονται με διαδικασία αξιολόγησης και να έχουν θητεία διάρκειας πέντε ετών, οι διευθυντές με κριτήρια συμβατά με τον ρόλο τους και να υπάρχει διαρκής διαδικασία αυτοαξιολόγησης, η οποία περιλαμβάνει ακόμα και την άτυπη διαρκή ενδοσχολική επιμόρφωση.
Στην πράξη η εικόνα είναι διαφορετική: οι διευθυντές επελέγησαν όπως και στα υπόλοιπα σχολεία, οι θέσεις που αδειάζουν συμπληρώνονται με αποσπασμένους εκπαιδευτικούς που προσλαμβάνονται για έναν χρόνο έπειτα από τυπική αξιολόγηση του φακέλου υποψηφιότητας χωρίς τη δυνατότητα ουσιαστικής αξιολόγησης των δηλούμενων στοιχείων τους, μηχανισμός επικοινωνίας μεταξύ σχολείων και εκπαιδευτικών δεν έχει αναπτυχθεί, η σύνδεση με τα πανεπιστήμια δεν έχει προχωρήσει παρά σε ελάχιστες περιπτώσεις. Και τώρα εισάγεται διαδικασία ασφυκτικού ελέγχου τους, διαδικασία που συνειδητά δεν είχε προβλέψει ο νομοθέτης προκειμένου να αφήνει τα σχολεία ελεύθερα να αυτενεργούν.
Να θυμίσουμε εδώ ότι τα πειραματικά σχολεία είναι τα μόνα που έχουν αυστηρά αξιολογημένους εκπαιδευτικούς, ενώ ο νόμος ίδρυσής τους όριζε ότι στην πρώτη πενταετία θα αξιολογούνταν και θα κρίνονταν ξανά για την παραμονή τους στις θέσεις τους για πέντε ακόμη χρόνια. Εδώ έρχεται και η δεύτερη παρέμβαση του νέου νόμου καθώς η 5ετής θητεία των εκπαιδευτικών τους λήγει σύντομα και κανείς δεν ξέρει τι θα γίνει.
Με το δεδομένο δε ότι από την Επιστημονική Επιτροπή για τη λειτουργία τους αποκλείουν το να αποσυνδεθούν οι εκπαιδευτικοί των πειραματικών σχολείων απο την αξιολόγηση, ωστόσο δεν έχει αποφασιστεί και η διαδικασία επανάκρισής τους, όλοι σχολιάζουν αυτές τις ημέρες ότι πιθανότατα θα δοθεί παράταση ενός χρόνου στη θητεία τους.

«Η Πολιτεία κρατάει αποστάσεις»

Για τα παραπάνω καταθέτει την άποψή του «εκ των έσω» ο διευθυντής του 1ου Πειραματικού Γυμνασίου Πλάκας Κωστής Κοντογιάννης.
Στην ερώτηση «πώς λειτουργούν τα πειραματικά σχολεία τα τελευταία τρία χρόνια», απαντάει ότι ο θεσμός «ξεκίνησε με μία πολύ ισχυρή δυναμική και μεγάλο ενθουσιασμό, αφού ήταν κάτι καινούργιο και πολλά υποσχόμενο. Επί δύο συναπτά έτη ακολουθήθηκαν οι διαδικασίες που προβλέπονταν για τη στελέχωση των σχολείων αυτών και γενικά στα σχολεία έπνεε ένας άνεμος καινοτομίας και αναζήτησης. Οχι πάντα με μεγάλη επιτυχία, αλλά αυτό είναι ήσσονος σημασίας. Σημασία έχει ότι είχε δημιουργηθεί ένας θετικός στροβιλισμός».
«Από εκεί πέρα τα σχολεία σε μεγάλο βαθμό αφέθηκαν σε “αυτόματη λειτουργία”. Τα κενά που δημιουργούνταν από παραιτήσεις, συνταξιοδοτήσεις ή προαγωγές σε θέσεις ευθύνης, αντιμετωπίστηκαν με αποσπασμένους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι είχαν την αίσθηση της προσωρινότητας» ανέφερε. Οπως λέει ο Κωστής Κοντογιάννης, η πολιτεία τα τελευταία χρόνια φαίνεται να κρατάει τις… αποστάσεις της από τον θεσμό.
«Χαρακτηριστικά θα πω ότι αρκετές φορές ακούσαμε το “και πόθεν προκύπτει ότι είστε καλά σχολεία”, από ανθρώπους που είχαν υποχρέωση ακριβώς να μάθουν για το έργο των σχολείων αυτών, να το διαδώσουν αν ήταν καλό, να κάνουν παρατηρήσεις επί αυτού. Οχι μόνο δεν το έκαναν, αλλά αρκούνταν στο να το αμφισβητήσουν χωρίς να το γνωρίζουν» σημειώνει.